Η ελληνογερμανίδα εικαστικός στρέφει το βλέμμα στις βραχονησίδες του Αιγαίου και αναδεικνύει με το φακό της την ομορφιά και τη μοναδικότητα της καθεμιάς. Στα ενσταντανέ της μοιάζουν με μυθικές φιγούρες και γλυπτά που επιπλέουν.

 

Το Βερολίνο, η πόλη που έχεις ως βάση, σου δίνει ερεθίσματα στη δουλειά σου; 
Το να διαλέγεις να ζεις σε μια πόλη σαν το Βερολίνο είναι σαν να διαλέγεις να ζεις σε μια πόλη βιβλιοθήκη. Με τόσα μουσεία, κέντρα τεχνών, γκαλερί, βιβλιοθήκες, βιβλιοπωλεία, θέατρα, φιλαρμονικές, και ένα πληθυσμό που αποτελείται από 8.000 καλλιτέχνες και άλλους τόσους ιστορικούς, θεωρητικούς, κριτικούς, φιλοσόφους, αρχιτέκτονες. Όταν είσαι μέρος μιας τέτοιας κοινωνίας, είσαι και σε συνεχή διάλογο κι ενεργός στα θέματα αυτά. Δεν έχω καταγωγή από το Βερολίνο, αλλά η Γερμανία είναι η μητρίδα χώρα, και γι’ αυτό τον λόγο η επιθυμία να τη γνωρίσω, εκτός από τις τακτικές οικογενειακές επισκέψεις, ήταν μεγάλη.

Οι σπουδές σου στη Νέα Υόρκη και η γερμανική καταγωγή σου έχουν παίξει κάποιον ρόλο στο πώς προσεγγίζεις ένα θέμα φωτογραφικά;  
Όλες οι διαδρομές, στάσεις και καταγωγές αφήνουν το στίγμα τους στη δουλειά μου. Η Νέα Υόρκη στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και αρχές του ’90 ήταν τελείως διαφορετική από τη σημερινή. Όπως και το Βερολίνο, διαλέγω πόλεις πλούσιες σε πολιτισμικές δραστηριότητες, πόλεις που σου δίνουν την ευκαιρία να είσαι αυτό που είσαι. Βέβαια, όλα αυτά τα πολύτιμα δεν δίνονται χωρίς κόπο στις κοσμοπολίτικες αυτές πόλεις. Κάθε νόμισμα έχει πάντα δυο όψεις.

Από πού αλλού αντλείς ερεθίσματα; 
Από τη ζωή, τη ζωή μου, από τη ζωή των άλλων… Ένας τρόπος να ερμηνεύσω τη θεματολογία της δουλειάς μου ως εννοιολογική φωτογράφος είναι να φανταστείς τι συμβαίνει όταν ρίχνεις ένα βότσαλο σε ήρεμα νερά: Η επιφάνεια του νερού δημιουργεί συμμετρικά ομόκεντρα κύματα. Η πρακτική μου λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο – μια δόνηση παράλληλων κύκλων, ξεκινώντας από το άτομο και πηγαίνοντας στο προσωπικό, το κοινωνικό, το πολιτικό, το ιστορικό. 

Στο τελευταίο σου πρότζεκτ με τίτλο «Island Hoping, άτοποι τόποι» εστιάζεις σε βραχονησίδες της Ελλάδας. Είχες προσωπική επαφή με τα ελληνικά νησιά; 
Τα ελληνικά νησιά τα γνωρίζω από μικρή. Ήταν και είναι πάντα ο πιο αγαπημένος μου προορισμός για τους καλοκαιρινούς μήνες. Δεν έχω καταγωγή από ελληνικό νησί, αλλά όταν νοσταλγώ την Ελλάδα, τα νησιά νοσταλγώ. O τίτλος του έργου  «Island Hoping» είναι  ένα λογοπαίγνιο με τον όρο «island hopping». Είναι σαν αυτή η μικρή αφαίρεση ενός γράμματος ν’ αλλάζει την εικόνα και τον μύθο της Μεσογείου.

Πώς προέκυψε αυτή η ενότητα; 
Οι βραχονησίδες ήταν τόποι μυθικοί από την παιδική μου ηλικία. Ήταν ο ιδανικός τόπος για τα φαντασιακά μου παιχνίδια. Είχαμε πολλές βραχονησίδες να επισκεφτούμε, κολυμπώντας ή με τη βάρκα, κοντά στο παραθαλάσσιο σπίτι μας. Η πρώτη φωτογράφιση στη Χαλκιδική έγινε υποσυνείδητα. Μετά από το αποτέλεσμα των πρώτων εικόνων, ακολούθησε η μελέτη, η έρευνα και ο σχεδιασμός του έργου.

Ποιος ήταν ο στόχος σου όταν άρχισες να φωτογραφίζεις τις βραχονησίδες; 
Ήθελα να στρέψω το βλέμμα σ’ ένα τοπίο που περνάει απαρατήρητο. Όταν όμως επιστήσεις το βλέμμα πάνω τους, όταν τις επεξεργαστείς, μπορείς ν’ ανακαλύψεις τη μοναδικότητα της καθεμιάς βραχονησίδας – είναι σαν μυθικές φιγούρες, σαν μοναδικά γλυπτά που επιπλέουν. 

H φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο αρχιπέλαγος των Φούρνων Κορσέων, μεταξύ Ικαρίας, Πάτμου και Σάμου. Είναι αλήθεια ότι αυτή η περιοχή μετρά τον μεγαλύτερο αριθμό ναυαγίων από την αρχαιότητα; 
Η δεύτερη και μεγαλύτερη ενότητα φωτογραφιών από 20 βραχονησίδες έγινε στο αρχιπέλαγος των Φούρνων Κορσέων. Το καλοκαίρι η ελληνοτουρκική κρίση κλιμακώθηκε στα θαλάσσια ύδατα του Ικάριου Πελάγους και ιδίως στη μικρή και τη μεγάλη βραχονησίδα των Φούρνων Κορσέων, Μικρός και Μεγάλος Ανθρωποφάγος. Την περιοχή δεν την γνώριζα καθόλου. Την έψαξα μέσω του google map. H θέαση του αρχιπέλαγους και μέσα από την ηλεκτρονική αυτή πλατφόρμα ήταν μοναδική. Άρχισα να φτιάχνω ένα αρχείο για τις βραχονησίδες, αποκόμματα από εφημερίδες κι ό,τι άλλο απαραίτητο στοιχείο χρειαζόμουν. Επικοινώνησα με τον δήμο του νησιού. Με τη γενναιόδωρη πρόσκληση του δημάρχου, αρχές του Μάη 2018 βρέθηκα φιλοξενούμενη από τον δήμο. Έτσι, άρχισα να φωτογραφίζω τις βραχονησίδες χάρη στην πολύτιμη βοήθεια του Μάνου Μύκητα από τον δήμο Φούρνων, ο οποίος με μετέφερε με το φουσκωτό του παντού. Στην διαμονή μου εκεί έμαθα για τα ναυάγια. Περίπου 50 πλοία έχουν βρεθεί στον βυθό του αρχιπέλαγους, ξεκινώντας από την αρχαιότητα, τη ρωμαϊκή εποχή, την οθωμανική, τη βυζαντινή. Η θάλασσα αυτή ήταν πάντα ένα πέρασμα μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. 

Από τις φωτογραφίες σου απουσιάζει το δυνατό μεσογειακό φως. Είναι κάτι που χαρακτηρίζει γενικά τα πρότζεκτ σου; 
Η σχεδόν άχρωμη παλέτα κυριαρχεί στο σύνολο του φωτογραφικού μου έργου, από τις αναλογικές φωτογραφίες μέχρι τις ψηφιακές. Παίζει ρολό η επιλογή των φιλμ και τώρα της επεξεργασίας, όπως οι ώρες και οι εποχές που φωτογραφίζω. Ίσως αυτή η αισθητική που έχω επιλέξει να είναι η καλύτερη απόδοση της καταγωγής μου από τον βορρά και τον νότο.

Τι μέσα χρησιμοποιείς για τις φωτογραφίες σου; 
H φωτογράφιση των βραχονησίδων είναι η δεύτερη φωτογραφική σειρά που έκανα με ψηφιακή μηχανή. H μεταβίβαση από την αναλογική μηχανή στην ψηφιακή πήρε κάποιο χρόνο. O αποχαιρετισμός από το τετράγωνο φορμάτ και τη Hasselblad ήταν δύσκολος και μακροχρόνιος. Βρίσκω όμως την ποιότητα και τις δυνατότητες της ψηφιακής εκτύπωσης inkjet εξαιρετικές και τη χρησιμοποιώ εδώ και πολλά χρόνια. Παλιά είχα τη συνήθεια να έχω πάντα μαζί μου μια μικρή Olympus. Φωτογράφιζα ό,τι έβρισκα ενδιαφέρον. Ήταν σαν το μικρό notebook που κουβαλούν οι συγγραφείς μαζί τους. Το 2006 αγόρασα την τελευταία Olympus από την Ιαπωνία, τον καιρό που δίδασκα εκεί. Ήταν ροζ, κάτι πολύ πρωτότυπο για την εποχή εκείνη. Η ροζ ήταν και η τελευταία. Χρόνια χρησιμοποιούσα το κινητό που πρόσφατα αντικατέστησα με τη Fujifilm. Η μικρή σε μέγεθος Fujifilm φωτογραφίζει με εξαιρετική ποιότητα.

Ποιους φωτογράφους ξεχωρίζεις και ποιοι σε έχουν επηρεάσει; 
Η δουλειά μου βρίσκεται σε συνεχή διαχρονικό διάλογο με άλλους εικαστικούς φωτογράφους, φωτογράφους και εικαστικούς. Barbara Bloom, Lorna Simpson, Zoe Leonard, Robert Gober, Albrecht Durer, Gerhard Richter, Bernd and Hilla Becher, Zofia Rydet, Evelyn Richter, Sybille Bergeman, Ulrich Wust, Rosemarie Trockel, Alina Szapocznikow, Hiroschi Sugimoto, Cindy Sherman, Julia Margaret Cameron, François-Frederic Boissonnas, Franscesca Woodman, Laurie Anderson, Maya Deren… Απάντησα την ερώτηση αυθόρμητα, με τα πρώτα ονόματα κι έργα που ήρθαν στο μυαλό μου, γιατί είναι πολλοί. Μπορεί να είναι κι όλοι. Άλλοτε διαφωνώ κι άλλοτε συμφωνώ μαζί τους.

Πώς αξιοποίησες δημιουργικά το χρόνο σου στη διάρκεια της καραντίνας; 
Η πανδημία με βρήκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ήμουν μετά από πρόσκληση της Beral Madra για 4 μήνες residency στο  Gate27, για να δουλέψω σε μια καινούρια ενότητα φωτογραφιών, αυτή τη φορά από την άλλη πλευρά του Αιγαίου. Η αναχώρηση από την Πόλη λόγω πανδημίας αποφασίστηκε μέσα σε 24 ώρες. Όταν γύρισα στο Βερολίνο, οι επιμελήτριες Οvul Durmusoglu και Joanna Warsza με προσκάλεσαν στη δράση – έκθεση DIE BALKONE. ​

Ποιο ήταν το θέμα της δράσης αυτής; 
Πρόκειται για μια δράση βασισμένη πάνω στην τόσο δραματική κι αναπάντεχη εμπειρία για όλη την ανθρωπότητα, αυτή την αρρώστια. Λόγω lockdown, η δράση έγινε στη γειτονιά που ζούμε στο Βερολίνο, το Prenzlauerberg. Οι μοναδικοί χώροι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τα μπαλκόνια, και σε κάποιες περιπτώσεις τα παράθυρα. Η διήμερη αυτή δράση έλαβε μέρος το Σαββατοκύριακο του Πάσχα, αφού όλες οι τελετουργίες της οικογενειακής αυτής γιορτής είχαν απαγορευτεί. Η απήχηση της έκθεσης αυτής ήταν κάτι το καταπληκτικό. Για ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο έβλεπες τους κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο, με τον μικρό χάρτη, να επισκέπτονται τα έργα. Αντί για ένα καταθλιπτικό Πάσχα γεμάτο φόβο κι αγωνία, η τέχνη κατάφερε να ευφράνει για λίγο την ψυχή μας, να στρέψει το βλέμμα και τη σκέψη αλλού. Η απήχηση της δράσης μέσω των social media ήταν πολύ μεγάλη και η ανταπόκριση επίσης πολύ θερμή. Σύντομα θα δείτε τη δεύτερη δράση. 

Η πανδημία έφερε κάποιες ανατροπές στα πλάνα σου; 
Όπως ανέφερα και παραπάνω, το 2020 ήταν μια χρονιά που θα δούλευα εκτός έδρας. Είχα δύο υποτροφίες και residency για μελέτη, έρευνα και εκτέλεση ενός καινούριου έργου. Η πρώτη στην Κωνσταντινούπολη και η δεύτερη στη Βαρσοβία. Η απρογραμμάτιστη επιστροφή στο Βερολίνο έφερε μεγάλη αναστάτωση. Παρόλα αυτά, άρχισα να φωτογραφίζω εκεί, κλεισμένη στο σπίτι – ατελιέ. Ξαναγύρισα στους ιδιωτικούς χώρους, αλλά με μια άλλη προσέγγιση.

Ετοιμάζεις κάποιο νέο πρότζεκτ; 
Βλέπω και ζω τη ζωή μέσα από τα μάτια μου αλλά και μέσα από τον φακό. Οπότε… ναι, συνεχίζω να δουλεύω.

 

* Η σειρά με τις φωτογραφίες της Χριστίνας Δημητριάδη περιλαμβάνονται στην έκδοση με τίτλο «Island Hoping». Επίσης παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο κοινό της Κύπρου σε διαδικτυακή έκθεση της «Φωτοδού». Περισσότερα στο www.christinadimitriadis.com  

Φιλελεύθερα, 21.2.2021.