Στις 20 Αυγούστου πέθαναν πέντε άνθρωποι από κορωνοϊό. Στις 21 Αυγούστου πέθαναν άλλοι δύο. Στις 22 Αυγούστου άλλοι έξι. Στις 23 άλλος ένας. Στις 24 άλλοι δύο. Στις 25 δεν πέθανε κανένας, αλλά στις 26 πέθαναν άλλοι πέντε και στις 27 άλλοι έξι. Στις 28 πέθανε ένας άνθρωπος και στις 30 άλλοι δύο. Στις 31 Αυγούστου πέθαναν άλλοι δύο, την πρώτη του Σεπτέμβρη άλλοι τέσσερις και στις 2 άλλος ένας. Ανάμεσά τους ηλικιωμένοι, αλλά και νέοι άνθρωποι, χωρίς άλλα προβλήματα υγείας, χωρίς εξασθενημένους οργανισμούς. Κάποιοι από αυτούς και αντιεμβολιαστές, αυτοαποκαλούμενοι αρνητές, οι δύο και με πλαστά πιστοποιητικά από γιατρό ότι ήταν εμβολιασμένοι, ενώ δεν ήταν. Λες και προσπαθείς να ξεγελάσεις την ασθένεια ή και τον θάνατο με ψεύτικα χαρτιά. Λες και έμεινες κολλημένος στην επαναστατική εφηβεία κι είσαι σίγουρος ότι εσύ είσαι άτρωτος. Όλοι μπορεί να ασθενήσουν, αλλά όχι εσύ. Όλοι μπορεί να πεθάνουν, αλλά εσύ είσαι αθάνατος.

Και δεν είναι τόσο η απόρριψη του εμβολίου, είναι που δεν πιστεύεις ότι αυτή η ασθένεια μπορεί να σκοτώσει. Ας σου λένε ότι ήδη σκότωσε πάνω από τέσσερα εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη και πάνω από πεντακόσιους στο μικρό νησί σου. Εσύ δεν το πιστεύεις. Είναι όλοι ψεύτες, έχουν άλλους σκοπούς. Δεν τους ξέρεις τους άλλους σκοπούς ή πάντως, δεν στέκουν στη λογική οι υποψίες σου, αλλά δεν έχει σημασία. Είσαι σίγουρος ότι κάτι άλλο συμβαίνει. Σκοπιμότητες. Συνωμοσίες. Σχέδια κάποιας μυστήριας δύναμης. Σχέδια να εξοντώσουν τους ανθρώπους για να επικρατήσει στον πλανήτη το σκότος και ο έξαποδω.

Κάθε μέρα ανακοινώνονται οι θάνατοι, μήνες και μήνες, σαν να είναι πλέον μια συνηθισμένη διαδικασία, που δεν έχεις πια διάθεση να παρακολουθείς. Δεν είναι θέμα διάθεσης, όμως. Άνθρωποι είναι που πεθαίνουν. Συγγενείς σου ίσως, φίλοι σου ίσως, γείτονες σου και πάντως δεν είναι αριθμοί. 3, 4, 5 κάθε μέρα. Άνθρωποι με ονόματα, με δουλειές, με ψυχή, με όνειρα, που μόλις λίγες μέρες χρειάστηκε η ασθένεια για να σβήσει τη ζωή τους. Και άφησαν πίσω τους ανθρώπους να υποφέρουν. Άφησαν πίσω τους πόνο αβάστακτο.

«Κατασκευασμένη ασθένεια», την είπε ο δεσπότης, ο Μόρφου Νεόφυτος. Αλλά, κι αν είναι κατασκευασμένη, δεν είναι ασθένεια; Ασθένεια είναι. Ανελέητη. Βασανίζει ανθρώπους. Σκοτώνει ανθρώπους. Ακόμα κι αν προέρχεται από μια αξεδιάλυτη συνωμοσία, όταν βλέπεις να υποφέρουν άνθρωποι από αυτήν δεν μπορείς, δεσπότη μου, να την λες «κορωνοϊούλη» για να την υποβαθμίζεις. Κραυγαλέα αλαζονεία είναι, δεσπότη μου. Δεν σε βοήθησε η Παναγία να «πέσει η μύτη σου», όπως ο ίδιος είπες. Δεν έπεσε καθόλου. Λες, «τι ωραία ασθένεια, απλά ταπεινώνει». Αλλά, γύρω σου πεθαίνουν άνθρωποι και ξεκληρίζονται οικογένειες. Πού είναι η συμπόνια σου και η ταπεινότητά σου; Πού είναι ο καλός σου λόγος προς αυτούς που υποφέρουν;

Είδε, λέει, μέσα του αλαζονεία και παρακάλεσε την Παναγία να τον ταπεινώσει. «Παρά να είμαι ένας φαντασμένος, υγιής, καλύτερα ένας ταπεινωμένος και ασθενής». Και για αυτό ζήτησε από την Παναγία να του δώσει «έναν κορωνοϊούλη». Εντάξει, τον πέρασε ήπια, «σαν να μου έδωσε άδεια η Παναγία να κάτσω να ξεκουραστώ». Κι όλοι οι άλλοι; Χιλιάδες πέρασαν ήπια την ασθένεια. Αλλά και χιλιάδες άλλοι βασανίστηκαν και βασανίζονται ακόμα στις εντατικές. Άλλοι επιβιώνουν, άλλοι όχι. Δεν είναι αλαζονεία να πιστεύεις, δεσπότη μου, ότι εσένα σε βοήθησε η Παναγία, αλλά χιλιάδες άλλους τους εγκατέλειψε; Είναι όλοι αμαρτωλοί; Παιδιά του Σατανά; Κι αν είναι, θέλει η Παναγία να τους κάνει να υποφέρουν, να τους τιμωρήσει; Η Παναγία είναι αγνή αγάπη, δεν τιμωρεί, λέει η θρησκεία μας.

Είναι το μυαλό μας το πρόβλημα, τίποτε άλλο. Το μυαλό που μας έδωσε ο Θεός για να πορευόμαστε στην κοσμική ζωή μας. Αν δεν το αξιοποιούμε ολόκληρο, κακό του κεφαλιού μας, αλλά να μην μπερδεύουμε και την Παναγία στις φαντασίες μας.