Αρνείτο πεισματικά να ακολουθήσει τις οδηγίες της υπουργού Δικαιοσύνης Στέφης Δράκου η διεύθυνση του Τμήματος Φυλακών σε ό,τι αφορά το σύστημα απενεργοποίησης κινητών τηλεφώνων.

Αυτό τεκμηριώνεται και από περιεχόμενο επιστολής που έχει στην κατοχή του ο «Φ» και παρουσιάζει στο παρόν δημοσίευμα.

Η κ. Δράκου, σε σύσκεψη στις 15 Φεβρουαρίου είχε δώσει προφορικά οδηγίες ώστε να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες του εν λόγω συστήματος.

Κι αυτό με στόχο να καταγράφεται, (1) ποιοι κρατούμενοι επικοινωνούν μέσω κινητών, (2) τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα των κλήσεων, (3) να ενημερώνονται άμεσα με αυτόματη ειδοποίηση το Τμ. Φυλακών και η Αστυνομία, αλλά και (4) σε ποιο σημείο βρίσκεται η τηλεφωνική συσκευή ώστε να μπορεί να εντοπιστεί.

Μάλιστα, η Στέφη Δράκου, είχε επαναλάβει αυτή τη θέση σε συνάντηση με τη διεύθυνση των Φυλακών στις 24/02/2022, ενώ είχε δώσει και σχετική οδηγία γραπτώς στις 28 Φεβρουαρίου, μέσω επιστολής. Καλούσε τη διεύθυνση να υλοποιήσει τη σχετική απόφαση και να προχωρήσει «άμεσα σε όλες τις δέουσες ενέργειες σε συνεννόηση με το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών για υλοποίησή της». 

Παρ’ όλα αυτά, το Τμήμα Φυλακών διαφωνούσε και δεν προέβαινε σε σχετικές ενέργειες. Θεωρούσε ότι αν ενεργοποιείτο η λειτουργία συλλογής τηλεπικοινωνιακών δεδομένων κρατουμένων, πιθανώς να επηρεάζονταν κι άλλοι χρήστες κινητών συσκευών στις Φυλακές πέραν των υποδίκων ή καταδικασθέντων. Είχε κάνει λόγο για καταπάτηση συνταγματικών δικαιωμάτων, αλλά και κίνδυνο να υποπέσει η ίδια η διεύθυνση των φυλακών σε ποινικό αδίκημα, σε περίπτωση υλοποίησης της απόφασης. Την ίδια στιγμή η διεύθυνση των Κεντρικών Φυλακών τασσόταν μόνο υπέρ της φραγής τηλεφωνικών κλήσεων.

Όλα τα πιο πάνω καταγράφονται σε επιστολή με την ένδειξη «ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ» που απέστειλε στις 17 Μαρτίου προς την υπουργό Δικαιοσύνης, η ανώτερη λειτουργός του Τμ. Φυλακών, Αθηνά Δημητρίου. Η τελευταία εμφανίζεται ως συντάκτρια και αποστολέας της επιστολής, υπογράφοντας εκ μέρους της διευθύντριας Άννας Αριστοτέλους («για Διευθύντρια Τμήματος Φυλακών»).

Η κα Δημητρίου, σημείωνε πως από την πρώτη στιγμή η διεύθυνση των Φυλακών είχε διαφωνήσει και εξέφρασε επιφυλάξεις «αναφορικά με τη νομιμότητα να αξιοποιηθεί το σύστημα απενεργοποίησης των κινητών τηλεφώνων για σκοπούς συλλογής τηλεπικοινωνιακών δεδομένων καθότι η λειτουργία αυτή δεν θα περιορίζεται μόνο στους κρατούμενους, αλλά θα επεκτείνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους χρήστες κινητών που αναγνωρίζονται από το σύστημα απενεργοποίησης».

Μάλιστα, υποδείκνυε στην Υπουργό πως έδωσε τη σχετική οδηγία «παραβλέποντας τις επιφυλάξεις μας και τα ζητήματα νομιμότητας που δεν έχουν απαντηθεί». Η κα Δημητρίου συνέχιζε, αναφέροντας: «Στην ουσία ζητείται η Διεύθυνση του Τμήματος Φυλακών να αναλάβει την ευθύνη της εφαρμογής ενός μέτρου που το θεωρεί ως παράνομο».

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Στη μακροσκελή επιστολή έκτασης πέντε σελίδων, η ανώτερη λειτουργός των Φυλακών επικαλείτο συνταγματικά δικαιώματα, παρέθετε νομικά σημεία, έκανε αναφορά σε νομοθεσίες και αποφάσεις ανώτερων δικαστικών σωμάτων, καταλήγοντας πως η διεύθυνση των Φυλακών δεν συνηγορούσε με τη χρήση όλων των δυνατοτήτων που παρείχε το σύστημα, παρά μόνο με τη φραγή κλήσεων. Γινόταν, ακόμη, λόγος για επαχθές μέτρο.

Επιπλέον, παρόλο που οι επισκέπτες στις Κεντρικές Φυλακές παραδίδουν στην είσοδο των εγκαταστάσεων τα κινητά τους τηλέφωνα, εντούτοις η κ. Δημητρίου επεσήμαινε πως θα παραβιάζονταν δικαιώματα ατόμων τα οποία δεν κρατούνται στις Φυλακές. Σημείωσε, χαρακτηριστικά, στην επιστολή της: «Το σύστημα απενεργοποίησης θα αναγνωρίζει τη χρήση και τον χρήστη κάθε κινητού τηλεφώνου το οποίο ευρίσκεται εντός της εμβέλειας αναγνώρισής του και δεν θα περιορίζεται στην αναγνώριση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων από τους κρατούμενους εντός των Φυλακών, αλλά θα αναγνωρίζει τη χρήση κινητού τηλεφώνου από τη Διεύθυνση και το προσωπικό του Τμήματος, τους δικηγόρους, τους επισκέπτες στις Φυλακές και στα Φυλακισμένα Μνήματα, περιλαμβανομένων του Προέδρου της Δημοκρατίας, των Υπουργών, των κυβερνητικών και άλλων αξιωματούχων και άλλων που διαμένουν στην περιοχή όπως είναι στη Βρετανική Πρεσβεία και κατοίκους».

Κάθετη ήταν για τον ρόλο της Αστυνομίας. Η κα Δημητρίου, αναφερόμενη στο ενδεχόμενο να λαμβάνει άμεση ενημέρωση η Αστυνομία για χρήση κινητού στις Φυλακές από κρατούμενο, όπως είχε δώσει οδηγία να γίνει η υπουργός, έκανε λόγο για «παράνομη πράξη». Και προσέθετε ότι η εισήγηση όπως η Αστυνομία να έχει ενημέρωση «για όλα ή μέρος των δεδομένων του συστήματος, ακόμα κι αυτών που λαμβάνονται νόμιμα, ξεφεύγει των αρμοδιοτήτων της, αφού δεν σχετίζονται με τη διερεύνηση οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Πληροφορίες ότι η Δράκου είχε γνωμάτευση

Η υπουργός Δικαιοσύνης, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε ενώπιόν της νομική γνωμάτευση, στη βάση της οποίας ήταν εφικτή η ενεργοποίηση επιπλέον λειτουργιών του συστήματος, ώστε να εντοπίζεται άμεσα ο κρατούμενος που επιχειρεί να επικοινωνήσει μέσω κινητού. Αυτές οι λειτουργίες μπορούσαν να ενεργοποιηθούν από την πρώτη στιγμή που εγκαταστάθηκε το σύστημα, ενώ θα έδιναν την ευχέρεια στον χειριστή του να γνωρίζει σε πραγματικό χρόνο πότε γίνεται απόπειρα επικοινωνίας και λεπτομέρειες όπως η τοποθεσία απ’ όπου έγινε, μέσω μηχανογραφημένου χάρτη των Φυλακών. Εκτός από τη φραγή, το σύστημα είναι σε θέση να καταγράψει πληροφορίες όπως ο αριθμός του κινητού μέσα στις φυλακές, πότε έκανε κλήση ο κρατούμενος και σε ποιον. Ακόμη δίνει δυνατότητα καταγραφής περιεχομένου μηνυμάτων.

Όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, σε σύσκεψη των εμπλεκομένων που έγινε τον περασμένο Φεβρουάριο, η Στέφη Δράκου είχε αποφασίσει την αναβάθμιση του συστήματος ώστε να καλύπτει και τη συχνότητα 5G, αλλά και την ενεργοποίηση των επιπλέον λειτουργιών του. Πληροφορίες αναφέρουν ότι κατέληξε σε αυτή την απόφαση αφού θεωρείται δεδομένο ότι γίνονταν τηλεφωνικές κλήσεις από κρατούμενους ακόμη και με παλαιότερης τεχνολογίας κινητά, παρά τη λειτουργία του συστήματος απενεργοποίησης.

Πριν από την οδηγία της κ. Δράκου τον περασμένο Φεβρουάριο για τις αναβαθμίσεις του συστήματος και πλήρη αξιοποίησή του, είχαν προηγηθεί δύο κακουργήματα για τα οποία η Αστυνομία, σύμφωνα με δικογραφία, πίστευε ότι διοργανώθηκαν από άτομα τα οποία κρατούνταν στο σωφρονιστικό ίδρυμα. 

Ιδιωτική επικοινωνία

Tο σύστημα απενεργοποίησης κινητών τηλεφώνων μοιραία επανήλθε στο προσκήνιο με αφορμή την καταγγελία της διευθύντριας και της ανώτερης λειτουργού του Τμήματος Φυλακών, Άννας Αριστοτέλους και Αθηνάς Δημητρίου, αντίστοιχα. Μέσω των δικηγόρων τους (20/06/2022) κατήγγειλαν γραπτώς στον Γενικό Εισαγγελέα ότι ο ανώτερος αστυνόμος Μιχάλης Κατσουνωτός επικοινωνούσε μέσω τηλεφώνου με βαρυποινίτη των Κεντρικών Φυλακών και τον υποκινούσε να εξασφαλίσει για λογαριασμό του οπτικό υλικό που να εκθέτει τις δύο αξιωματούχους του σωφρονιστικού ιδρύματος. Οι νομικοί εκπρόσωποι των Αριστοτέλους και Δημητρίου παρέδωσαν και στοιχεία με καταγεγραμμένες συνομιλίες μεταξύ του κ. Κατσουνωτού και του βαρυποινίτη. Με άλλα λόγια, Αριστοτέλους και Δημητρίου, στήριξαν την καταγγελία τους σε περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας που εξασφάλισαν από τον βαρυποινίτη…