Ούτε λεπτό για χάσιμο δεν έχουν οι κυπριακές επιχειρήσεις για να ακολουθήσουν τη διαδικασία της πράσινης μετάβασης και για ορισμένες από αυτές ο δρόμος της αλλαγής θα είναι αρκετά επώδυνος. Σε σημείωμα εργασίας που ετοιμάστηκε από το Δημοσιονομικό Συμβούλιο σημειώνεται ότι «σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση που έγινε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λίγο περισσότερες από 15% των κυπριακών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν υψηλό ρίσκο μετάβασης, αφού κατηγοριοποιούνται ως πολύ υψηλοί ή υψηλοί ρυπαίνοντες (very high/high emitters).

Το συγκεκριμένο ρίσκο σχετίζεται με τους εισερχόμενους περιβαλλοντικούς κανόνες, οι οποίοι είναι εξαιρετικά δαπανηροί για τις πιο ενεργοβόρες και ρυπογόνες επιχειρήσεις, οι οποίες θα αναγκαστούν να μεταβούν στις νέες συνθήκες λειτουργίας. Πρόκειται για ένα ποσοστό σχετικά χαμηλό σε σχέση με άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης, το οποίο ωστόσο καταδεικνύει πως το κόστος μετάβασης των πιο μεγάλων επιχειρήσεων του τόπου θα είναι επώδυνα υψηλό».

Στο εσωτερικό σημείωμα του Δημοσιονομικού Συμβουλίου αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «η εικόνα είναι ακόμα πιο ανησυχητική όσον αφορά στο φυσικό ρίσκο. Οι επιχειρήσεις της Κύπρου που βρίσκονται εντός των ορισμών του υψηλού ρίσκου προσεγγίζουν το 80%, ένα ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, το οποίο αντικατοπτρίζει τις όλο και πιο ακραίες συνθήκες που αναμένεται να εδραιωθούν στο νησί μας. Οι επιπτώσεις δεν θα είναι μόνο σοβαρότατες για την οικονομία, αλλά θα είναι εκτενείς και σε κοινωνικό επίπεδο, δεδομένου ότι η εικόνα προκρίνει επιβίωση των μεγάλων επιχειρήσεων και καταστροφή του στρώματος των μικροτέρων».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Νέα μείωση στις πωλήσεις από τα πρατήρια καυσίμων

Τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα, όπως τις πολλαπλές χορηγίες και χορηγήσεις, τις χρηματοδοτήσεις και τα ειδικά σχέδια, κρίνονται ως σημαντικά ως πρώτο βήμα, αναφέρεται στο σημείωμα και, όπως επισημαίνεται, δεν έχουν χαρακτήρα ριζικής μεταστροφής συμπεριφορών. «Ως εκ τούτου, και παρά την επιτυχία των εν λόγω προγραμμάτων, δεν πρέπει να θεωρηθεί πως αυτά εξαντλούν την προσπάθεια της Δημοκρατίας να επιτύχει μια ολοκληρωμένη Πράσινη Μετάβαση, η οποία να προστατεύει την οικονομία, να αποφεύγει την ενεργειακή φτώχεια, να μειώνει τα λειτουργικά κόστη, να αποτρέπει τις επερχόμενες χρεωκοπίες μικρομεσαίων και να διασφαλίζει την επιβίωση της μεσαίας τάξης, η οποία είναι και ο κυριότερος εργοδότης στην Κύπρο», σημειώνεται.

Στο σημείωμα του Δημοσιονομικού Συμβουλίου αναφέρεται ακόμα ότι η πράσινη μετάβαση θα απασχολήσει τη νέα κυβέρνηση και θα υπάρχουν πολλές προκλήσεις. «Το γεγονός ότι έχει αφιερωθεί το 41% του Σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, ύψους 1,2 δισ. ευρώ, στον σκοπό της πράσινης μετάβασης, είναι πολλά υποσχόμενο, αλλά δεν θα αρκέσει για την επιτυχία της Κύπρου απέναντι στην πρόκληση. Η ένταση με την οποία η Κύπρος θα ακολουθήσει αυτό τον σκοπό πρέπει να αυξηθεί, ενδεχομένως και ως πρώτη, επώδυνη αλλά απαραίτητη κίνηση της νέας κυβέρνησης που θα αναλάβει χρέη στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2023». Η πράσινη μετάβαση, σημειώνεται, «αν και επώδυνη ως υψηλή δαπάνη, συνεπάγεται και μια ευκαιρία για ενίσχυση της απασχόλησης, με τη δημιουργία νέας ζήτησης σε πολλές “πράσινης” φύσης λειτουργίες της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων αναλυτών, εργολάβων, εργατών, εισαγωγέων και επενδυτών».