Τρία πρόσωπα είχαν κατονομαστεί για τη δολοφονία του Δώρου Λοΐζου, που έγινε στις 30 Αυγούστου 1974. Τα ονόματα είχαν αναφερθεί στη διάρκεια συζήτησης στη Βουλή, στις 4 Μαρτίου 1976, από τον Πρόεδρο της ΕΔΕΚ, Βάσο Λυσσαρίδη, ο οποίος ήταν ο στόχος, εκείνο το πρωινό του Αυγούστου του 1974. Ποιο το αποτέλεσμα αυτής της καταγγελίας, που έγινε στο κοινοβούλιο; Κανένα! Τα πρόσωπα αυτά βρισκόντουσαν στον κατάλογο των υπόπτων, αλλά δεν είχαν προσαχθεί ποτέ ενώπιον του δικαστηρίου. Η Αστυνομία «αναπαύθηκε» στα άλλοθι τα οποία πρόβαλαν οι ύποπτοι, ενώ ήταν ξεκάθαρο πως οι συγκεκριμένοι ετύγχαναν προστασία από το παρακράτος, το οποίο ήλεγχε τότε το κράτος. 

Η δολοφονία έγινε πρωί, σε μια από τις πολυσύχναστες περιοχές της Λευκωσίας (στο ΟΧΙ) και μπροστά σε πολλούς μάρτυρες. Μια τουλάχιστον μάρτυρας κατονόμασε ένα από τους δράστες. Τίποτε δεν έγινε. 

Ο Βάσος Λυσσαρίδης, σε ομιλία του στην ολομέλεια της Βουλής, στις 4 Μαρτίου 1976, κατά τη συζήτηση του θέματος ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Το άλλοθι ενός υπόπτου στηρίχθηκε στη μαρτυρία του άλλου, που κατονόμασα ως ύποπτο. Και για άλλους δύο υπόπτους και πάλιν ο ίδιος υποψήφιος έδωσε μαρτυρία για το άλλοθί τους και η Αστυνομία εδέχθη. Ο ένας ύποπτος να στηρίξει το άλλοθι του άλλου υπόπτου! Κάποιος άλλος ύποπτος ισχυρίσθηκε πως ήταν άρρωστος στο χωριό του και παρουσίασε σαν μάρτυρες τους συγγενείς του την ημέρα της δολοφονίας. Υπήρξε σαφής μαρτυρία από άλλους ότι την ίδια ημέρα της δολοφονίας βρισκόταν στη Λευκωσία. Τι έκανε η Αστυνομία; Τον συνέλαβε; Όχι. Πήρε νέα κατάθεση από τον ύποπτο που είπε ότι λυπάται γιατί έκανε λάθος και παραδέχθηκε ότι βρισκόταν στη Λευκωσία. Και οι μαρτυρίες των συγγενών πως ήταν άρρωστος στο χωριό του; Μικρολεπτομέρειες για τους αρμοδίους. Ο ύποπτος δεν ξαναενοχλήθηκε. 

Για κάποιον υπάρχει σαφής μαρτυρία ότι εθεάθη να παραλαμβάνει όπλο στην περιοχή του εγκλήματος και την ώρα του εγκλήματος, τον Γ. Π. Τι έγινε; Είπαν: «Μια και δεν βρήκαμε το όπλο πώς μπορούμε να τον συνδέσουμε  με το έγκλημα»; Έτσι ο οπλοφόρος που θεάθηκε με όπλο αμέσως μετά το έγκλημα στον τόπο του εγκλήματος δεν συνελήφθη παρά για λίγες ώρες…. Μια και ήταν στρατιωτικός τού εζητήθη να δείξει το όπλο του, το οποίον του είχε παραδώσει το κράτος. Θα μπορούσε να ερευνηθεί εάν οι κάλυκες είχαν σχέση με το όπλο του. Ο ύποπτος έχει χάσει το όπλο του και εγώ διερωτώμαι πότε ο λαός θα χάσει την ψυχραιμία του. Η μαρτυρία για την ενοχή του δόθηκε τρεις ημέρες μετά την απόλυσή του. Και ο Δικαστής σημειώνει: «Και όμως ουδεμία ενέργεια εκ μέρους της Αστυνομίας εγένετο σχετικά με τον Π.». Και περαιτέρω ερωτά: «Διατί ο διευθύνων εξεταστής δεν έλαβε γνώσιν της καταθέσεως, δεν γνωρίζω, ουδεμία εξήγησις μου εδόθη». Κάποιος άλλος φίλος του Π., κάποιος Φ. Δ., για τον οποίον υπήρχαν σαφέστατες και πάλιν υποψίες, δεν συνελήφθη και υπάρχει έκθεση ανώτατου στελέχους της Αστυνομίας εκ των υστέρων, η οποία ψέγει την Αστυνομία διότι πρώτο δεν εζητήθη η κράτηση Π., δεύτερο διότι, δεν συνελήφθη και δεν κρατήθηκε ο Φ. Δ. και τρίτο διότι δεν κρατήθηκε κάποιος άλλος, ο Α. Χ., για τον οποίο σύμφωνα και πάλιν με την άποψη αυτού του ανώτατου στελέχους υπήρχαν και πάλιν αρκετές ενδείξεις τουλάχιστον για σύλληψη. Όταν δε έδωσε άλλοθι ο Χ., το άλλοθι του εξετάζετο ενώ ήταν ελεύθερος. Λες και επρόκειτο για μια μικροδιάρρηξη ή για μια μικροκλοπή. Αλλά και τότε ακόμα, όπως ξέρουν οι νομικοί, το άλλοθι εξετάζεται αφού συλληφθεί ο ύποπτος για να μην επηρεάσει οποιονδήποτε για το άλλοθι.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Τελευταία εδόθη νέα ένδειξη για κάποιους που δυνατόν να είχαν γνώση του εγκλήματος. Προσπάθησα να πληροφορηθώ πώς χειρίζονται οι αρμόδιοι την πληροφορία αλλά φαίνεται πως είναι δύσκολο να πληροφορηθεί κανείς οτιδήποτε σχετικά με αυτήν την υπόθεση. Είναι βαθιές φαίνεται οι ρίζες των υπευθύνων για το έγκλημα. Αξίζει άραγε να αναφέρω ότι στέλεχος της Αστυνομίας στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες μου προηγουμένως εθεάθη με κλοπιμαία από το σπίτι μου που λεηλατήθηκε; Και πως το ίδιο άτομο ήταν γνωστό για ιδιαίτερες σχέσεις με κάποια πρεσβεία που χρηματοδοτούσε ύποπτες δραστηριότητες στην περίοδο του Γεωρκάτζη, την Αμερικανική πρεσβεία και την ΣΙΑ»

Η αδυναμία και εν πολλοίς απροθυμία του κράτους να διαλευκάνει τη δολοφονία φαίνεται και από τις παλινωδίες των αρμόδιων υπηρεσιών. 

Πηγές που θέλουν να κρατήσουν την ανωνυμία τους αλλά εκ της θέσεως τους γνώριζαν τότε πολλά, υποστηρίζουν πως η δολοφονία έγινε από ανθρώπους που είχαν σχέση με την Αστυνομία. Μια εκτίμηση, που διατυπώνεται με βάση και πληροφόρηση που είχε τεθεί ενώπιον της ίδιας πηγής είναι πως ο δολοφόνος του Δώρου Λοΐζου ενδεχομένως να είχε σχέση με εκείνους που εμπλέκονταν στη δολοφονία του Αμερικανού πρεσβευτή στη Λευκωσία, Ρότζερς Ντέιβις, ο οποίος σκοτώθηκε στις 19 Αυγούστου 1974. 

Η δολοφονία του Δώρου παραμένει ανεξιχνίαστη κι αυτό γιατί το κράτος δεν ήθελε να προχωρήσει η έρευνα. Οι δολοφόνοι κυκλοφορούν ελεύθεροι και ατιμώρητοι.   

⦁    Το γεγονός ότι αποφεύγονται αναφορές σε ονόματα, τούτο γίνεται κατόπιν νομικής συμβουλής. Μπορεί να έχουν κατονομαστεί αλλά από τη στιγμή, που δεν προσήχθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν μπορούν τα ονόματα αυτά να δημοσιευθούν. 

Οι γνωματεύσεις, οι πειθαρχικές ευθύνες και το βήμα σημειωτόν

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή των Αντιπροσώπων, για τη δολοφονία του Δώρου Λοΐζου,  τον Ιούνιο του 1977 προκύπτουν μεταξύ άλλων τα εξής, με βάση τα επίσημα πρακτικά:

Πρώτο, σε νέα γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, 2 Μαρτίου 1977, στην οποία γινόταν αναφορά σε πειθαρχικές ευθύνες. Μετά από αυτό ο υπουργός Εσωτερικών και ο Αρχηγός της Αστυνομίας προχώρησαν δυο μέρες μετά -στις 4 Μαρτίου- στον διορισμό ερευνώντα λειτουργού και Αρμόδιας Επιτροπής για εκδίκαση των καταγγελιών. Από τις 9 Ιουνίου διορίσθηκε το Πειθαρχικό Συμβούλιο και ο Γενικός Εισαγγελέας ετοίμαζε το κατηγορητήριο. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών, Χριστόδουλος Βενιαμίν, αντικρούοντας τις κατηγορίες που περιέχονταν στην έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικών για τυχόν ευθύνες του, απέστειλε επιστολή, ημερομηνίας 17 Ιουνίου 1977, στην οποία αναφέρονταν τα εξής: 

«Εις την έκθεση η οποία υπεβλήθη στο Σώμα υπό της Επιτροπής Εσωτερικών και Αμύνης, επί του θέματος της δολοφονίας του Δώρου Λοΐζου, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι τα υπό της Αστυνομίας τεθέντα αρχικώς ενώπιον του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέως στοιχεία ήσαν μάλλον παραπλανητικά και απεσκόπουν εις την κάλυψιν της προσπάθειας δι’ επιβολήν οιωνδήποτε πειθαρχικών κυρώσεων. Επιθυμώ να πληροφορήσω υμάς ότι ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα ετέθησαν εξ υπαρχής άπαντα τα εις χείρας της Αστυνομίας στοιχεία και ουδέν επιπρόσθετο ή νεότερο στοιχείο ετέθη ενώπιον του εις μεταγενέστερο στάδιον. Λυπούμαι όθεν να παρατηρήσω ότι το ανωτέρω συμπέρασμα της Επιτροπής φαίνεται να είναι μάλλον αυθαίρετον».

Είναι σαφές πως όχι μόνο στην περίοδο αμέσως μετά τη δολοφονία, αλλά και αργότερα, τρία χρόνια μετά, η προσέγγιση δεν άλλαξε. Κάποιοι δεν ήθελαν να διαλευκανθεί η υπόθεση, να μην υπάρξει τιμωρία. 

⦁    Στοιχεία από το βιβλίο: Κώστας Βενιζέλος  «Δώρος Λοΐζου οι δολοφόνοι κυκλοφορούν ελεύθεροι» των εκδόσεων  Hippasus

ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Οι δολοφόνοι κυκλοφορούν ελεύθεροι

Η δολοφονία του Δώρου Λοΐζου, ενός νέου 30 χρονών, αγωνιστή, διανοούμενου, έγινε ενώ οι πληγές της τουρκικής εισβολής, της τραγωδίας, της καταστροφής  ήταν ακόμη νωπές. Οι δράστες σε εντεταλμένη υπηρεσία ήθελαν να αποτελειώσουν την αποστολή τους. Να προκαλέσουν αναταραχή στο εσωτερικό, ενώ ο εχθρός ήταν εντός των πυλών. Σαράντα οκτώ χρόνια μετά, η υπόθεση της δολοφονίας παραμένει ανοικτή. Τα εγκλήματα, οι δολοφονίες δεν παραγράφονται. Οι αρμόδιοι δηλώνουν πως δεν φαίνεται να υπάρχουν νέα στοιχεία, τα οποία να δικαιολογούν έρευνες. Να ξανανοίξει, δηλαδή, η υπόθεση. Είναι, όπως αναφέρεται, αρμοδίως σημαντικός παράγοντας και ο χρόνος που παρήλθε. Σαράντα οκτώ χρόνια μετά… Μάρτυρες έχουν πεθάνει, πιθανοί ένοχοι ενδεχομένως να μην βρίσκονται εν ζωή. Αυτό τι σημαίνει; Οι δολοφόνοι κυκλοφορούν ελεύθεροι. Κι αυτοί που πάτησαν τη σκανδάλη και εκείνοι που έδωσαν τις εντολές.