Το πρώτο δίμηνο του ’22 προβλέπεται πως θα είναι το πλέον δύσκολο εδώ και πολλά χρόνια. Τούτο γιατί οι αυξήσεις των τιμών που θα δούμε σε διάφορες κατηγορίες ειδών πρώτης ανάγκης θα είναι οι μεγαλύτερες που θα έχουν βιώσει οι νεότερες γενιές, ιδίως η τελευταία που ωρίμασε την τελευταία 20ετία, κάτω από την προστασία της ασπίδας του ευρώ.

Αύξηση  τιμών σημαίνει απώλεια εισοδήματος για τα νοικοκυριά και μείωση των περιθωρίων κερδοφορίας για τις επιχειρήσεις που δεν μπορούν να μετακυλήσουν τις αυξήσεις του ενεργειακού κόστους και των πρώτων υλών στον καταναλωτή.

Ένα ρεπορτάζ του Capital.gr πριν από μερικές ημέρες έδινε μια πρώτη, πιστεύω ήπια, γεύση των όσων ήδη έχουν γίνει και αναμένεται να ακολουθήσουν.

“Αυξήσεις οι οποίες μεσοσταθμικά ανέρχονται στα επίπεδα του 2,5%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο καταγράφονται αυτήν τη στιγμή στις τιμές πώλησης των ταχυκίνητων καταναλωτικών αγαθών στα ελληνικά σούπερ-μάρκετ, όπως αναφέρουν στελέχη που προέρχονται από τον συγκεκριμένο κλάδο, ενώ επισημαίνουν ότι οι αυξήσεις αυτές αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω, ιδίως από τη νέα χρονιά, όπου προβλέπεται ταυτόχρονα να προστεθούν και άλλες κατηγορίες προϊόντων στις οποίες μέχρι στιγμής δεν είχαν περάσει αυξήσεις στα ράφια. Μάλιστα, πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο θα υπερβεί το 6%, κινούμενος με περαιτέρω ανοδικές τάσεις.

Σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση, ο Άγις Πιστιόλας, μέλος της διοίκησης στην εταιρεία οσπρίων και ρυζιών EY.ΓΕ. Πιστιόλας ΑΒΕΕ (Agrino), επισημαίνει ότι ήδη τα όσπρια και το ρύζι έχουν λάβει αυξήσεις οι οποίες ανέρχονται μεσοσταθμικά στα επίπεδα του 4%-5%, καλύπτοντας μόνο ένα μικρό μέρος του συνολικού λειτουργικού και παραγωγικού κόστους… Ο ίδιος, πάντως, επισημαίνει ότι οι σημαντικότερες αυξήσεις θα λάβουν χώρα από το 2022, δεδομένου ότι πολλές βιομηχανικές επιχειρήσεις στον κλάδο των οσπρίων διατηρούσαν αποθέματα πρώτων και δεύτερων υλών που είχαν αγοράσει με τιμές προ της διεθνούς πληθωριστικής κρίσης….”.

Το ράλι των ενεργειακών τιμών των τελευταίων εβδομάδων είναι ήδη γνωστό. Το φυσικό αέριο στην Ευρώπη από 20 ευρώ η μεγαβατώρα πέρυσι, πριν από λίγες μέρες έφτασε τα 180 ευρώ και μετά τις εισαγωγές αμερικανικού LNG έχει πέσει στα 70 ευρώ, παραμένοντας όμως  πάνω από 3,5 φορές ακριβότερο. Η πτώση των τελευταίων ημερών φαίνεται πρόσκαιρη καθώς η μειωμένη προσφορά θα ανεβάσει τις τιμές στις αγορές της Ασίας και τα αμερικανικά φορτία θα κατευθυνθούν εκ νέου προς τις αγορές που πληρώνουν καλύτερα. H μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας τον τελευταίο χρόνο στην Ευρώπη έχει εκτιναχθεί από τη ζώνη των 50 ευρώ κοντά στα 200 ευρώ η Μεγαβατώρα.

Οι  ενεργειακές τιμές αποτελούν το βασικό κόστος για πολλές κατηγορίες οικονομικής δραστηριότητας και καθώς δεν μιλάμε για αυξήσεις της τάξης του 5-6% ή ακόμη και του 10-20%, η συνεισφορά τους στην αύξηση των τιμών αναμένεται να είναι συντριπτική.

Ήδη το 2021 οι περισσότερες κατηγορίες εμπορευμάτων, από τα αγροτικά προϊόντα μέχρι τα βιομηχανικά μέταλλα, παρουσιάζουν αυξήσεις δεκάδων ποσοστιαίων μονάδων.

Το καλαμπόκι, η σόγια και το σιτάρι από πέρυσι παρουσιάζουν αυξήσεις της τάξης του 20-30%. Αν στις αυξήσεις αυτές προσθέσει κάποιος και το κόστος της ενέργειας που χρειάζονται προκειμένου να γίνουν αλεύρι και ψωμί αντιλαμβάνεται πως οι τιμές που θα δούμε σε λίγους μήνες στα ράφια θα είναι εξωφρενικές.

Οι Κεντρικοί Τραπεζίτες και τα κυβερνητικά στελέχη σε όλο τον Δυτικό Κόσμο φαίνεται πως έχουν “πάρει διαζύγιο” με την πραγματικότητα, υποστηρίζοντας πως οι ανατιμήσεις οφείλονται στη διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων λόγω της πανδημίας και πως οι τιμές θα επανέλθουν σύντομα στην κανονικότητα.

Αυτά τα έλεγαν κυρίως πριν δύο μήνες για τις αρχές του ’22.

Φαίνεται πως έκαναν λάθος. Η άνοδος των τιμών οφείλεται σε περισσότερους παράγοντες, από τους οποίους οι βασικότεροι είναι το πληθωριστικό χρήμα των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης και η μείωση των επενδύσεων σε κομβικούς παραγωγικούς τομείς.

Είναι φανερό πως οι εταιρείες του κλάδου τα τελευταία χρόνια των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, τα οποία προκάλεσαν το ράλι στις τιμές των μετοχών στα χρηματιστήρια, βρήκαν αποδοτικότερο να αγοράζουν τις μετοχές τους και να κερδίζουν από τις υπεραξίες.

Κάτι ανάλογο έχει συμβεί και με τις επενδύσεις για την εξερεύνηση και ανάπτυξη νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, λόγω της επιτάχυνσης της ενεργειακής μετάβασης στις ΑΠΕ.

Κατά συνέπεια μιλάμε για την τέλεια καταιγίδα…

* Από το capital.gr, αποκλειστική συνεργασία με Φιλελεύθερο