ΟΙ ΠΡΟΤΡΟΠΕΣ ΤΡΙΩΝ, τουλάχιστο, υψιπετών τής πολιτικής μας διανόησης, δημοσιογράφων και έντονες ήσαν και σαφείς: Όποιος πήγε στο μνημόσυνο του Γρίβα, μόνο ένα ευθύβολο (sic) τρόπο έχει, αν θέλει να αντιληφθεί την ύβρη που διέπραξε κατά της Ιστορίας με την παρουσία του εκεί. Να σπεύσει να δει το έργο «Μανώλη»! Θα βγει από τη θεατρική αίθουσα «με ένα μούδιασμα», όπως βγήκε, τουλάχιστον, ο ένας εξ αυτών! Ένα «μούδιασμα», προφανώς, το οποίο θα είναι τουλάχιστο λυτρωτικό της ύβρεως… Δεδομένου λοιπόν ότι ο γράφων πήγε στο μνημόσυνο «του Γρίβα» (ολογράφως: «στρατηγού Γρίβα-Διγενή») και δεδομένου επίσης ότι καλώς γνωρίζει, πως το να αγνοήσει κανείς τέτοιες εξόχως σοβαρές προτροπές της καινής (και επισημαίνω το «άλφα ιώτα» – προς το παρόν τουλάχιστον…) άρχουσας ηθικής τάξης πραγμάτων του τόπου, ειδικά σε χαλεπούς, μανιχαϊκούς, καιρούς της παρακμής, ισοδυναμεί με τη διάπραξη κρατικού αμαρτήματος, δεν είχε έξοδο, παρά να σπεύσει να δει το έργο…
ΥΠΕΙΚΩΝ ΛΟΙΠΟΝ στις προτροπές της ως άνω πολυσέβαστης τριάδας δημοσιογράφων, πήγα και εγώ να το ιδώ, προσβλέποντας στο ειρηθέν «λυτρωτικό μούδιασμα»! Και είναι αλήθεια ότι ένα «μούδιασμα» το ένιωσα! Όμως, καθόλου βέβαιος δεν είμαι αν ήταν το λυτρωτικό μούδιασμα που ευαγγελίστηκε ο ρηθείς δημοσιογράφος. Μούδιασμα πάντως ήταν, χωρίς αμφιβολία! Πλην όμως, διαμετρικά αντίθετο του εξαγγελθέντος! Μάλλον μούδιασμα σύγχυσης, αντί «λυτρωτικό», ήταν. Θα το διατυπώσω συνεπώς και ας κρίνει ο αναγνώστης. Ιδού λοιπόν: 
Ο,ΤΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ τη σύγχυση στο εν λόγω «εμβληματικό» θεατρικό έργο, «Μανώλη», είναι ο σκιώδης χρόνος του δράματος. Αναφέρεται βέβαια σε γεγονότα κάποιας εποχής του τόπου! Αλλά θα μου επιτρέψει ο συμπαθής συγγραφέας του, να το πω: Δεν κατορθώνεται στο έργο να εντοπίσει ο θεατής σε ποια περίοδο της ιστορίας του τόπου διαδραματίζεται! Και περί του χρόνου, χρέος έχει να διερωτηθεί κανείς, όταν ειδικότερα έχει και κάποια ηλικία, αφενός, δεν έχει δε και «μνήμη σουρωτήρι», κατά ρήση κορυφαίου, φαντάζομαι, της εν λόγω τριάδας. Αναφέρεται τάχα στη θλιβερή περίοδο ’72–’74, όπου, κατά μνημειώδη*1 ρήση του Αρχηγέτη της, Μακαρίου-Γ’: «έτο σιόρ, μερικοί ανόητοι δικοί μου έβαλαν πόμπες σε δικούς τού Γρίβα»! Διότι προφανώς οι ανόητοι του Γρίβα είχαν προηγουμένως κάνει ανάλογα σε δικούς του Μακαρίου-Γ’!
ΤΗΝ ΕΚΔΟΧΗ ΑΥΤΗΣ της εποχής την αποκλείουν όμως τα συμφραζόμενα στο έργο. Διότι εκείνο που διατυπώνει και το διατυπώνει σαφώς, η πρωταγωνίστρια, είναι πως η ίδια γνωρίζει τον δολοφόνο του γιου της, αλλά όταν προσέτρεξε στην εξουσία να ζητήσει τη δίωξή του, της απάντησαν να φύγει, αλλιώς, «θα την κλείσουν στο ψυχιατρείο»! Πράγμα που αυτομάτως αποκλείει η πολιτική δολοφονία να έγινε στην περίοδο εκείνη (και ότι συνεπώς δολοφόνος ήταν η ΕΟΚΑ Β’) όπως δηλ. κατάλαβε η ευφυής τριάδα των φωτισμένων δημοσιογράφων. Διότι, μέχρι και το ’77 που πέθανε, με ένα διάλειμμα 4,5 μόνο μηνών, άρχων αναμφισβήτητος ήταν στον τόπο ο Μακάριος-Γ’! Και Εκείνος ουδέποτε θα προστάτευε δολοφόνους. Ειδικά αν ανήκανε στους «ανόητους του Γρίβα»…
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΛΟΙΠΟΝ κι εγώ, για να βρω απάντηση, πήρα τα πράγματα από πολύ παλιά. Από «ανεξαρτησίας» και εντεύθεν, για δυο λόγους: Πρώτο, διότι τα έζησα εκ νεότητός μου, και δεύτερο για να μη κατηγορηθώ από οποιαδήποτε τριανδρία ευκλεών δημοσιογράφων για «μνήμη σουρωτήρι»! Αρχαιότερη λοιπόν πολιτική δολοφονία, είναι εκείνη που έγινε το 1961. Δολοφονημένοι όμως τότε ήσαν όχι ένας αλλά δυο, (Νεοκλής Παναγή-Ευριπίδης Νούρος) αγωνιστές, ειρήσθω, της ΕΟΚΑ! Συνεπώς δεν είναι αυτή την (ανεξιχνίαστη επίσης) πολιτική δολοφονία που είχε κατά νου το «εμβληματικό» έργο «Μανώλη».
ΕΠΟΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ διαπράχθηκε το 1962! Δολοφονημένος εδώ είναι μόνο ένας, επίσης αγωνιστής της ΕΟΚΑ. Ο Αντρέας Παντελίδης, μοναχογιός κι εκείνος, χήρα κι η μητέρα του! Εδώ το πράγμα όντως προσομοιάζει στο έργο και για έναν άλλο λόγο: Η «χαροκαμένη» μάνα του 1962, όντως αποτάθηκε, και όχι μια φορά, στην εξουσία, εκλιπαρώντας δικαιοσύνη για την, ανεξιχνίαστη, εν «μέση οδώ», δολοφονία του γιου της… Η εξουσία όμως τότε, δεν την απείλησε απλώς, παρά και μονίμως, την έστελνε στο ψυχιατρείο. Τελευταία μάλιστα φορά, όταν σωριάστηκε στην άσφαλτο μπροστά στις ρόδες της Κάντιλακ του, απαιτώντας από τον ίδιο τον Μακάριο-Γ’, να της πει, όχι ποιος είναι ο δολοφόνος, (της ήταν γνωστός) αλλά ποιος είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας. Ο Μακάριος-Γ’ φυσικά και αφού πρώτα την ξυλοκόπησε η επώνυμη «φρουρός», την έστειλε επίσης στο ψυχιατρείο! Όπου όμως ο Μικελλίδης την έστειλε και πάλι, ως υγιέστατη, στο σπίτι της! 
ΚΑΘΑΡΣΗ; ΠΟΙΑ ΚΑΘΑΡΣΗ… Κατά τα λοιπά σε ό,τι πλήρως συμφωνώ με την ειρημένη τριανδρία, είναι το «λυτρωτικό» ευφυολόγημά-της: «Χωρίς ΚΑΘΑΡΣΗ, επιτρέπουμε στο τοξικότερο των δηλητηρίων, να οδηγήσει σε οδύνες εθνικιστικού παροξυσμού»… Πλην όμως, η μόνη «τραγωδική» κάθαρση που γνωρίζω πως συνέβη, είναι ότι τριάντα χρόνια αργότερα, η κυρία Ελένη εγκατέλειψε πονεμένη τα εγκόσμια… Το έτος 1992! Όχι δηλ. και τόσο μακριά για όποιον από φυσικού του, φίλε αναγνώστη, απεχθάνεται τη «μνήμη σουρωτήρι»… 

*Διδάκτωρ του ΕΜΠ.