Με αφορμή τον παρασκηνιακό ρόλο που αναλαμβάνει η Βρετανία ενόψει της σύγκλησης της νέας άτυπης Πενταμερούς, τις ύποπτες και άκρως επικίνδυνες προτάσεις που υποβάλλει για δήθεν διερεύνηση των προθέσεων των «δύο πλευρών», αλλά και του ενδεχόμενου προώθησης σχεδίου επίλυσης του Κυπριακού, θα ήταν σκόπιμο να παραθέσουμε διαχρονικά τις βρετανικές ενέργειες, με στόχο την καλύτερη κατανόηση του ρόλου που έχει διαδραματίσει μέχρι σήμερα.

Τον Σεπτέμβριο του 1955 συγκάλεσε στο Λονδίνο την τριμερή Διάσκεψη όπου κατά παράβαση των Συνθηκών των Σεβρών του 1920 και της Λωζάνης του 1923, επανάφερε την Τουρκία ως ενδιαφερόμενο μέρος στο Κυπριακό. Το άρθρο 16 της Συνθήκης με σαφήνεια καθορίζει ότι η Τουρκία «απεμπολεί κάθε δικαίωμα και κάθε τίτλο, οποιασδήποτε φύσης, πάνω σε έδαφος που βρίσκεται εκτός των συνόρων της». 

Επιπρόσθετα, η βρετανική αντιπροσωπεία στη Διάσκεψη ξεκαθάρισε ότι «η Βρετανία δεν είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει την αυτοδιάθεση στον κυπριακό λαό γιατί αυτό είναι σε βάρος των στρατηγικών της συμφερόντων».

Τον Μάρτιο του 1956 ο τότε κυβερνήτης Χάρντιγκ είχε δηλώσει ότι η βρετανική πολιτική για την Κύπρο καθορίζεται από τους εξής παράγοντες κατά σειρά προτεραιότητας:

– Τις πολιτικές και στρατηγικές ανάγκες της Βρετανίας, και

– Την επιθυμία να διατηρηθούν οι καλές σχέσεις που έχουν δημιουργηθεί μεταξύ Άγγλων και Τούρκων.

Με τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου η Βρετανία συνέβαλε στην επιστροφή της Τουρκίας για πρώτη φορά μετά το 1923, σε εδάφη της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας τα οποία παρέμειναν εκτός των συνόρων της με εγγυητικά δικαιώματα και νόμιμη παρουσία τουρκικού στρατού.

Το 1963 υποκίνησε το τουρκικό πραξικόπημα σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας με προφανή στόχο τη διάλυσή της. Η αποτυχία του εγχειρήματος την οδήγησε στη χάραξη της πράσινης γραμμής με προφανή στόχο την προστασία του Τουρκοκυπριακού θύλακα Λευκωσίας – Κιόνελι – Αγύρτας ώστε να αποτελέσει προγεφύρωμα το οποίο να μπορεί να αξιοποιήσει η Τουρκία για εισβολή στην Κύπρο και επιβολή της διχοτόμησης.

Στελέχη των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων που υπηρετούσαν στις Βρετανικές Βάσεις συνελήφθηκαν να μεταφέρουν όπλα στους Τουρκοκύπριους στασιαστές με προφανή στόχο να εδραιώσουν τον έλεγχό τους στους θύλακες που δημιούργησαν αποτρέποντας τη νόμιμη Κυβέρνηση να ασκεί σε αυτούς έλεγχο.

Το 1974 η Κυβέρνηση της Βρετανίας ενώ γνώριζε για την τουρκική εισβολή τουλάχιστον από τις 17 Ιουλίου, ουδέν έπραξε για να την αποτρέψει. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το βρετανικό ελικοπτεροφόρο «Ερμής» στις 20 Ιουλίου βρισκόταν στην θαλάσσια περιοχή της Κερύνειας για να παραλάβει Βρετανούς υπηκόους που βρίσκονταν στην Κύπρο.

Παρά την προσεκτική πολιτική και διπλωματική τακτική που ακολουθεί είναι πασιφανές ότι είναι η χώρα η οποία καθορίζει τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Βασική και διαχρονικά σταθερή επιδίωξή της είναι η διατήρηση των στρατιωτικών της βάσεων στο νησί, προσδίδοντας σε αυτές νομιμότητα την οποία μέχρι σήμερα στερούνται, καθώς και της κατοχύρωσης κυριαρχικών δικαιωμάτων τα οποία να περιλαμβάνουν εναέριο χώρο και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). 

Η εμπλοκή του βρετανικού παράγοντα και κύρια του σερ Ντέιβιντ Χάνεϊ στην ετοιμασία του σχεδίου Ανάν είναι αδιαμφισβήτητη. Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι στο συγκεκριμένο σχέδιο όσον αφορά την οριοθέτηση της Κυπριακής ΑΟΖ, στο Παράρτημα ΙΙ, Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη συνθήκη εγκαθίδρυσης (Ελληνική έκδοση του σχεδίου Ανάν, σελ. 64-65): 

•       Στο άρθρο 1 καθορίζεται το καθεστώς κυριαρχίας της Μ. Βρετανίας στην περιοχή των Βάσεων.

•       Στο άρθρο 2  κατοχυρώνονται τα  «διεθνή δικαιώματα και ωφελήματα» στο έδαφος των Βάσεων.

•       Στο άρθρο 5 αναφέρεται ότι «Η Κύπρος δεν θα απαιτήσει, ως μέρος των χωρικών υδάτων της, ύδατα μεταξύ των γραμμών οι οποίες  οριοθετούν τα χωρικά ύδατα που εφάπτονται των περιοχών των Κυρίαρχων Βρετανικών Βάσεων. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να απολαμβάνει πλήρους και ανεμπόδιστης πρόσβασης για οποιονδήποτε σκοπό στα ύδατα μεταξύ των υδάτων τα οποία η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα διεκδικήσει».

•       Στο άρθρο 8 καθορίζεται ότι:  «η όποια διαφορά προκύψει θα επιλύεται με διαβουλεύσεις και δεν θα παραπέμπεται σε οποιοδήποτε διεθνές δικαστήριο ή τρίτο μέρος για διευθέτηση».

Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις αλλά και τις Βρετανικές μεθοδεύσεις, η Κυπριακή Κυβέρνηση σε οποιαδήποτε συζήτηση επίλυσης του κυπριακού πρέπει να συμπεριλάβει εκτός από την κατάργηση των εγγυήσεων και την απομάκρυνση των Βρετανικών βάσεων. Η άποψη ότι πριν από την επίλυση του κυπριακού δεν πρέπει να τεθεί θέμα απομάκρυνσης των Βρετανικών Βάσεων αποτελεί αφελή ή/και ουτοπιστική προσέγγιση. 

Η Βρετανία μέσα από την παρασκηνιακή εμπλοκή της θα επιδιώξει τον καθορισμό πλαισίου λύσης που θα κατοχυρώνει πλήρως την μόνιμη νόμιμη παρουσία των βάσεων της. Σε αντίθετη περίπτωση δεν θα επιτρέψει την εξεύρεση λύσης για να μην ανοίξει το κεφάλαιο «Βρετανικές Βάσεις».

*Πρόεδρος του Κ.Σ. ΕΔΕΚ.