Όταν είσαι δημοσιογράφος ταγμένος να υπηρετείς το δημόσιο συμφέρον, κάτι το οποίο προϋποθέτει προσωπικό κόστος, δεν μπορείς να είσαι επιλεκτικός στη μετάδοση της είδησης. Δεν μπορείς, βρε αδερφέ, να τηρείς δύο μέτρα και δύο σταθμά. Αλλιώς γίνεσαι -με το μπαρδόν- τσογλαναράς.

Αυτές ακριβώς ήταν οι σκέψεις μας μόλις τέθηκε υπόψη μας από έναν «καλοθελητή» ότι κάποιος έκανε ευαγγέλιο μια αναφορά του Γενικού Εισαγγελέα περί προσοχής στη μετάδοση πληροφοριών για υπόθεση πολιτογράφησης. Προσπάθησε, μάλιστα, να μας υποδείξει πως κακώς ο «Φ» δημοσίευσε ότι στο κατηγορητήριο για τις κυπριοποιήσεις του Σάλεμ και των συγγενικών του προσώπων, περιλαμβάνονται δύο στελέχη της Zavos Group και δύο της νομικής εταιρείας Tsangarides LLC.

Και τι θα γράφαμε, δηλαδή; Ότι κατηγορούμενοι είναι οι πολιτογραφηθέντες και όχι οι πάροχοι; Να ακολουθήσουμε τη βολική οδό και να κάψουμε τους ξένους, αλλά να μην θίξουμε τους Κύπριους, που αντιμετωπίζουν κατηγορίες κιόλας; 

Για να βάλουμε σε μια τάξη τα πράματα, γιατί κάποιοι θέλουν να τα περιπλέκουν:

• Πρώτον και σημαντικότερο, ο δημοσιογράφος οφείλει να είναι υπό μία έννοια αντιεξουσιαστής. Ο ρόλος του, του υπαγορεύει να αποκαλύπτει γεγονότα προς όφελος της κοινωνίας. Να προσπαθεί να ρίχνει φως, να ελέγχει οποιασδήποτε μορφής εξουσία, να αμφισβητεί, να ρωτά επίμονα (κι όχι, ασφαλώς, να χαριεντίζεται με αξιωματούχους, ή έστω αν το κάνει αυτό, να είναι έτοιμος να τους ασκήσει και κριτική όταν χρειαστεί)… Όλα αυτά, βέβαια, χωρίς να καπηλεύεται την ιδιότητά του. Πάντα με προσοχή. Να μην προσθέτει από την τσέπη στην πληροφορία. Να μην μπλέκει το επάγγελμα με τα προσωπικά συναισθήματα. Με κάθε σεβασμό προς τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα, λοιπόν, δεν είναι αυτός που θα υποδείξει στον δημοσιογράφο τι θα πράξει. Εμείς έχουμε άλλες αρχές και δεν υπαγόμαστε κάπου, παρά μόνο λογοδοτούμε στους υγιώς σκεπτόμενους πολίτες.

• Δεύτερον, ο «καλοθελητής» μας παρέπεμψε σε δύο συστάσεις του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. Στην επίμαχη ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας γινόταν μεταξύ άλλων λόγος για (1) «αποφυγή δημοσιοποίησης ευαίσθητων λεπτομερειών των υποθέσεων για σκοπούς προστασίας όλων των ερευνών », και (2) «διασφάλιση των δικαιωμάτων των εν δυνάμει κατηγορουμένων (περιλαμβανομένου του τεκμηρίου αθωότητας)». Κατ’ αρχάς, οι συστάσεις ήταν γενικές. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά το πρώτο σημείο, οι έρευνες για την υπόθεση, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο τον Γενικό Εισαγγελέα, καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, έχουν ολοκληρωθεί. Αν ήταν ημιτελείς, μετά από έναν χρόνο και βάλε, η υπόθεση δεν θα καταχωριζόταν. Όσο δε για το δεύτερο σημείο της ανακοίνωσης, έχουμε διασφαλίσει το τεκμήριο της αθωότητας. Κάνουμε λόγο για κατηγορούμενους κι όχι καταδικασθέντες. Δεν τους χαρακτηρίσαμε, ούτε πήραμε θέση για το τι ακριβώς έγινε. Αυτή, άλλωστε, είναι δουλειά του δικαστηρίου.

Κάποιοι, λοιπόν, ας αφήσουν τη γνωστή καραμέλα και τα μαθήματα δημοσιογραφίας. Όποτε τους βολεύει γίνονται αποκαλυπτικοί και όταν δεν τους παίρνει επικαλούνται κανόνες, που ΔΕΝ διέπουν το λειτούργημα (κάποιοι άλλοι, βέβαια, το βλέπουν ως επάγγελμα).

Και το ωραίο είναι ότι αυτοί οι αχαρακτήριστοι προσπαθούν να κάνουν και υποδείξεις. Όπως κι έναν τυπάκο, ο οποίος πρόσφατα επιχείρησε να πείσει δημοσιογράφο να μην αναδείξει είδηση για συγκεκριμένο αξιωματούχο, γιατί, όπως του είπε, «δεν έχεις να κερδίσεις τίποτα».

Η δημοσιογραφία, όμως, δεν είναι δούναι και λαβείν. Και κυρίως δεν κάνει για άτομα που έχουν ξεπουλήσει αρχές και κτυπούν τίμιους ανθρώπους για να προστατεύσουν καρχαρίες. Ακούς καραγκιοζάκο;