Προ των πυλών βρίσκονται τα αρνητικά επιτόκια. Με άλλα λόγια η επιβολή χρεώσεων στους μεγάλους καταθέτες από τις τράπεζες. Η εποχή που οι καταθέσεις αποτελούσαν μια επενδυτική επιλογή, έστω και συντηρητική, έχουν περάσει. Η αλλαγή δεν έγινε σε μία νύχτα, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υιοθέτησε από το 2014 για πρώτη φορά  αρνητικά καταθετικά επιτόκια, χρεώνοντας τις Τράπεζες που τοποθετούσαν στα ταμεία της την πλεονάζουσα ρευστοτητά τους αντί να τις ανταμείβει. Στόχος της ήταν να τις παροτρύνει να παραχωρούν περισσότερα δάνεια, ενθαρρύνοντας την ανάπτυξης της οικονομίας.

Ως αποτέλεσμα, η πλεονάζουσα ρευστότητα των  ευρωπαϊκών τραπεζών, που καταλήγει στην ΕΚΤ, εδώ και μια πενταετία χρεώνεται με αρνητικό επιτόκιο της τάξης του 0,6% πλέον. Μια πρακτική η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα κρατήσει για πολλά χρόνια ακόμα, έως ότου οι προοπτικές του πληθωρισμού ανακάμψουν σε ικανοποιητικά επίπεδα, κοντά στο 2%. Προς το παρόν, τον Σεπτέμβριο ο ρυθμός στην Ευρωζώνη ήταν ο πιο χαμηλός των τελευταίων τριών ετών στο -0,8%, με την κίνηση στην αγορά να βρίσκεται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα στο -0.9%. 

Με άλλα λόγια, η αγορά δεν κινείται και η ΕΚΤ θεωρεί ότι μερίδιο ευθύνης φέρουν οι τράπεζες που αντί να ρίχνουν χρήμα στην αγορά το παρκάρουν τα ταμεία της. Για να τις αποτρέψει λοιπόν άρχισε να τις χρεώνει, δημιουργώντας ένα τεράστιο κόστος για αυτές. 

Βέβαια για τις τράπεζες είναι μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα καθώς, ναι μεν θέλουν να ανοίξουν τις στρόφιγγες του δανεισμού και να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να επιστρέψουν σε παλαιότερες πρακτικές και να χαρίζουν απλόχερα δάνεια χωρίς αυστηρά κριτήρια και εξασφαλίσεις από μέρους του πελάτη ότι έχει την ικανότητα να αποπληρώσει το δάνειό του. Πρακτικές οι οποίες οδήγησαν στην εκτόξευση του ποσοστού των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων πρέπει να αποφευχθούν δια ροπάλου.

Τουλάχιστον στην Κύπρο, με τις απαραίτητες εξασφαλίσεις και με συγκρατημένο ρυθμό, ο δανεισμός παίρνει τα πάνω του και η αγορά κινείται όμως η πλεονάζουσα ρευστότητα των μεγάλων Τραπεζών παραμένει, φανερώνει την εμπιστοσύνη των καταθετών στο σύστημα όμως αναπόφευκτα μεγάλο μέρος της καταλήγει στα ταμεία της ΕΚΤ. 

Η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων έπληξε καίρια την κερδοφορία των τραπεζών, που από το 2014 απορροφούν μόνες τους αυτό το δυσβάσταχτο κόστος. Ήταν αναπόφευκτο λοιπόν ότι σε κάποια στιγμή θα μετακυλούσαν τις χρεώσεις στους καταθέτες, και συγκεκριμένα στους επιχειρηματικούς και θεσμικούς καταθέτες. Αυτό συμβαίνει ήδη στις πλείστες μεγάλες τράπεζες στην Ευρώπη και πολύ σύντομα θα το δούμε και στην Κύπρο. 

Παρόλα αυτά, τα μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται μονοδιάστατα. Λόγω των αρνητικών επιτοκίων, τα επιτόκια που εφαρμόζονται σε υποθήκες και σε άλλους τύπους δανείων είναι τα χαμηλότερα που έχουν καταγραφεί ποτέ στην Κύπρο. Ταυτόχρονα, έχουν συμβάλει στη μεγάλη πτώση στο κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων, οδηγώντας στην αύξηση των δημόσιων επενδύσεων σε έργα υποδομής και ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.