Αξιοποιήσιμο για τον Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να αποδειχθεί το βομβιστικό χτύπημα στην καρδιά της Κωνσταντινούπολης.

Η επίθεση παρέχει τη χρυσή ευκαιρία στον Τούρκο Πρόεδρο, προκειμένου να κτίσει την προεκλογική του εκστρατεία γύρω από το θέμα της ασφάλειας, να αξιοποιήσει το κτύπημα για μια στρατιωτική επέμβαση στη Συρία και να στρέψει παράλληλα την κοινή γνώμη μακριά από τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα και το μείζον ζήτημα του υψηλού πληθωρισμού, που ταλανίζει εδώ και καιρό τον τουρκικό λαό. 

Άλλωστε, από την πρώτη κιόλας στιγμή ο Τούρκος Πρόεδρος αντιμετώπισε το θέμα με όρους τρομοκρατίας. «Υπάρχει άρωμα τρομοκρατίας σ’ αυτή την υπόθεση. Οι πρώτες πληροφορίες μιλούν για μια γυναίκα που έπαιξε ρόλο στην υπόθεση», σημείωσε στις αρχικές του δηλώσεις του, ενώ λίγες ώρες αργότερα, οι Αρχές της χώρας συνέλαβαν μια γυναίκα από τη Συρία ως ύποπτη για την τοποθέτηση της βόμβας.

Συνομιλώντας για το ζήτημα με την Uzay Bulut, Τουρκάλα δημοσιογράφο και ερευνητική ακόλουθο στο Philos Project (έναν οργανισμό υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα τις ΗΠΑ), η οποία παρακολουθεί εδώ και χρόνια την τουρκική πραγματικότητα, μας ανέφερε ότι η τουρκική κυβέρνηση παρουσίασε μέσω των κρατικών και φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ ένα συγκεκριμένο αφήγημα, το οποίο αποσκοπεί στην προώθηση των τουρκικών στοχεύσεων.  

>Το επίσημο αφήγημα και η κάλυψη από τα ΜΜΕ

 Η Uzay Bulut επισήμανε αρχικά ότι «οι πρώτες αντιδράσεις της τουρκικής κυβέρνησης μετά τη φονική βομβιστική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη περιελάμβαναν την επιβολή απαγόρευσης στα ΜΜΕ να αναφέρονται στο περιστατικό, τη φίμωση των αντιπολιτευόμενων μέσων, τον περιορισμό της πρόσβασης του κοινού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τη δημιουργία του δικού της αφηγήματος για το κοινό».

Εξήγησε ότι «η κάλυψη των μέσων ενημέρωσης, σχετικά με την έκρηξη, περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα κρατικά μέσα ενημέρωσης και στα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, με βάση αναφορές κυβερνητικών αξιωματούχων, μετά από μια σειρά περιορισμών, που επέβαλαν οι αρχές». 

Παράλληλα ανέφερε ότι οι τουρκικές Αρχές κατηγορούν τις κουρδικές ομάδες –το PKK και το YPG– για την έκρηξη στην Κωνσταντινούπολη, ωστόσο όπως σημείωσε, «αυτές οι δύο ομάδες έχουν αρνηθεί κατηγορηματικά ότι εμπλέκονται στην επίθεση». Επιπλέον, συμπλήρωσε ότι «παρόμοιες βομβιστικές επιθέσεις σημειώθηκαν πριν από τις εκλογές το 2015, στις οποίες οι δράστες των επιθέσεων δεν ήταν Κούρδοι». Και τόνισε ότι «καθώς πλησιάζουν οι εθνικές εκλογές του 2023, πολλοί υποστηρικτές της αντιπολίτευσης έχουν αμφισβητήσει το αφήγημα της κυβέρνησης σχετικά με την έκρηξη».

>Οι ανακολουθίες στο κυβερνητικό αφήγημα

Η γνωστή δημοσιογράφος υποστήριξε ακόμη ότι «παρουσιάζονται πολλές ασυνέπειες στο αφήγημα του καθεστώτος της Άγκυρας σχετικά με την επίθεση».

«Πρώτα απ’ όλα», ανέφερε, «η Άγκυρα έχτισε τείχος στα σύνορα μεταξύ Συρίας και Τουρκίας και έχει σημαντική παρουσία ασφαλείας στην περιοχή. Ως εκ τούτου, δεν είναι εύκολο για τη φερόμενη ως δράστιδα να περάσει παράνομα τα σύνορα για να πραγματοποιήσει τρομοκρατική επίθεση στην καρδιά της Κωνσταντινούπολης».

Συμπλήρωσε ακόμη ότι «η τουρκική Αστυνομία ανακάλυψε ότι πριν από τη βομβιστική επίθεση πραγματοποιήθηκαν τηλεφωνικές κλήσεις από ένα τηλέφωνο, που ήταν καταχωρημένο σε έναν αξιωματούχο του υπερεθνικιστικού κόμματος, MHP, προς τη γυναίκα, η οποία παρουσιάζεται ως ύποπτη για την τοποθέτηση της βόμβας στην Κωνσταντινούπολη».

«Υπάρχουν αντικρουόμενες φήμες και ισχυρισμοί σχετικά με την ταυτότητα της ύποπτης, εάν συνδέεται πραγματικά με κάποια ένοπλη ομάδα, για το πώς εισήλθε στην Τουρκία, αλλά και για το πόσο καιρό έμεινε εκεί», σημείωσε ακολούθως.  

>Πώς και γιατί θα εκμεταλλευτεί το ζήτημα

Ακολούθως τόνισε ότι «η τουρκική κυβέρνηση θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τη βομβιστική επίθεση ως πρόσχημα για να πραγματοποιήσει στρατιωτικές εισβολές εναντίον Κούρδων στη Συρία και το Ιράκ». Πρόσθεσε ότι «σύμφωνα με τις Αρχές και τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, ο δράστης εισήλθε στην Τουρκία από το Αφρίν, μια περιοχή στη βόρεια Συρία, η οποία βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή και υπό Σύρους τζιχαντιστές, μετά τη στρατιωτική εισβολή στην Τουρκία το 2018».

Συμπλήρωσε ακόμη ότι οι «τουρκικές Αρχές υποστήριξαν επίσης ότι η επίθεση συνδέεται με το Κομπανί, που ελέγχεται επί του παρόντος από το κουρδικό YPG και τη συριακή κυβέρνηση. Έτσι, αυτή η επίθεση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την Άγκυρα για να συνεχίσει την υποστήριξή της στις συριακές τζιχαντιστικές ομάδες και να στοχεύσει Κούρδους ως φερόμενους δράστες». 

Υπογράμμισε επίσης ότι «η Τουρκία έχει «ατζέντα 2023» για την 100ή επέτειο από την ίδρυσή της και ως εκ τούτου ένας από τους πιθανούς στόχους της για τον εορτασμό αυτής της εκατονταετηρίδας θα μπορούσε να είναι η κατάληψη ή η προσάρτηση περισσότερων εδαφών στην περιοχή.

Πρόσθεσε ότι «στις πρώτες του παρατηρήσεις, σχετικά με την επίθεση, ο υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, Σουλεϊμάν Σοϊλού, επέκρινε την κυβέρνηση των ΗΠΑ και άφησε να εννοηθεί ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε έναν πιθανό ρόλο στο περιστατικό. Ο Σοϊλού ανέφερε συγκεκριμένα ότι «πιάσαμε την υπεύθυνη για την τρομοκρατική επίθεση. Αν δεν το κάναμε, θα είχε διαφύγει στην Ελλάδα. Δεν δεχόμαστε τα συλλυπητήρια της Πρεσβείας των ΗΠΑ, τα απορρίπτουμε».

Η Bulut εξέφρασε τη θέση ότι «ο Σοϊλού υπονοούσε ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν κουρδικές ομάδες στη Συρία, τις οποίες η τουρκική κυβέρνηση χαρακτηρίζει “τρομοκράτες”» και πρόσθεσε ότι «εν τω μεταξύ, η ισλαμική εφημερίδα Milli Gazete έχει “υποδείξει” ότι η χώρα πίσω από την επίθεση είναι το Ισραήλ. Ως εκ τούτου, πολλές ισλαμικές ομάδες στην Τουρκία κατηγορούν τις ΗΠΑ και το Ισραήλ για τη φονική βομβιστική επίθεση». Και πρόσθεσε ότι «εξάου, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο. Για χρόνια το καθεστώς της Τουρκίας κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι υποστηρίζουν τους Κούρδους “τρομοκράτες” στη Συρία και το Ιράκ».

Στο τουρκικό στόχαστρο η Συρία

H Uzay Bulut κατέληξε λέγοντας ότι «η τουρκική κυβέρνηση ενδέχεται να εκμεταλλευτεί τη βομβιστική επίθεση για να προσπαθήσει να αυξήσει τη δημοτικότητά της για τις επερχόμενες εκλογές, με το να τρομάζει τον κόσμο και να τον κάνει να σκέφτεται ότι μόνο εάν παραμείνει στην εξουσία το καθεστώς του Ερντογάν, θα μπορούσε η Τουρκία να αποτρέψει περισσότερο χάος και αιματοχυσία.

Η τουρκική κυβέρνηση θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει αυτή την επίθεση για να προωθήσει την επιθετική επεκτατική ατζέντα της στην περιοχή, στοχεύοντας ιδιαίτερα τη Συρία για να καταλάβει μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της».