Οι εξελίξεις γύρω από τα υπό κατασκευή εμβόλια κατά του κορωνοϊού τρέχουν. Χθες, ημέρα κατά την οποία δύο εταιρείες, οι Biontech/Pfizer και Moderna, υπέβαλαν τις αιτήσεις τους για αδειοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, το υπουργείο Υγείας της Κύπρου προχώρησε σε ενημέρωση των πολιτών για τις διαδικασίες που προωθούνται από κυπριακής πλευράς τόσο σε  ό,τι αφορά την εξασφάλιση εμβολίων όσο και σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό, βάσει του οποίου θα γίνουν οι εμβολιασμοί στον κυπριακό πληθυσμό. 

Η Κύπρος, όπως εξήγησε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου η καθηγήτρια Ζωή – Δωροθέα Πανά, έχει προχωρήσει, μέσω των κεντρικών διαδικασιών της αρμόδιας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε παραγγελία 1.192.043 δόσεων από την εταιρεία Astra-Zeneca με την ποσότητα να παραλαμβάνεται σταδιακά από το τέταρτο τρίμηνο του 2020 μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2022. Επιπρόσθετα, παραγγέλθηκαν 200.000 δόσεις, από την εταιρεία «JJ (Janssen)» με την ποσότητα να παραλαμβάνεται σταδιακά από το δεύτερο μέχρι το τέταρτο τρίμηνο του 2021, και 391.637 δόσεις από την εταιρεία Biontech/Pfizer οι οποίες θα αρχίσουν να παραλαμβάνονται από το τέλος του 2020 μέχρι και το τρίτο τρίμηνο του 2021.  

«Οι ποσότητες αυτές», όπως είπε η κ. Πανά, «έχουν καθοριστεί μέσω της κεντρικής ευρωπαϊκής διαδικασίας και σε τελικό στάδιο βρίσκεται ο καθορισμός επιπρόσθετων ποσοτήτων από τις εταιρείες Cyrevac και Moderna, ενώ για την εταιρεία Sanofi & Glaxo δεν έχουν ακόμα οριστεί οι δόσεις εμβολίων που αντιστοιχούν σε κάθε κράτος-μέλος».

Σε ό,τι αφορά τη συντήρηση των εμβολίων, η κ. Πανά ανέφερε επίσης ότι γίνεται προετοιμασία «και το υπουργείο Υγείας προχώρησε στην παραγγελία του απαραίτητου εξοπλισμού» ενώ εξήγησε ότι, «στην πλειονότητα των εμβολίων, τα δεδομένα που δίνουν οι εταιρείες λένε ότι αποτελούνται από δύο δόσεις (με εξαίρεση μια εταιρεία)». 

Περαιτέρω, σε κάθε χώρα της ΕΕ, έχουν δοθεί στα μέσα Οκτωβρίου «οδηγίες σχετικά με κάποιους πυλώνες που πρέπει να διασφαλιστούν και αυτοί οι πυλώνες είναι η προτεραιοποίηση των ομάδων, η εξασφάλιση δομών και υποδομών, η καταγραφή και παρακολούθηση των εμβολίων». Επίσης, «έχουν δοθεί οδηγίες για τον καταρτισμό σχεδιασμού και σε αυτή την προσπάθεια έχει συμβάλει στην έκδοση ενός εγγράφου, δίνοντας τις ομάδες του πληθυσμού στις οποίες πρέπει να δοθεί προτεραιότητα και η επιστημονική επιτροπή». 

Προτεραιότητα στον εμβολιασμό 

  • Επαγγελματίες υγείας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
  • Ενήλικες με μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρή νόσηση με έμφαση στα άτομα άνω των 65 ετών που διαμένουν σε μονάδες χρόνιας φροντίδας, άτομα με σοβαρά καρδιολογικά νοσήματα, σακχαρώδη διαβήτη, χρόνια νοσήματα πνευμόνων, παχυσαρκία, χρόνια νεφρική νόσο, καρκίνο (έως και 6 μήνες μετά το τέλος της θεραπείας), νοσήματα που προκαλούν σοβαρή ανοσοκαταστολή, αιμοσφαιρινοπάθειες. 
  • Εργαζόμενοι πρώτης γραμμής όπως στρατιωτικοί, στρατεύσιμοι, μέλη της Αστυνομίας και των δυνάμεων ασφαλείας, εργαζόμενοι στα Σώματα προστασίας του πολίτη, πρώτοι ανταποκριτές/εργαζόμενοι πρώτης γραμμής, οδηγοί μέσων μαζικής μεταφοράς, εργαζόμενοι στην καθαριότητα, σε οίκους ευγηρίας και ιδρύματα χρονίως πασχόντων, εργαζόμενοι σε κλειστές δομές όπως φυλακές, στρατόπεδα, μετανάστες, εργαζόμενοι στην αλυσίδα τροφίμων. 

Ενημέρωση μόνο από επίσημες πηγές 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου όσο η κ. Πανά όσο και οι καθηγητές Κωνσταντίνος Τσιούτης και Γιώργος Νικολόπουλος, οι οποίοι ήταν παρόντες, τόνισαν ότι «οι πολίτες πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί όταν ενημερώνονται για θέματα που αφορούν στην πανδημία».

Σε ερώτηση για τις φήμες που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο και κάνουν λόγο για «παρέμβαση» του εμβολίου στο ανθρώπινο DNA, ο κ. Τσιούτης χαρακτήρισε τους ισχυρισμούς αυτούς «αστείους», ενώ η κ. Πανά εξήγησε ότι «οι κατηγορίες των τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται για τα εμβόλια είναι τρεις. Η μια αφορά στην ομάδα της «πρωτεΐνης S», η οποία βοηθά το ανοσιακό σύστημα να «ξυπνήσει». Η δεύτερη αφορά στον «φορέα», είναι δηλαδή ένα νανοσωματίδιο, το οποίο ομοιάζει πάρα πολύ με τον κορωνοϊό, άρα «ξεγελά» το ανοσιακό σύστημα, και «η τρίτη αφορά αυτό που έχει να κάνει με το MRNA, το οποίο και πάλι ξυπνά τον οργανισμό. Δεν είναι γενετικό υλικό το οποίο μπορεί να αντιγραφεί και δεν φαίνεται ότι παρεμβαίνει σε κυτταρικό επίπεδο και σε μηχανισμούς, ώστε να δημιουργήσει πρόβλημα στον οργανισμό».