Με την ευκαιρία του πρόσφατου διορισμού ερευνητικής επιτροπής για το θέμα του σκανδάλου των διαβατηρίων, θεώρησα χρήσιμο να εξετάσω αν είναι δυνατόν να διορίζονται ερευνητικές επιτροπές χωρίς να υπάρχει ειδική συνταγματική πρόνοια. Είναι γεγονός ότι, υπάρχει ένας Νόμος περί ερευνητικών επιτροπών που θεσπίστηκε κατ’ αρχάς πριν το Σύνταγμα (Κεφ. 44). Και επειδή ο διορισμός ερευνητικών επιτροπών κατάντησε να είναι θεσμός επί παντός θέματος, ένιωσα την ανάγκη να ερευνήσω αν είναι δυνατόν νομικώς, να διορίζονται ερευνητικές επιτροπές που ασχολούνται με θέματα, για τα οποία αρμοδιότητα έχουν οι διάφοροι θεσμοί που προβλέπει το Σύνταγμα. Πιστεύω ότι, η απάντηση πρέπει να είναι αρνητική. Αν ήταν καταφατική, θα καταλήγαμε να υποκαθίσταντο οι συνταγματικοί θεσμοί από ερευνητικές επιτροπές. Υπενθυμίζω ότι, ο εν λόγω Νόμος προέρχεται από την Αγγλία, όπου δεν υπάρχει Σύνταγμα. Πρόσφατα, διορίστηκε μια επιτροπή από νομικούς, το ήθος των οποίων δεν αμφισβητώ, για να εξετάσει θέμα το οποίο εμπίπτει σαφώς, στην αρμοδιότητα του Γενικού Ελεγκτή αφού σύμφωνα με το Άρθρο 116 του Συντάγματος:

«Ο Γενικός Ελεγκτής βοηθούμενος υπό του Βοηθού Γενικού Ελεγκτού ελέγχει εν ονόματι της Δημοκρατίας πάσαν πληρωμήν ή είσπραξιν και πάντα λογαριασμόν χρηματικών διαθέσιμων ή λοιπού ενεργητικού ή αναλιφθείσων υπό της Δημοκρατίας ή δια λογαριασμόν αυτής υποχρεώσεων, του οποίου η διαχείρισις γίνεται υπό της Δημοκρατίας ή εν ονόματι αυτής θεωρών και ελέγχων συνάμα πάντα τοιούτου λογαριασμόν. Προς τον σκοπόν τούτον έχει δικαίωμα της επιθεώρησης απάντων των σχετικών προς τοιούτους λογαριασμούς βιβλίων, αρχείων και καταστάσεων και των τόπων ένθα φυλάσσεται το περί ου ο λόγος ενεργητικόν.» 

Οι εξουσίες λοιπόν του Γενικού Ελεγκτή ασκούνται από τον ίδιο, χρησιμοποιώντας εάν αυτός κρίνει αναγκαίο, και τη βοήθεια του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. Αυτή είναι η θέληση του Συνταγματικού Νομοθέτη, σε ένα Σύνταγμα που λειτουργεί με τη συγκατάθεση του λαού τα τελευταία 60 χρόνια. Οι εξουσίες του Γενικού Ελεγκτή, είναι τέτοιας φύσεως που ασφαλώς περιλαμβάνουν πληρωμές και είσπραξη χρημάτων για λογαριασμό της Δημοκρατίας. Ο εκάστοτε Γενικός Ελεγκτής πρέπει βεβαίως να έχει τα προσόντα να ασχοληθεί με τις εξουσίες που αναφέρει το εν λόγω άρθρο, ελέγχοντας συγχρόνως και τον σχετικό λογαριασμό. Έχει και το δικαίωμα της επιθεώρησης όλων τον σχετικών λογαριασμών, αρχείων και καταστάσεων. Η επιτροπή που διορίστηκε τώρα για το θέμα των διαβατηρίων δεν έχει τα ίδια προσόντα με τον Γενικό Ελεγκτή. Μπορεί να είναι εξαιρετικοί νομικοί αλλά, για λογαριασμούς αμφιβάλλω αν έχουν την ανάλογη δυνατότητα. Και κάτι παράξενο. Διορίστηκε αυτή η επιτροπή για να κάνει εργασία που ανήκει συνταγματικά στον Γενικό Ελεγκτή αλλά αυτός δεν διορίστηκε. Διορίστηκε όμως ο Βοηθός του, ο οποίος υπόκειται στις οδηγίες του Γενικού Ελεγκτή. Είναι μια πολύ παράδοξη προσθήκη. Αφού ο Γενικός Ελεγκτής δεν διορίστηκε, τότε γιατί διορίστηκε ο Βοηθός του ο οποίος υπάγεται στις οδηγίες του Γενικού Ελεγκτή; Και γιατί αν επιτρέπεται, στην προκειμένη περίπτωση για τα διαβατήρια, δεν έδωσαν τα σχετικά έγγραφα στον Γενικό Ελεγκτή; Η απάντηση που δόθηκε δεν με πείθει, ότι υπάρχουν έρευνες τώρα και αυτό δυσκολεύει την παράδοση των εγγράφων και στον Γενικό Ελεγκτή. 

Σημειώνω ότι, οι έρευνες αυτές είναι ασυμβίβαστες με το Σύνταγμα. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα για ένα Κράτος. Και αν εμπλέκεται στο υπό διερεύνηση θέμα ο ανώτατος άρχοντας, τι μέτρα πάρθηκαν για να επιτευχθεί μια αναγκαία και αποτελεσματική αμεροληψία για την εξέταση της υπόθεσης, έχοντας υπόψη ότι και ο διορισμός των μελών έγινε από τον Γενικό Εισαγγελέα τον οποίο αναβάθμισε εν τάχει ο Αρχηγός του Κράτους, από δικηγόρο σε υπουργό και αμέσως μετά σε Γενικό Εισαγγελέα. Για να γίνω πιο σαφής, αναφέρω και άλλα θέματα τα οποία έτυχαν εξέτασης από ερευνητικές επιτροπές, ενώ η εξέτασή τους όφειλε να γίνει από Συνταγματικά Όργανα. Για εγκλήματα αντί να ανατεθεί εξ αρχής η έρευνά τους στην Αστυνομία, έγιναν ερευνητικές επιτροπές σε σχέση με τράπεζες, Συνεργατισμό, για το Μαρί, για τη Cyta, για την υπόθεση του Ρίκκου Ερωτοκρίτου και πολλά άλλα θέματα που ανήκουν στην Αστυνομία. 

Οι ερευνητικές επιτροπές επηρεάζουν λανθασμένα χωρίς να το θέλουν, την απαιτούμενη έρευνα διότι καθυστερούν, προκαταλαμβάνουν σε θέματα που δεν γνωρίζουν καλά και μπορεί να λειτουργούν από πρόσωπα που δεν έχουν τα εχέγγυα της αμεροληψίας ή ακόμα χειρότερα τα οποία έχουν διασυνδέσεις, σχέσεις και στενές φιλίες με τα υπό διερεύνηση πρόσωπα. Τονίζω και το γεγονός της έλλειψης επαρκούς νομοθετικής ρύθμισης των ερευνητικών επιτροπών για τις οποίες πρόνοια υπάρχει στο Κεφάλαιο 44, το οποίο μιλά για γενικότητες και είναι άσχετο με τα σημερινά δεδομένα. Εκείνο το οποίο προβλέπει με την προσθήκη του Άρθρου 8Α που ισχύει σήμερα, καταδεικνύει σαφώς την επικινδυνότητα των ερευνητικών αυτών επιτροπών εις βάρος των θεσμών, αφού προβλέπει ότι η Επιτροπή, στην έκθεση που συντάσσει δυνάμει του Νόμου αυτού, καταγράφει την κρίση της και το τελικό πόρισμά της επί των γεγονότων που διερεύνησε σύμφωνα με τους όρους εντολής της.