«Κορούδες ξυπνάτε, εν’ ώρα» μας φώναζε γλυκά η μητέρα, ενώ  κτυπούσαν οι καμπάνες καλώντας μας στην Ανάσταση. Έπρεπε οπωσδήποτε να κοιμηθούμε πριν «για να αντέξουμε», κι εμείς ξαπλώναμε ντυμένες, με τα καλά λαμπριάτικά μας ρούχα. Από βρεφική ηλικία ήμασταν όπως και τα περισσότερα παιδιά, παρούσες στο θαύμα της Ανάστασης, γι αυτό και στο συλλογικό ασυνείδητο του κάθε Έλληνα, το Μεγάλο Σάββατο, χαράχτηκε ως «Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!»
Βάζαμε το παλτουδάκι μας, έκανε κρύο ακόμη στο χωριό, όπου ανεβαίναμε για το Πάσχα και μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, με τις λευκές μας λαμπάδες σαν σε όνειρο, ανηφορίζαμε προς την εκκλησία για την Ανάσταση. Με το φως και τη μυρωδιά της λαμπρατζιάς και της ανοιξιάτικης φύσης. Όλο το χωριό μοσχοβολούσε «βασιλικό κι ασβέστη» μαστίχα, μέχλεπιν και κανέλα, από τους πυρωμένους φούρνους, τις φλαούνες και τα κουλούρια. Τα δικά μας ήταν σαν καλαθάκι και μας τα έφτιαχνε η γιαγιά Στασού, βάζοντάς μας και ένα κόκκινο αυγό απάνω. 
Το ίδιο πρωινό μας είχαν πάρει εκκλησία οι γιαγιάδες, στην Πρώτη Ανάσταση, όπου έπεφταν τα μαύρα και φανερώνονταν οι οικείες μορφές της Παναγίας και των Αγίων. Κάτω από βροχή με μυρσίνια και δάφνες, συντελείτο το θαύμα της Ανάστασης, ο μεγάλος σεισμός, όπου οι πιστοί κτυπούσαν τους σκάμνους ενώ αρμένιζαν από πάνω μας οι πολυέλαιοι του ναού. Στα μάτια των γιαγιάδων, κυλούσαν δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης, σβήνοντας τη λύπη των προηγούμενων ημερών. 
Η Μεγάλη Εβδομάδα περνά φέτος, με αλλιώτικους, πρωτόγνωρους σε όλους μας ρυθμούς και συναισθήματα. Αντί να κάνουμε Πάσχα στα χωριά ή στην εξοχή, μένουμε κλεισμένοι στα σπίτια μας, στην ησυχία της πόλης, χωρίς κορναρίσματα αυτοκινήτων, με τις καφετέριες και τα μαγαζιά κλειστά. Πάει ευτυχώς και η αχρείαστη καταναλωτική μανία αλλοτινών ημερών. 
Με σκοτεινούς ναούς που δεν αναβλύζουν μελωδίες και φως, παρακολουθούμε τα Πάθη και τη Σταύρωση από τηλεοράσεις και ραδιόφωνα. Χωρίς την περιφορά του Επιταφίου, το Γλυκύ μου Έαρ, τις μυροφόρες στις γειτονιές, να μας ραίνουν ανθόνερο με τις μερρέχες τους. Ναι, θα μας λείψει το μεγαλείο της πρώτης Ανάστασης και το Άγιο Φως τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου, το πασχαλινό τραπέζι με συγγενείς και φίλους και οι σούβλες που γυρίζουν. 
Αυτό το Πάσχα έστω και αν αναγκαστικά κλεινόμαστε σπίτι, απέχοντας από τις ιεροτελεστίες της άνοιξης και της Ανάστασης, η φύση και ο άνθρωπος, θα αναγεννηθούν και πάλι. Μέσα από το σκοτάδι του τάφου, την οδύνη, την ταπείνωση και την ταπεινότητα, με την Ανάσταση ανακτούμε μια δεύτερη ζωή, ίσως πιο αληθινή και ουσιαστική από αυτή που ζούσαμε μέχρι πρότινος. Ένας ιός ξαπλώθηκε στον πλανήτη από τη μακρινή Κίνα, σπέρνοντας τον φόβο, αλλά δείχνοντάς μας και ένα νέο δρόμο, πώς να φτάνουμε σε πληρότητα με λίγα ή ακόμη και με ελάχιστα.
Η Ζακλίν ντε Ρομιγύ, μια αγαπημένη Γαλλίδα συγγραφέας, ένα ζεστό και υγρό Αύγουστο, ενώ μελετούσε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, με τις περσίδες κλειστές, έπεσε τυχαία στη φράση του Ευριπίδη «Ο Σιμόεις με τους ασημένιους του στροβίλους». Ένα ποτάμι που ενώ ο Ευριπίδης δεν είχε δει ποτέ, έμαθε γι αυτό από τον Όμηρο και τον Ησίοδο. Η συγγραφέας, ένιωσε ένα θαύμα να συντελείται μέσω του κειμένου του Ευριπίδη:
 «Ο Σιμόεις που διέσχιζε μια πεδιάδα της Τροίας, βρέθηκε άξαφνα στην πόλη, στο σπίτι, στο γραφείο μου, κυλούσε ακτινοβολώντας  κι εγώ ένιωσα τη δροσιά του: έβλεπα τις αντανακλασεις, τη γενναιοδωρία του… Μου είχε χαριστεί, μου δόθηκε με δυο λέξεις, σαν μια άμεση αποκάλυψη. Οι άνθρωποι έχουν εφεύρει τη γλώσσα που καταργεί τους φραγμούς του χώρου και του χρόνου… Με τη λογοτεχνία βλέπει κανείς μακρύτερα… διαρρηγνύει τα όρια που επιβάλλονται στον άνθρωπο…»
Φέτος, όπως κάθε Πάσχα, ξαναδιαβάζω τα Πασχαλινά διηγήματα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη μέσα από τα οποία ο αναγνώστης οσφραίνεται την ελληνική εξοχή, ακούει κελαϊδίσματα πουλιών, κελαρύσματα πηγών, μαζί με τα βελάσματα των νεογέννητων αρνιών και κατσικιών. Μαζί του μεταφέρομαι στη Σκιάθο, σε χωριά, σε βράχια και βίγλες που βρέχονται από το κύμα, σε απομονωμένα ξωκλήσια, περιβόλια και αμπέλια, στους αγρούς με τα σπαρτά που χρυσίζουν. Αυτό είναι το χάρισμα της λογοτεχνίας, να σε μεταφέρει όπου θες, ή ακόμη να αφήνει να διεισδύει στο σπίτι σου το μπλε του Αιγαίου και όλη η λαμπρότητα από το ελληνικό φως και το Άγιο Φως της Ανάστασης. 
Καλό Πάσχα εύχομαι με ανάταση ψυχής… ! 

[email protected]