«Σε έναν σώφρονα κόσμο, οι μεγάλες πυρκαγιές στην Αυστραλία θα αποτελούσαν ένα ιστορικό σημείο καμπής. Πρόκειται άλλωστε, ακριβώς για το είδος της κλιματικής καταστροφής για το οποίο οι επιστήμονες μας προειδοποιούσαν να αναμένουμε όσο δεν κάναμε κάτι για να μειώσουμε τις εκροές υγραερίων. (…) Όμως λογική δεν υπάρχει στον κόσμο μας σήμερα. Αντίθετα, η αντι-περιβαλλοντική κυβέρνηση της Αυστραλίας εμφανίζεται εντελώς ασυγκίνητη καθώς οι χειρότεροί μας εφιάλτες για το μέλλον του πλανήτη γίνονται πραγματικότητα. Την ίδια στιγμή, τα αντι-περιβαλλοντικά μίντια, ιδίως αυτά που υπάγονται στην εκδοτική αυτοκρατορία του Ρούπερτ Μέρντοκ, έχουν επιδοθεί σε μια συντονισμένη και καθολική εκστρατεία παραπληροφόρησης, προσπαθώντας να επιρρίψουν τις ευθύνες για τις φοβερές πυρκαγιές σε εμπρηστές και σε «greenies», όπως απαξιωτικά λένε τους οικολόγους, που δήθεν δεν αφήνουν την πυροσβεστική να κόψει αρκετά δέντρα για να δημιουργηθούν αντιπυρικές ζώνες» – Απόσπασμα από άρθρο στην New York Times του Πολ Κρούγκμαν.
 
  Στο ίδιο άρθρο, που έχει τίτλο «Η Αυστραλία μάς δείχνει τον δρόμο προς την κόλαση», ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος καθηγητής, 66, παρακαλεί τον αναγνώστη να μην παρασυρθεί και θεωρήσει την Αυστραλία εξαίρεση. Δεν είναι. Ο ίδιος βαθύς και παρτιζάνικος διχασμός καλά κρατεί και στην Αμερική, γράφει. Εκεί, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι συμφωνούσαν ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ήταν ήδη ορατές. Από τότε όμως, οι κομματικές διαχωριστικές γραμμές εξαφάνισαν την όποια συναίνεση. 
 
  Οι πρώτοι συνέχισαν να πιστεύουν ότι η εγκληματική μας αμέλεια απέναντι στα φαινόμενα της φύσης και του περιβάλλοντος, οδηγεί τον πλανήτη σε βέβαιη καταστροφή. Οι δεύτεροι δεν βλέπουν κανέναν περιβαλλοντικό κίνδυνο πουθενά, και θεωρούν γραφικούς όσους ανησυχούν. 
 
  Αυτός ο άθλιος κομματισμός, που λίγο ώς πολύ υπάρχει και στη δική μας χώρα, τυφλώνει τους πολίτες και δηλητηριάζει όλη την κοινωνία. Ένας εγωιστικός προστατευτισμός μας απομονώνει από τον υπόλοιπο, οικείο μας χώρο, και μας μετατρέπει σε οπαδικές αγέλες, κάθε μία από τις οποίες φροντίζει να διαφυλάττει και να υπηρετεί μόνο τα δικά της συμφέροντα. 
 
  Αυτά τα ακραία φαινόμενα δεν έπρεπε να υπάρχουν στην εποχή που η επιστήμη έχει κάνει τόσα πολλά και τόσο σημαντικά πράγματα. Κάποτε, δεν ξέραμε καλά-καλά τα αίτια πολλών προβλημάτων που υπήρχαν στη ζωή μας: στην υγεία, στη διατροφή, στην αγροτική ανάπτυξη, στις μεταφορές, για τη φτώχεια, την ασφάλεια, και τόσα πολλά ακόμη. 
 
  Τώρα που αρκετά από αυτά έχουν απαντηθεί, και λύσεις έχουν βρεθεί για τα περισσότερα, πώς είναι δυνατόν να κλείνουμε τα μάτια στο κοινό συμφέρον και να υπηρετούμε τυφλά το ατομικό;
 
  Πώς είναι δυνατόν π.χ., σε μια μεγάλη οικονομική κρίση στη χώρα σου, εσύ που μπορείς να άντεξες πιο εύκολα τις επιπτώσεις της να μην καταλαβαίνεις ότι το να ζεις δίπλα σε κάποιον που υποφέρει να ταΐσει τον εαυτό του και την οικογένειά του, όσο κι αν εσύ έχεις περιφράξει την έπαυλη και τον εαυτό σου από τον υπόλοιπο κόσμο, είναι λάθος, είναι ανωμαλία της φύσης και της ανθρώπινης ύπαρξης;
 
  Πώς μπορεί να ξεγελιέσαι ότι τα αγαθά του πλανήτη ανήκουν μόνο σε εκείνους που νομίζουν ότι μπορούν να εξαγοράσουν ακόμα και εκείνα που είναι υπό εξαφάνιση;
 
  Εκδηλώνοντας πια τα συμπτώματά του από την περιβαλλοντική καταστροφή που εμείς έχουμε προκαλέσει, ο Πλανήτης μας δείχνει ολοκάθαρα ότι προστατευμένες χώρες, περιοχές, πόλεις, συνοικίες και γειτονιές, πλέον δεν υπάρχουν. Είναι αστείο να νομίζεις ότι και η φύση υπακούει στους νόμους της αγοράς. Όχι, κύριε!
 
  Όσα κλιματιστικά κι αν έχεις μες στο σπίτι σου, όσα ζαρζαβατικά κι αν καλλιεργείς στην αυλή σου, όσα νοσοκομεία κι αν φτιάχνεις για να σε περιθάλπουν, όσες εκκλησίες κι αν κτίζεις για να σώσεις την ψυχή σου, όταν λιώσουν όλοι οι πάγοι, όταν μεγαλώσει κι άλλο η τρύπα του όζοντος, όταν θα καεί μια ολόκληρη ήπειρος, δεν θα έχει μείνει πια κανείς να πάρει μέρισμα από τον πλούτο της απάθειάς σου!
 
  Υστερόγραφο ολέθρου: Μέχρι στιγμής έχουν καεί περίπου 12 εκατομμύρια εκτάρια γης με βλάστηση –πυκνή και αραιή. Εκατοντάδες σπίτια έχουν καεί ολωσδιόλου, περισσότεροι από 140 χιλιάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να εκκενώσουν τις εστίες τους και να μεταφερθούν αλλού, περίπου 25 έχασαν τη ζωή τους. 
(*) Ο τίτλος, δανεισμένος από το ομότιτλο βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ, στο οποίο θα αναφερθώ πιο εκτενώς στην αυριανή στήλη.