Δεν μπορώ να ξέρω τι έχουν στο μυαλό τους όσοι εδώ και καιρό καλούν τον Πρόεδρο να αναλάβει πρωτοβουλίες για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Είναι, όμως, γεγονός ότι η απουσία διαπραγματεύσεων αφήνει τους πολιτικούς μας χωρίς ουσιαστική απασχόληση. Επιβεβαιώνουν όσους τους κατηγορούν ότι στήνουν καριέρες πάνω στο άλυτο Κυπριακό. Μάλλον, τις στήνουν πάνω στις αέναες ενδοκοινοτικές διαπραγματεύσεις. Διότι στη διάρκεια αυτού του κενού δεν είδαμε να παράγουν άλλη πολιτική, να προτείνουν άλλη στρατηγική. Μιλώ, κυρίως, για εκείνους που αποζητούν την επανέναρξη των συνομιλιών ως τη μόνη πρόταση που έχουν να καταθέσουν για τα αδιέξοδά μας. Επιμένουν να το επαναλαμβάνουν ακόμα και γνωρίζοντας ότι πρώτον, δεν θα ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις πριν από το τέλος του χρόνου και δεύτερον, δεν θα ξαναρχίσουν αν δεν θέλει η Τουρκία να ξαναρχίσουν. Επομένως, θα ανέμενε κανείς ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα είχαν μια άλλη πρόταση για την αντιμετώπιση των εξελίξεων και των τετελεσμένων που δημιουργεί η Άγκυρα.
Το ζήτημα που τίθεται τώρα και θα έπρεπε να τους απασχολεί είναι επί της ουσίας και όχι επί της διαδικασίας. Αλλά, στην επιμονή τους και στην απουσία άλλης πρότασης, χάνουν την ουσία. Για παράδειγμα, έλεγε χτες ο Άντρος Κυπριανού, ότι ο Πρόεδρος πρέπει να προετοιμάσει «την κοινή γνώμη για την ανάγκη να αρχίσει αυτός ο διάλογος για λύση και για τους κινδύνους που υπάρχουν εάν και εφόσον δεν καταφέρουμε να το λύσουμε (…) Πρέπει να πείσει τον κόσμο ότι πρέπει να στηρίξει την προσπάθεια για επανέναρξη συνομιλιών». Δηλαδή, εκτός του ότι φορτώνει στους Ελληνοκύπριους την ευθύνη απουσίας διαλόγου, λες και εξαρτάται από τους πολίτες η επανέναρξη, αγνοεί εντελώς την ουσία αυτών των διαπραγματεύσεων. Να το πω πιο λιανά: Σε ποια βάση θα γίνουν αυτές οι διαπραγματεύσεις; Τι θα διαπραγματευτούμε δηλαδή με τους Τουρκοκύπριους; Μα, ασφαλώς, το κεφάλαιο της διακυβέρνησης. Την εκ περιτροπής προεδρία, το δικαίωμα βέτο, την πολιτική ισότητα. Αυτά που διαπραγματευτήκαμε επί χρόνια και καταλήγουμε πάντα στον ίδιο παρονομαστή: Στις παράλογες απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς.
 
Πέραν αυτών, όταν έρθει η ώρα, είναι βέβαιο ότι θα τεθεί από την Άγκυρα και τους Τουρκοκύπριους η διαπραγμάτευση και του φυσικού αερίου. Συνδιαχείριση, συναποφάσεις, κοινές επιτροπές. Αλλά, ταυτόχρονα η Τουρκία θα συνεχίζει την κατάληψη θαλάσσιων τεμαχίων της κυπριακής ΑΟΖ, παραπέμποντάς μας να διαπραγματευθούμε με τους Τουρκοκύπριους. Το επανέλαβε, εξάλλου και προχθές όταν για να προλάβει την πρόθεση του Ζοζέπ Μπορέλ να προτείνει διάλογο Τουρκίας και Κυπριακής Δημοκρατίας για την Ανατολική Μεσόγειο, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση λέγοντας «δεν είναι καθόλου σοβαρή» τέτοια πρόταση. «Το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει είναι να συναντηθούν οι δύο λαοί στο νησί το συντομότερο για τη δημιουργία ενός κοινού μηχανισμού συνεργασίας έρευνας και διαχείρισης υδρογονανθράκων, καθώς και διαμοιρασμού των εσόδων». Άρα, όταν εμείς θα προετοιμάζουμε δήθεν τον λαό για την αναγκαιότητα επανέναρξης των διακοινοτικών διαπραγματεύσεων, πρέπει πρώτα να πάρουμε μια απόφαση: Ποιο θα είναι το περιεχόμενό τους; Ο διαμοιρασμός της διακυβέρνησης ή ο διαμοιρασμός του φυσικού αερίου; Μόνο αυτά είναι ενώπιον μας. Ούτε εδαφικό, ούτε προσφυγικό, ούτε περιουσιακό, ούτε εποικισμός, ούτε τερματισμός της εισβολής στην ΑΟΖ, ούτε καν η οικονομία των κατεχομένων, που θυμίζει κάπως σαν κατάσταση άγριας δύσης, όπως είπε κάποτε ο Χάρης Γεωργιάδης.
Αυτό είναι που θέλουμε; Διότι, τρία χρόνια κενού στις συνομιλίες η Τουρκία αλωνίζει και στη θάλασσα και στο κατεχόμενο έδαφος κι εμείς δεν καταφέραμε να καταρτίσουμε μια στρατηγική ολοκληρωμένης αντιμετώπισης των εξελίξεων. Και ζητούμε να επιστρέψουμε στο τραπέζι με χειρότερα δεδομένα από τα προηγούμενα. Δεν θα μας χαριστεί η Τουρκία επειδή είμαστε τα καλά παιδιά του διαλόγου. Οφείλουμε να αντιδράσουμε. Και ο μόνος τρόπος που μπορούμε είναι η επιμονή μας εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης για λήψη μέτρων που θα κάνουν την Τουρκία να αντιληφθεί ότι η συμπεριφορά της θα έχει κόστος. Κυρίως στην οικονομία της. Που είναι για τον Ερντογάν η Αχίλλειος πτέρνα. Οι κυρώσεις που αποφασίστηκαν ήταν ένα βήμα. Αλλά πρέπει να ολοκληρωθεί. Και αυτή τη στιγμή υπάρχουν ευνοϊκές για εμάς συνθήκες σε διπλωματικό επίπεδο. Να τις αξιοποιήσουμε. Τα άλλα είναι δικαιολογίες για να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας.

[email protected]