Η εγκαθίδρυση ενός εθνικού συστήματος υγείας το οποίο να παρέχει ιατρική φροντίδα σε όλους τους πολίτες είναι μια θαυμάσια ιδέα. Οι χώρες που έχουν εφαρμόσει ένα τέτοιο εθνικό σύστημα υγείας εδώ και πολλά χρόνια το θεωρούν ως μεγάλο επίτευγμα και νιώθουν μεγάλη περηφάνια για αυτό. Ας ελπίσουμε ότι θα αποδειχθεί το ίδιο και για την Κύπρο, αλλά τα εμπόδια αποτελούν μεγάλη πρόκληση.
Η εφαρμογή ενός εθνικού συστήματος υγείας πρέπει να ξεπεράσει την αποδεδειγμένη αποτυχία διαδοχικών Κυβερνήσεων στη διαχείριση πολύ λιγότερο περίπλοκων τύπων επιχειρήσεων. Αυτό δεν αφορά μόνο στις Κυπριακές Αερογραμμές και τον Συνεργατισμό. Υπάρχουν επίσης τα Κυπριακά Ταχυδρομεία, τα οποία κατά την περίοδο των Χριστουγέννων  αδυνατούν να παραδώσουν την αλληλογραφία μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, ένα σύστημα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που στηρίζεται στα ιδιωτικά φροντιστήρια, η διαλυθείσα Λαϊκή Τράπεζα, το λιμάνι της Λεμεσού κι άλλα. Στη Μεγάλη Βρετανία, με ένα εθνικό σύστημα υγείας με 80 χρόνια εμπειρίας, σπάνια περνά εβδομάδα χωρίς κάποιο μεγάλο σκάνδαλο και καταγγελίες, είτε πρόκειται για μακρούς χρόνους αναμονής για ορισμένες εγχειρήσεις, για μη διαθεσιμότητα συγκεκριμένων φαρμάκων είτε απλά για κακοδιαχείριση.
Το προτεινόμενο Γενικό Σύστημα Υγείας (ΓεΣΥ) είναι ένα πολύ μεγαλύτερο και πιο περίπλοκο εγχείρημα όσον αφορά στα ποσά που θα δαπανούνται (εκτιμάται σε πάνω από ένα δισ. ευρώ τον χρόνο), τον αριθμό των εργαζομένων, τον αριθμό των αυτόνομων μονάδων (νοσοκομείων) και τις δεξιότητες που απαιτούνται από οποιοδήποτε άλλο έργο έχει ξεκινήσει κυπριακή Κυβέρνηση στο παρελθόν. Οι επιπτώσεις του στους Κύπριους θα είναι τεράστιες -πολύ περισσότερες από ό,τι σήμερα γίνεται αντιληπτό γενικά- τόσο από την άποψη των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών όσο και των εισοδημάτων τους. Ορισμένοι πολίτες με χαμηλά εισοδήματα, που είχαν σχεδόν δωρεάν ιατρική περίθαλψη στο σημερινό Γενικό Νοσοκομείο, θα δουν τώρα τον μισθό τους να μειώνεται από την αποκοπή για την εισφορά στο ΓεΣΥ. Πολλοί που ήδη διαθέτουν σχέδιο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στον ιδιωτικό τομέα θα πληρώνουν τώρα και για το ΓεΣΥ. 
 
Δεν έγινε καλή αρχή
Οι πρώτες ενδείξεις από την έναρξη υλοποίησης του Σχεδίου δεν είναι υποσχόμενες. Οι πολίτες διαπιστώνουν ότι η εισφορά τους έχει αφαιρεθεί από τους μισθούς τους για να πληρώσουν για ιατρικές υπηρεσίες προτού πολλές από αυτές είναι διαθέσιμες και πριν ξεκαθαρίσει σε ποιες ιατρικές εγκαταστάσεις θα έχουν δικαίωμα να απευθύνονται για ιατρική περίθαλψη. Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά, ορισμένα μεγάλα νοσοκομεία δεν έχουν ενταχθεί στο σύστημα. Αυτό μπορεί να μην είναι σημαντικό για τους αρμόδιους κυβερνητικούς αξιωματούχους που χειρίζονται τα θέματα σχεδιασμού του ΓεΣΥ, αλλά είναι σημαντικό για πολλούς δυνητικούς ασθενείς οι οποίοι μπορεί να έχουν ήδη σχέση με τους γιατρούς σε αυτά τα νοσοκομεία. Οι εισφορές για τη νέα αυτή υπηρεσία υγείας στην πρώτη φάση θα είναι 1,7% των εισοδημάτων τους για τους εργαζόμενους και 1,85% επί των εισοδημάτων του κάθε υπαλλήλου τους ξεχωριστά για τους ιδιώτες εργοδότες, ενώ προβλέπεται να αυξηθούν σε 2,65% και 2,90% αντίστοιχα από τον Μάρτιο του 2020. Σε εθνικό επίπεδο, αυτές οι πληρωμές αντιπροσωπεύουν μια σημαντική ανακατανομή των εισοδημάτων οι μακροοικονομικές επιπτώσεις των οποίων δεν έχουν ακόμη υπολογιστεί. Λέγεται ότι αυτές οι εισφορές ενδέχεται να χρειαστεί να αυξηθούν ακόμα περισσότερο. Το Ηνωμένο Βασίλειο δαπανά κατ’ εκτίμηση 7,5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) στο εθνικό του σύστημα υγείας, πολύ περισσότερο από ό,τι φαίνεται από τις προτεινόμενες χρεώσεις στην Κύπρο. 
Το Γενικό Σύστημα Υγείας της Κύπρου είναι μια πολύ μεγαλύτερη και πιο περίπλοκη επιχείρηση από ό,τι έχει ξεκινήσει μέχρι τώρα κάποια κυπριακή Κυβέρνηση. Το συνολικό κόστος εκτιμάται σε πάνω από ένα δισ. ευρώ ετησίως. Δεκάδες νοσοκομεία και κλινικές αποτελούν μέρος του σχεδίου. Προτού ξεκινήσει ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα, ίσως θα ήταν λογικό να διερευνήσουμε τι έχει γίνει στο παρελθόν. Γιατί οι κρατικές επιχειρήσεις είχαν τόσο κακή απόδοση; Επιτρέψτε μου να πω ότι αυτό δεν οφείλεται στην ποιότητα των κυβερνητικών υπαλλήλων. Έχοντας διδάξει πολλούς εδώ στην Κύπρο για πολλά χρόνια, μπορώ να εγγυηθώ για τη γενικά υψηλή ποιότητα των ικανοτήτων και των προσόντων τους. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη αφού είναι γεγονός ότι το κράτος πληρώνει τόσο καλά. Παρόλα αυτά, οι κρατικές επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται από το κράτος συνήθως έχουν απόδοση κάτω των δυνατοτήτων τους. 
Οι οργανισμοί που ανήκουν και στηρίζονται από το κράτος συνήθως δεν είναι αναγκασμένοι να έχουν ανταγωνιστές. Έχουν στόχους, κριτήρια και μέτρα επιδόσεων, αλλά τόσο εδώ όσο και σε άλλες χώρες αυτά πολύ συχνά αποδείχθηκαν ανεπαρκή και αναποτελεσματικά. Είναι η απειλή του ανταγωνισμού που πιέζει την ιδιωτική επιχείρηση να εντείνει τις προσπάθειές της ώστε να ικανοποιήσει τους πελάτες της. Οι κρατικές εταιρείες επηρεάζονται από τους πολιτικούς που τες δημιούργησαν. Αυτοί μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν την επιρροή τους ακόμη και μετά την ίδρυση της επιχείρησης, ανοίγοντας έτσι την πόρτα για το «ρουσφέτι». Ακόμη πιο καταστροφική για τις επιχειρήσεις αυτές είναι η νοοτροπία της Δημόσιας Υπηρεσίας που φέρνει μαζί της η κυβερνητική στήριξη. Ένα ήθος που πολύ συχνά προωθεί τη μετριότητα αντί την αριστεία. Εξάλλου, λειτουργούν και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που αγωνίζονται για τα ωφελήματα των εργαζομένων, ακόμη και όταν αυτά αποβαίνουν εις βάρος του αποδέκτη των υπηρεσιών που υποτίθεται ότι έχουν προσληφθεί για να εξυπηρετούν.
 
Χρειάζεται προσοχή 
Η Κύπρος διαθέτει σήμερα μερικά εξαιρετικά ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα τα οποία πρέπει να διατηρηθούν. Η δική μου πρόσφατη εμπειρία έδειξε ότι οι γιατροί στα ιδιωτικά νοσοκομεία εργάζονται ασυνήθιστα πολλές ώρες. Δεν ακολουθούν το χαλαρό πρόγραμμα εργασίας που ακολουθείται στους περισσότερους τομείς απασχόλησης που συνδέονται περισσότερο με την Κυβέρνηση. Από την παραμονή μου σε ένα ιδιωτικό νοσοκομείο διαπίστωσα ότι μια εργάσιμη ημέρα για τους γιατρούς εκεί ξεκινούσε στις 7:30 π.μ., ενώ συνέχισαν να εξετάζουν τους ασθενείς τους στις 6:30 μ.μ. Η μετάβαση στην εργασία το Σάββατο το πρωί φαινόταν να είναι μέρος της καθημερινότητάς τους. Ήταν διαθέσιμοι για υπηρεσία ακόμη και τις Κυριακές εάν χρειαζόταν. Αυτό σήμαινε ότι οι ασθενείς είχαν τακτικά πρόσβαση στον προσωπικό τους γιατρό.
Θα αλλάξει αυτή η κατάσταση μετά το ΓεΣΥ; Ας ελπίσουμε πως όχι. Ό,τι και να συμβεί, οι πολιτικές επιπτώσεις από την εφαρμογή του νέου ιατροφαρμακευτικού συστήματος θα είναι σημαντικές. Οι Κύπριοι πολίτες έχουν αποδείξει ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν πολλές καταχρήσεις, ιδιαίτερα μετά το 2013. Μπορεί να γκρινιάζουν αλλά γενικά εξακολουθούν να συμπεριφέρονται στην πλειονότητά τους όπως και πριν. Κατά πόσο αυτή η στάση ανεκτικότητας θα ισχύσει και στη συγκεκριμένη περίπτωση που επηρεάζει την υγεία των ιδίων και των παιδιών τους, παραμένει να το δούμε. Οι ξένες Κυβερνήσεις σε χώρες όπου υπάρχουν εθνικά συστήματα υγείας έχουν διαπιστώσει ότι είναι ένα από τα πλέον πολιτικά ευαίσθητα θέματα που πρέπει να αντιμετωπίσουν. Εδώ στην Κύπρο οι πολιτικές επιπτώσεις ενός εθνικού συστήματος υγείας σε μια εκλογική αναμέτρηση θα φανούν στο μέλλον.
 
* Οικονομολόγος, διετέλεσε καθηγητής στο CIIM.