Ο Χρυσόστομος Ρουσής, M.Ed. (πρώην γυμνασιάρχης) καταγράφει ξένες λέξεις, που ακούμε και διαβάζουμε, για κατανόηση και σωστή χρήση.

Είναι σημαντικό να μιλάμε και να γράφουμε σωστά, γιατί η γλώσσα, περισσότερο από εργαλείο επικοινωνίας, είναι και τρόπος σκέψης. Κάθε ποιότητα γλώσσας είναι ποιότητα σκέψης και ποιότητα βίωσης του κόσμου. Το να προσέξω αυτό που λέω ή που γράφω (επιλογή των κατάλληλων λέξεων, σωστή έκφραση) σημαίνει να προσέξω τη σκέψη μου να τη διατυπώσω όσο γίνεται πιο καλά. (Γ. Μπαμπινιώτης, Λευκωσία 2020),
Αποφεύγουμε ξένες λέξεις και εκφράσεις, όταν υπάρχουν αντίστοιχες ελληνικές. Όμως, αρκετές λέξεις έχουν ενσωματωθεί στο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής και δεν είναι πάντα εύκολο να τις αποφύγουμε. Ακολουθούν, κατά αλφαβητική σειρά, ξένες λέξεις, που ακούμε και διαβάζουμε, για κατανόηση και σωστή χρήση:
Μποϊκοτάζ (αγγλική boycott) = μποϊκοτάρισμα, εμπορικός αποκλεισμός – «Το φαινόμενο τού μποϋκοτάζ αποτελεί μορφή συλλογικής  δράσης» – «επιβολή μποϊκοτάζ στα  αγγλικά προϊόντα κατά τον απελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων» – Μπούλινγκ (αγγλική bullying) = (σχολικός) εκφοβισμός,  η εκφοβιστική συμπεριφορά  προς κάποιον που διαφέρει από τον θύτη   –  «Τρία στα δέκα Ελληνόπουλα είναι θύματα ή θύτες μπούλινγκ»
Μπούμερανγκ (αγγλική boomerang) χρησιμοποιείται κυρίως ως σπορ και για διασκέδαση. Στη φράση «κάτι γυρίζει μπούμερανγκ» σημαίνει ότι κάποιος δέχεται τις συνέπειες των πράξεών του, ενώ υπολόγιζε ότι θα βγει και κερδισμένος.
Μπουρλότο = η πυρπόληση – «μου έβαλε μπουρλότο» = με έκανε να θυμώσω πολύ – «γίνομαι μπουρλότο = γίνομαι έξαλλος από θυμό – «μπουρλότο στις τιμές των λαχανικών»
Μπουτίκ (γαλλική boutique) = μικρό κατάστημα που πουλάει ρούχα της μόδας – Μποφόρ (Beaufort Wind Force Scale) = Kλίμακα Έντασης Ανέμου – «ισχυροί άνεμοι 8 μποφόρ»
Μπράουζερ = περιηγητής ιστού (αγγλική web browser) = φυλλομετρητής ιστοσελίδων – Νιρβάνα (αγγλ. nirvana) = η απάθεια και η αδιαφορία κάποιου για όσα συμβαίνουν γύρω του (Μπαμπινώτης) «πολλοί Κύπριοι ζουν στη νιρβάνα» – Ντεκολτέ (γαλλική décolleté) = ένδυμα που αποκαλύπτει μέρος του στήθους ή και τους ώμους – «ντεκολτέ φόρεμα»
Ντεκόρ (γαλλική décor) = διάκοσμος – «ντεκόρ σπιτιού» (ντεκορατέρ = διακοσμητής) Ντελίβερι (αγγλική delivery) = η μεταφορά φαγητού από το εστιατόριο μέχρι το σπίτι του καταναλωτή – Ντεμοντέ (γαλλική démodé) = ξεπερασμένος, πεπαλαιωμένος, παλιομοδίτικος # μοντέρνος (φόρεμα, ιδέες) – «ντύνεται ντεμοντέ» – «έχει ντεμοντέ αντιλήψεις» – «Δε συμφωνούμε ποτέ, γιατί οι αντιλήψεις του είναι ντεμοντέ».
Ντέρμπι (αγγλική derby) = έντονος ανταγωνισμός μεταξύ αθλητικών ομάδων ή αθλητών – «το ντέρμπι ανάμεσα στον ΠΑΟΚ και τον Ολυμπιακό είναι αθλητική αναμέτρηση» – Ντιζάϊν (αγγλική design) = το σχέδιο κατασκευής ενός αντικειμένου – «θέματα σχεδίασης/ντιζάιν» «μοντέρνο ντιζάιν»  – «είδη επίπλωσης και σχεδιασμού (ντιζάιν) για εσωτερικούς χώρους».

Βιβλιογραφικές πηγές
Αγγλοελληνικό Λεξικό Word Reference.com
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό για το Σχολείο & το Γραφείο
Λεξικό Τριανταφυλλίδη – Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα