Με το τέλος των πασχαλινών γιορτών τα μυαλά των εκπαιδευτικών θα ασχολούνται -εκτός από τις εξετάσεις- και με το θέμα της καθιερωμένης γιορτής για το τέλος του χρόνου. Αυτό συμβαίνει και κάθε φορά που υπάρχει μια επέτειος που είθισται να γιορτάζεται και αυτό με προτροπή του Υπουργείου Παιδείας.

Πολλά σκέφτονται, ψάχνουν ένα επικό/ηρωικό θέμα που «νομίζουν» ότι συναρπάζει για να στήσουν τη «γιορτούλα» στην οποία είναι καλεσμένοι οι περήφανοι γονείς για να θαυμάσουν τα σπλάχνα τους. Τα παιδιά μετέχουν στην οργάνωση της γιορτής, είναι κάτι διαφορετικό από το καθημερινό μάθημα, είναι ευκαιρία ν’ ανακαλύψουν κάποιο κρυφό ταλέντο που έχουν, να δουν τους συμμαθητές τους με διαφορετικό μάτι…είναι τέλος πάντων μια στιγμή χαράς. 

Πήγα σε πολλές γιορτούλες στη ζωή μου, ως μητέρα, ως γιαγιά, ως προσκεκλημένη να μιλήσω. Και επειδή γνωρίζω ότι σιγά-σιγά φτάνουμε σε τούτη τη μαύρη επέτειο των 50χρονων της εισβολής, φοΐτσιάρικη για τα παιδιά, τραγική για μας… έχω ένα μήνυμα για τους ιθύνοντες της παιδείας της Δημοκρατίας. 

Μεγαλώσαμε τις μεταπολεμικές γενιές με το «Δεν Ξεχνώ». Καταλάβαμε κάποια στιγμή ότι λάθος αρμενίζαμε και επισήμως προσθέσαμε στο «Δεν Ξεχνώ» μια λέξη πασπαρτού και κενού περιεχομένου για τα παιδιά. Με το «Δεν Ξεχνώ και Αγωνίζομαι» ξεμπερδέψαμε. Kαι με αυτό το σύνθημα πορεύθηκε η παιδεία μας τα τελευταία χρόνια, νίπτοντας τας χείρας της δια τα περαιτέρω. 

Οι περισσότερες από αυτές τις σχολικές γιορτές έχουν ως θέμα την τραγική κατάσταση της πατρίδας μας μετά την εισβολή του 74. Ευκολάκι. Πάμε πίσω, ακούμε τους βομβαρδισμούς, κλαίμε τις περιουσίες μας και τις φυσικές απώλειες, προβάλλουμε το δράμα της προσφυγιάς, τους αγνοούμενους, επιλέγουμε ατάκες συναισθηματικού περιεχομένου, δυο φράσεις από τις γιαγιάδες και τους παππούδες. Έχουμε και μπόλικες μαυρόασπρες φωτογραφίες του 74, βίντεο από τον ψηφιακό Ηρόδοτο, ποιήματα που μαθαίνουν παπαγαλία, μαύρα ρούχα για να δημιουργούν το αίσθημα του πόνου, και με λίγη ρυθμική γυμναστική και λίγο Νταλάρα, επαναφέρουμε τις τραγικές σκηνές και της Μικρασιατικής Καταστροφής και του δικού μας ξεριζωμού. 

Μέσα σ’ όλο αυτό το οργανωμένο μπούκωμα του μυαλού, τη μαυρίλα, τον κεκαλυμμένο εθνικισμό, αλλά και την υποκρισία που προσφέρεται μέσα από τα επιλεγμένες τραγικές στιγμές της  «ιστορίας», δεν προφέρουμε ουδεμία λέξη για το μέλλον. Για μια προοπτική του νησιού και δική τους, για την ειρηνική συνύπαρξη με τους Τουρκοκύπριους, για τις άλλες κοινότητες που συνυπάρχουν. Αν τύχει και υπάρξει και κάποιος/α από το διδακτικό προσωπικό με ευαισθησίες για το μεταναστευτικό, ρίχνουμε και λίγο χρώμα και κλάμα που προέρχεται από τις βάρκες που αράζουν στις ακρογιαλιές μας. 

Φορτώνουμε στους ώμους της νέας γενιάς έναν όγκο απελπισίας. Ένα βράχο που τους καταθλίβει και από τον όποιο δεν μπορούν να απεγκλωβιστούν. Γιατί το επιβαλλόμενο κλάμα και ο οδυρμός για κάτι που δεν ξέρεις, κάτι που ποτέ δεν είδες, ούτε βίωσες, δεν οδηγεί πουθενά. Τα σημερινά παιδιά δικαίως νομίζουν ότι η Κύπρος ξεκινά από τα Λατσιά και καταλήγει στον Μούταλλο. Οι αναφορές του «Δεν Ξεχνώ και Αγωνίζομαι» περιορίζονται σε μαυρόασπρες φωτογραφίες, με μαύρη κορνίζα, που αναρτώνται στο σελλοτέξ της τάξης και συνοδεύονται από διάφορα σλόγκαν του τύπου, «θα επιστρέψουμε», «ελευθερία στα σκλαβωμένα εδάφη μας», «η ελληνική γη μας καρτερεί», και το κερασάκι βέβαια «Δεν Ξεχνώ και Αγωνίζομαι». 

Απ’ όλα αυτά τα στερεότυπα και χιλιοειπωμένα τι αποκομίζει η νεολαία μας; Πώς θα επιστρέψει στα σκλαβωμένα εδάφη της; Πώς θα απαλλαγεί από τους υπαίτιους της καταστροφής; Τι εχέγγυα της προσφέρουμε για να καταλάβει τη σημασία και την ανάγκη της ειρήνης και της επανένωσης του τόπου και όχι του πολέμου; Πώς της εξηγούμε το θέμα του μεταναστευτικού και την ιδιαίτερη σημασία που εμφανίζει στην ιστορία μας; Πώς διαφοροποιούμε στο μυαλό τους τη Μικρασιατική Καταστροφή από το πραξικόπημα και την εισβολή; Τι εργαλεία τους προσφέρουμε για να αντιληφθούν ότι ένα μισό νησί δεν μπορεί ποτέ να είναι ευτυχισμένο ούτε να προκόψει; Τους ετοιμάζουμε για τις προτεινόμενες λύσεις; Τις έχουμε εξηγήσει με αντικειμενικότητα και όχι ανάλογα με τα κομματικά πιστεύω του δασκάλου ή του καθηγητή; Φέραμε μπροστά τους τη σημερινή πραγματικότητα και τους ζητήσαμε να έχουν μια κριτική σκέψη για τα τεκταινόμενα; Τα σχολεία μας είναι γεμάτα από παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία, που κουβαλούν και πόνο και απελπισία, και φτώχεια και προσφυγιά. Με αυτά τα παιδιά μεγαλώνουν και τα δικά μας παιδιά, ισότιμα! 

Φτάνει πια το κλάμα και το φόρτωμα των ογκόλιθων των δικών μας λαθών και ανεπαρκειών στις ράχες τους. Η παιδεία μπορεί να διδάξει  την προσφυγιά με αξιοπρέπεια, και όχι με θρήνο και μαυρίλα [εμείς τα ζήσαμε, τα παιδιά είναι φυσιολογικά αδύνατο να τα βιώσουν]. 

Φανταστείτε ένα σχολείο που θα τολμήσει για την ετήσια γιορτή του ν’ ανεβάσει ένα θεατρικό για την Κύπρο του 2058! Εκεί να δείτε περάσματα ιστορίας με ευφάνταστο τρόπο, εκεί να δείτε τι θαύματα μπορεί να κάνει ένα δημιουργικό μυαλό ενός καθηγητή/τριας! και εκεί να δείτε τι μηνύματα θα αποκομίσουν οι μαθητές γιατί τους αφορά και είναι καιρός να σεβαστούμε τις δικές τους ανάγκες και όχι μόνο να επιλέγουμε την εμμονή μας στα «εύκολα» στερεότυπα.

Η παιδεία θέλει και κόπο και φαντασία…

Ελεύθερα, 23.4.2023