Πήγε το περιβόητο νομοσχέδιο με τις αλλαγές στις εξετάσεις τετραμήνων στην επιτροπή Παιδείας της Βουλής και οι διάφοροι εκπαιδευτικοί φορείς είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν τις θέσεις τους επ’ αυτού και φυσικά αρκετοί από αυτούς να συμφωνήσουν με άλλους ότι διαφωνούν.

Για κάποιον, ο οποίος παρακολουθεί το θέμα και τη συζήτηση όπως αυτή εκτυλίσσεται γύρω από αυτό, οι θέσεις και απόψεις κάθε πλευράς είναι γνωστές. Στην προκειμένη περίπτωση θα τις αφήσουμε στην άκρη, γιατί όπως προχωράει το όλο θέμα διαπιστώνει κανείς ότι η ορθότητα των θέσεων και ποιος έχει δίκιο και ποιος όχι, περνάνε σε δεύτερη μοίρα. Ας δούμε, λοιπόν, μερικές πτυχές αυτού του επίμαχου θέματος, ιδιαίτερα σημαντικές και άκρως ουσιαστικές για το πώς κύλησε η διαδικασία μέχρι σήμερα.

Ένα από τα σημαντικότερα λάθη -αν μπορεί να χαρακτηριστεί κατ’ αυτόν τον τρόπο- είναι το γεγονός ότι από την αρχή της συζήτησης, χρόνια πριν, για τον θεσμό των εξετάσεων τετραμήνων και την ετοιμασία σχετικής νομοθεσίας, το εκπαιδευτικό ζήτημα μπήκε στο περιθώριο από πολλούς. Αντί αυτού, εκείνο που έλαβε μεγάλες διαστάσεις -και τείνει ακόμη και σήμερα να καθορίζει τις συζητήσεις σε μεγάλο βαθμό- ήταν και είναι η πολιτική πτυχή του θέματος. Φορείς διαφόρων στρατοπέδων, κομμάτων, χρωμάτων και αποχρώσεων μπήκαν τότε σε μια ατέρμονη συζήτηση με το επίκεντρο αυτής -ηθελημένα ή άθελα, δεν έχει πλέον και τόση σημασία- να είναι το ιδεολογικό. Έτσι, σχηματίστηκαν οι διάφορες τάσεις και έτσι πορεύονται, αν και για να είμαστε ειλικρινείς, υπάρχουν και κάποιοι φορείς οι οποίοι στην πορεία του χρόνου και των συζητήσεων, βγάζουν την εικόνα ότι άλλα ήθελαν, για άλλα πάλεψαν τότε και για άλλα μάχονται σήμερα.

Από την στιγμή που ένα τόσο σημαντικό εκπαιδευτικό -Ναι! Εκπαιδευτικό!- ζήτημα αφέθηκε σε κομματικές, ιδεολογικές και μικροπολιτικές διαμάχες, αυτομάτως επήλθε ο αποπροσανατολισμός. Και η πτυχή της εκπαίδευσης, του παιδαγωγικού στόχου αυτού του εγχειρήματος και ο σκοπός που έπρεπε ή όφειλε να εξυπηρετεί, πήγε περίπατο. Αυτό στην πορεία έδωσε το άλλοθι στους περισσότερους φορείς (περιλαμβανομένων και κομμάτων και υπουργείου Παιδείας) να πορεύονται αγκυλωμένοι και γαντζωμένοι σε γινάτια και πείσματα. 

Αυτά που είδαμε και κατά την εφαρμογή του επίμαχου θεσμού εν μέσω πανδημίας. Άλλο λάθος κι αυτό. Ενδεχομένως, να ήταν καλύτερο η κείμενη νομοθεσία να εφαρμοζόταν από την επόμενη σχολική χρονιά, λαμβάνοντας αναστολή τις δύο προηγούμενες που είχαν πληγεί από την COVID-19. Κι αυτό όχι μόνο λόγω συνθηκών αλλά και λόγω ηρεμίας και ψυχραιμίας που χρειάζεται να έχει ο τομέας της Εκπαίδευσης, ο οποίος δεν θα βαρεθούμε να λέμε, ότι δεν πρέπει να έχει κανένα απολύτως κομματικό χρώμα. Η Παιδεία ενός λαού είναι εθνική υπόθεση και όχι πεδίο διαμάχης και εξυπηρέτησης συμφερόντων και σκοπιμοτήτων με ευαισθησίες αλα καρτ. Ενδεχομένως δε, η εφαρμογή της νομοθεσίας να έπρεπε να άρχιζε στοχευμένα και καλά οργανωμένα από τα γυμνάσια, ούτως ώστε και τα παιδιά του γυμνασίου να έμπαιναν με μια λογική πορεία στη διαδικασία αυτού του είδους αξιολόγησης, σε αντίθεση με το σήμερα όπου υπάρχουν φόβοι ότι στρεβλώσεις και προβλήματα που παρουσιάστηκαν στο λύκειο, θα μετακυλιστούν και στον γυμνασιακό κύκλο.

Εν κατακλείδι, δεν γνωρίζουμε πώς θα εξελιχθεί η συζήτηση για το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας στη Βουλή, ούτε ποια θα είναι η τελική του έκβαση. Όμως, ας σκεφτούμε όλοι και κυρίως οι αρμόδιοι, ότι με λάθη δεν διορθώνονται λάθη, αλλά ούτε και με απραξία αλλάζει η όποια στρεβλή κατάσταση.