Όσοι αψηφούν τη σκόνη, θεωρώντας πως όταν εκτίθενται σε αυτήν απλώς θα στεγνώσει λίγο ο λαιμός τους ή ότι θα τους τσούξουν λίγο τα μάτια τους, πρέπει να το ξανασκεφτούν, αφού σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες, από τις καταιγίδες σκόνης της ερήμου, προκύπτουν αλλαγές στην θνητότητα ή τη νοσηρότητα κατά τη διάρκεια ή και αμέσως μετά από τέτοια επεισόδια.
Όπως καταγράφεται σε σχετικό έντυπο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, (το πρώτο μέρος δημοσιεύθηκε χθες στον «Φ») το οποίο ολοκληρώθηκε πρόσφατα, οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες κατέδειξαν πως ένας σημαντικός αριθμός ανεπιθύμητων επιπτώσεων στην υγεία σχετίζονται με την έκθεση σε σκόνη της ερήμου.
Πέρα από αναπνευστικές παθήσεις όπως η ρινίτιδα, το άσθμα κ.ο.κ., η σκόνη της ερήμου μπορεί να προκαλέσει ή να επιδεινώσει καρδιαγγειακές διαταραχές π.χ. εγκεφαλικό επεισόδιο, αρρυθμία, ισχαιμική καρδιακή νόσο, εγκεφαλοαγγειακή νόσο, κάρδιο-αναπνευστικές παθήσεις όπως χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, και πιο σπάνια, να προκαλέσει επιπεφυκίτιδες, μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα, οφθαλμικές λοιμώξεις καθώς και διάφορους ερεθισμούς του δέρματος. Με άλλα λόγια, οι πιθανές επιπτώσεις είναι πολύ περισσότερες από όσες μπορεί κάποιος να υποθέσει εκ πρώτης όψεως. Βεβαίως, δεν αντιδρούν το ίδιο όλοι οι οργανισμοί αλλά η προσέγγιση του τύπου, «εμένα δεν με ενοχλεί η σκόνη», μάλλον δεν ευσταθεί και υποτιμά τον κίνδυνο, αφού όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι άλλος επηρεάζεται λιγότερο και άλλος περισσότερο.
Στο σχετικό έντυπο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας γίνεται αναφορά σε πρόσφατη βιβλιογραφική ανασκόπηση σχετικά με τις επιδράσεις των επεισοδίων καταιγίδων σκόνης της ερήμου που κατέδειξε πως, παρόλο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των επιδημιολογικών μελετών που ασχολήθηκαν με το θέμα (πέραν του 85%) έχουν επιβεβαιώσει σημαντικές συσχετίσεις της σκόνης της ερήμου με ποικίλες επιπτώσεις στην υγεία, εντούτοις υπάρχουν σημαντικοί περιορισμοί, οι οποίοι σχετίζονται με τον προσδιορισμό της έκθεσης και τις μεθόδους στατιστικής ανάλυσης, οι οποίοι οδηγούν σε ασυμφωνίες στον ακριβή ποσοτικό προσδιορισμό των επιπτώσεων της σκόνης της ερήμου στην ανθρώπινη υγεία.
Οι ασυμφωνίες προέρχονται από τους διαφορετικούς τρόπους μέτρησης της σκόνης της ερήμου (χρήση διαφορετικών εργαλείων, μετεωρολογικά μοντέλα, οπτικό βάθος αερολυμάτων δορυφορικές φωτογραφίες, κ.ά.). Εξάλλου, ο σχεδιασμός των μελετών διαφέρει ανάλογα με τη μεθοδολογία στατιστικής ανάλυσης (διαφορές σε κάποιο δείκτη υγείας τις μέρες με σκόνη σε σύγκριση με ημέρες χωρίς σκόνη ή κατά πόσο η επιβάρυνση του συγκεκριμένου δείκτη υγείας αυξάνεται ανά μονάδα αύξησης των επιπέδων σκόνης της ερήμου κ.λπ.).
Τα πιο πάνω, σε συνδυασμό με διαφορές στους πληθυσμούς (γενικό πληθυσμό, παιδιά, ευάλωτες ομάδες πληθυσμού), τις πηγές σκόνης της ερήμου (αφρικανική, ασιατική κ.λπ.) και τους δείκτες υγείας (εισαγωγές ή επισκέψεις σε νοσοκομεία, συμπτώματα και δυσφορία, θνησιμότητα, επισκέψεις στα επείγοντα περιστατικά, μεταφορές με ασθενοφόρα) που έχουν μελετηθεί, εξηγούν τις πιθανές ασυμφωνίες στον προσδιορισμό των επιπτώσεων της σκόνης της ερήμου στην υγεία χωρίς βεβαίως να τις αναιρεί.
Πιο ευάλωτα τα παιδιά από τους ενήλικες
Ειδικά για πληθυσμούς που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι, όπως παιδιά με άσθμα, ηλικιωμένοι και χρόνια πάσχοντες από καρδιακές και αναπνευστικές παθήσεις υπάρχουν αρκετές και επαναλαμβανόμενες ενδείξεις για τις αρνητικές επιδράσεις των καταιγίδων σκόνης της ερήμου.
Αρκετές σχετικές επιδημιολογικές μελέτες έχουν δημοσιευθεί και για την περιοχή της νότιας Ευρώπης.
Η πιο σημαντική μελέτη των Stafoggia et al, αξιολόγησε την επίδραση των επεισοδίων σκόνης της ερήμου σε ολική, καρδιαγγειακή και αναπνευστική θνησιμότητα καθώς και σε εισαγωγές σε νοσοκομεία για καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα για άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 15 ετών και σε εισαγωγές παιδιών ηλικίας μικρότερης των 15 ετών σε νοσοκομεία για αναπνευστικά νοσήματα. Η μελέτη συνδύασε δεδομένα από 11 μεγάλες πόλεις της νότιας Ευρώπης (Μιλάνο, Τορίνο, Πάρμα-Μοδένα, Μπολόνια, Μασσαλία, Ρώμη, Βαρκελώνη, Θεσσαλονίκη, Μαδρίτη, Παλέρμο, Αθήνα).
Τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα για τη συσχέτιση με τις καρδιοαναπνευστικές εισαγωγές στους ενήλικες δεν ήταν στατιστικά σημαντικά, αλλά στα παιδιά, για κάθε 10 pg/m3 αύξηση στη συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ10) της ερήμου, η αύξηση στις ημερήσιες εισαγωγές στο νοσοκομείο για αναπνευστικά αίτια ήταν ίση με 2,47%.
Οι μαθητές και ειδικά όσοι υποφέρουν από άσθμα μπορούν να προστατευθούν από τη σκόνη της ερήμου με τον περιορισμό της παρουσίας τους σε εξωτερικούς χώρους αλλά και με τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας όπως κατέδειξε η εφαρμογή σχετικού προγράμματος (LIFE MEDEA). Όπως αναφέρεται στο σχετικό έντυπο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, ο βαθμός ανταπόκρισης σε εξατομικευμένες προειδοποιήσεις για καταιγίδες σκόνης της ερήμου (ΚΣΕ) με βάση τα αποτελέσματα του προγράμματος LIFE MEDEA, καταδείχθηκε (με αντικειμενικές μετρήσεις) ότι, κατά τη διάρκεια επεισοδίων Καταιγίδων Σκόνης Ερήμου, οι μαθητές με άσθμα μπορούν να μειώσουν σημαντικά τον χρόνο σε εξωτερικούς χώρους (μείωση περίπου 30%) και την υπαίθρια σωματική δραστηριότητα (μείωση περίπου 15%), μετά τη λήψη έγκαιρων προσωπικών ειδοποιήσεων και συγκεκριμένων συστάσεων σε κινητά τηλέφωνα, διαδικτυακές εφαρμογές και εργαλεία.
Αντίθετα, η μελέτη επίσης κατέδειξε ότι, το σενάριο «του συνήθους τρόπου λειτουργίας – business as usual» με τις προειδοποιήσεις/συστάσεις που εκδίδονται για το κοινό/τις ευάλωτες ομάδες από τις εθνικές αρμόδιες αρχές κ.ο.κ., δεν μεταβάλλει σημαντικά την έκθεση σε εξωτερικούς χώρους κατά τη διάρκεια των καταιγίδων σκόνης τη ερήμου.
Στο νοσοκομείο με αναπνευστικές παθήσεις
Άλλες επιπτώσεις στην υγεία που έχουν μελετηθεί ενδελεχώς και έχουν συνοψιστεί σε ακόμα μία πρόσφατη βιβλιογραφική ανασκόπηση για την περιοχή της ανατολικής – νοτιοανατολικής Ασίας, είναι οι εισαγωγές σε νοσοκομεία για αναπνευστικές παθήσεις (γενικά), άσθμα και πνευμονία.
Αυτές παρουσίαζαν την μεγαλύτερη ημερήσια αύξηση τους (σε σύγκριση με μέρες χωρίς σκόνη) τρεις μέρες μετά από κάθε επεισόδιο σκόνης και η οποία ήταν ίση με 8,85% για όλες τις αναπνευστικές παθήσεις, 14,55% για το άσθμα και 8,51% για την πνευμονία.
Επιπλέον από την ίδια περιοχή, σε σύνολο 12 μελετών που αξιολόγησαν πνευμονική λειτουργία, οι 7 έδειξαν ότι οι καταιγίδες σκόνης προκαλούν μειωμένες τιμές μέγιστης εκπνευστικής ροής, ενώ από σύνολο 21 μελετών που αξιολόγησαν συμπτώματα του αναπνευστικού, σε 16 μελέτες, η βαρύτητα ή/και η συχνότητα τους ήταν αυξημένη κατά τη διάρκεια ή μετά από ένα επεισόδιο σκόνης της ερήμου.