«Βαρίστας» είναι η νέα λέξη που προστέθηκε πρόσφατα στο λεξιλόγιό μας από τους γλωσσοπλάστες αθλητικογράφους, που βρήκαν τον τρόπο να περιγράψουν τον χειριστή του βαρ, αγγλιστί Video Assistant Referee, ένα σύστημα που ελέγχει επίμαχες φάσεις του ποδοσφαιρικού αγώνα για να δώσει στον διαιτητή τη δυνατότητα να πάρει την πιο ορθή και κατά το δυνατόν, πιο δίκαιη απόφαση. 

Φέραμε βαρίστες από το εξωτερικό, επειδή έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία, δεν συνδέονται με τις κυπριακές ομάδες, είναι πιο ουδέτεροι άρα λιγότερο επιρρεπείς, είναι πιο επαγγελματίες από τους δικούς μας και πολλά άλλα. Κι όμως, από την πρώτη μέρα τους σκαρτέψαμε κι αυτούς, όπως εξάλλου ήταν αναμενόμενο στη χώρα που θέλει να γίνει κανονική αλλά δεν την αφήνουν οι ξένοι. 

Ξένοι, λοιπόν, και οι βαρίστες μας, ξένοι και οι διαιτητές σε σημαντικούς αγώνες, ξένοι και οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές, ξένοι όλο και πιο πολλοί από τους μεγαλοπαράγοντες-χρηματοδότες των ποδοσφαιρικών ομάδων, ξένοι χορηγοί, αλλά (κατά τα άλλα), παινευόμαστε για το κυπριακό ποδόσφαιρο, το θαυμάζουμε για τις επιδόσεις του και αισθανόμαστε υπερήφανοι που συνεχώς ανεβαίνει σκαλοπάτια και παίρνουμε βαθμούς στην Ευρώπη, για να μπορούμε να στέλνουμε περισσότερες ομάδες στην «κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση του πλανήτη» όπως λέμε με στόμφο. 

Μακάρι όμως τα προβλήματα να περιορίζονταν στο χώρο του ποδοσφαίρου, όπου η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι περισσότερο από προφανής. Δυστυχώς είναι παθογένεια που τη συναντούμε παντού, κυρίως σε αυτά που επηρεάζουν το μέλλον μας και καθορίζουν ακόμη και την ύπαρξή μας. 

Εξήντα ενός ετών έγινε η Κυπριακή Δημοκρατία, που είναι και ευρωπαία αλλά ακόμη πασκίζει να βρει τα πατήματά της, να ενηλικιωθεί και να αποβάλει την καχυποψία και τα άλλα βρεφικά σύνδρομα που την ταλαιπωρούν μέχρι σήμερα. Και δεν υπάρχει ούτε βαρ για να στηριχτούμε πάνω του μήπως και βρούμε το δίκιο μας. Έχουμε τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ αλλά αυτός διπλωμάτης είναι, δεν είναι βαρίστας. Ούτε  διαιτητής. Μια φορά εκχωρήσαμε δικαίωμα επιδιαιτησίας στον γενικό γραμματέα και ακόμη το φυσάμε και δεν κρυώνει.

Σιγά μην αφήσουμε τους ξένους να μας λύσουν το Κυπριακό. Εμείς θέλουμε λύση κυπριακής ιδιοκτησίας, από τους Κύπριους για τους Κύπριους. Όσο υπάρχουν Κύπριοι δηλαδή, διότι με το ρυθμό που πάμε, σε λίγα χρόνια θα… μας ψάχνουμε με το κερί. Έτσι κι αλλιώς σ᾽αυτή τη χώρα όλα ξένα είναι. Από τους βαρίστες και τους προπονητές, μέχρι τους διαιτητές και τους παίκτες. Στο μέλλον οι μόνοι Κύπριοι θα είναι οι πολιτογραφημένοι επενδυτές, που θα κάθονται στο ρετιρέ σε κάποιο από τους πύργους τους, θα αγναντεύουν τη θάλασσα της Λεμεσού (μπορεί και της Αμμοχώστου) και θα διηγούνται στα παιδιά τους ιστορίες από τη σημερινή Κύπρο, που πάτησε τα εξήντα και πάσκιζε να γίνει κανονική.

Θα λένε για ένα γενικό γραμματέα του ΟΗΕ που ήθελε να τετραγωνίσει τον κύκλο, ανάμεσα στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και την κυριαρχική ισότητα. Και ότι του πήρε μέρες πολλές για μέχρι να ορίσει (ένα ακόμη) απεσταλμένο για να προσπαθήσει να συνεννοηθεί ανάμεσα στις δύο πλευρές, που συζητούσαν για μέρες, για μήνες και για χρόνια, πότε για τη βάση της λύσης και πότε για δείκτες, για πλαίσια, για ιδέες, για όρους αναφοράς, για κοινά ανακοινωθέντα, για συμφωνίες κορυφής, για σχέδια λύσης και για πολλά άλλα.

Όταν πρωτάρχισε το Κυπριακό τα σπίτια της Κύπρου δεν είχαν τρεχούμενο νερό και ρεύμα. Τώρα έχουν και wifi και έξυπνα τηλέφωνα και ΗD Τv, μέχρι και βάρ έχουμε. Αλλά ακόμη συζητούμε με τους ίδιους όρους για τα αυτονόητα.

Φιλελεύθερα, 3.10.2021.