Αδιαφανείς και ελλιπείς διαδικασίες οι οποίες δεν λειτουργούν προς όφελος του προϋπολογισμού του ΓεΣΥ και των ασφαλιζόμενων πολιτών, εντοπίζει η Ελεγκτική Υπηρεσία η οποία σε ειδική έκθεση της για τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας προχωρεί, μεταξύ άλλων και σε σύγκριση των τιμών στις οποίες το υπουργείο Υγείας αγόραζε φάρμακα για τον δημόσιο τομέα στην προ ΓεΣΥ εποχή και των τιμών στις οποίες ο ΟΑΥ σήμερα εξασφαλίζει φάρμακα και αναλώσιμα είδη στο πλαίσιο του Γενικού Συστήματος Υγείας για ολόκληρο τον πληθυσμό. Μάλιστα, όπως αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, οι διαφορές αυτές κυμαίνονται από 9% μέχρι και 2961%, και υποστηρίζει ότι «με βάση τα στοιχεία που μας παρέθεσε ο Οργανισμός, η διαδικασία που ακολούθησε, συγκρινόμενη και με το τι εφαρμόζουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες τις οποίες ο ίδιος ο Οργανισμός επικαλείται, είναι κατά την άποψη μας απολύτως ατεκμηρίωτη και αδιαφανής γεγονός το οποίο την καθιστά απαράδεκτη». 

Ο ΟΑΥ, όπως αναφέρεται στην έκθεση, «στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του καταρτίζει κατάλογο στον οποίο περιλαμβάνονται τα ενδονοσοκομειακά αναλώσιμα (τα αναλώσιμα τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων), και το κόστος αποζημίωσης τους (Κατάλογος «Ζ») στο πλαίσιο εφαρμογής του ΓεΣΥ».  

Όπως επισημαίνει η Ελεγκτική Υπηρεσία, «ενώ στους αντίστοιχους του ΟΑΥ άλλων ευρωπαϊκών χωρών, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα τα οποία εξαιρούνται από την ενσωμάτωση τους στο κλειστό ενοποιημένο νοσήλιο της εκάστοτε ιατρικής πράξης και αποζημιώνονται επιπρόσθετα και ξεχωριστά, αφορούν σε πολύ εξειδικευμένα καινοτόμα και πολύ υψηλού κόστος προϊόντα, στον κατάλογο «Ζ» του ΟΑΥ, περιλαμβάνονται αρκετά κοινά/συνηθισμένα προϊόντα, το κόστος των οποίων ξεκινά από πολύ χαμηλά, με το φθηνότερο να ανέρχεται σε μόλις €23». 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Βιώσιμο ΓεΣΥ, μεγαλύτερο κονδύλι για φάρμακα – Οι στόχοι ΟΑΥ

Σχολιάζοντας επιχείρημα ότι ο κατάλογος «Ζ», καταρτίστηκε υπό την πίεση του χρόνου, η Ελεγκτική Υπηρεσία επιρρίπτει ευθύνες στον Οργανισμό, λέγοντας ότι η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην διαδικασία οφειλόταν στον ίδιο τον ΟΑΥ, και αναφέρει: «Τα εξαιρετικά στενά χρονικά περιθώρια που έδωσε ο Οργανισμός για τη διαδικασία καθορισμού των τιμών του υπό αναφορά καταλόγου, μόλις πέντε ημέρες εκ των οποίων μάλιστα μόνο οι τρεις ήταν εργάσιμες εφόσον μεσολαβούσε Σαββατοκύριακο, ήταν ανεπαρκή για την ολοκλήρωση μιας τέτοιας πολύπλοκης διαδικασίας. Η επίκληση εκ μέρους του Οργανισμού του πιεστικού χρονοδιαγράμματος δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία, εφόσον ήταν καθορισμένη από της ενάρξεως λειτουργίας του ΓεΣΥ και ως εκ τούτου, η καθυστέρηση φαίνεται να είναι εξ’ υπαιτιότητας του ίδιου του Οργανισμού». 

Λόγο για ανεπαρκείς διαδικασίες κάνει η Ελεγκτική Υπηρεσία και σε ό,τι αφορά τον Κατάλογο Φαρμακευτικών Προϊόντων του ΓεΣΥ και τις αποζημιώσεις τις οποίες ο ΟΑΥ καταβάλλει στους προμηθευτές φαρμάκων. «Με βάση τα στοιχεία τα οποία μας έχει υποβάλει ο Οργανισμός, δεν προκύπτει ότι έγινε διαπραγμάτευση των τιμών αλλά ότι οι τιμές βασίστηκαν στις μέγιστες χονδρικές τιμές των φαρμάκων με επιπρόσθετες επιβαρύνσεις αποθήκευσης/διαχείρισης τους και στις εκπτώσεις που υπολογίστηκαν έτσι ώστε να διατηρείτο η τελευταία αντίστοιχη συνολική δαπάνη πριν την εφαρμογή του ΓεΣΥ». Η διαδικασία αυτή, «δεν διασφαλίζει ότι έχουν εξασφαλιστεί οι χαμηλότερες δυνατόν τιμές προς όφελος του προϋπολογισμού του Οργανισμού, εάν ληφθεί υπόψη ότι οι μέγιστες χονδρικές τιμές καθόριζαν τις λιανικές τιμές και κατ’ επέκταση το συνολικό κόστος των δαπανών των φαρμάκων στον ιδιωτικό τομέα κατά την προ ΓεΣΥ περίοδο». Αυτό, αναφέρεται στην έκθεση, επιβεβαιώνεται «και από την αύξηση στο συνολικό κόστος προμήθειας των φαρμάκων στη μετά ΓεΣΥ περίοδο, συγκρινόμενη με αυτό της προ ΓεΣΥ περιόδου του έτους 2018, της τάξεως του 1,5% και 21% για τα έτη 2021 και 2022 αντίστοιχα». 

«Εγκλωβισμένες» οι τιμές των φαρμάκων

«Στο μνημόνιο συναντίληψης που υπεγράφη μεταξύ του Οργανισμού και των κατόχων άδειας κυκλοφορίας των φαρμάκων περιλαμβάνονται πρόνοιες οι οποίες «κλειδώνουν» τις τιμές των φαρμακευτικών προϊόντων για 12 μήνες και θέτουν όρια στη μείωση της τιμής υφιστάμενου προϊόντος κατά τη διάρκεια των 12 μηνών, ή εισαγωγή στον κατάλογο νέου σε τιμή χαμηλότερη από το φθηνότερο». Οι εν λόγω πρόνοιες, υποστηρίζει η Ελεγκτική Υπηρεσία, είναι ετεροβαρείς, εφόσον διασφαλίζουν τα συμφέροντα των προμηθευτών ενώ αποτρέπουν τον όποιο ανταγωνισμό θα μπορούσε να υπάρχει προς όφελος του ΓεΣΥ». Η Ελεγκτική Υπηρεσία συστήνει την εφαρμογή διαδικασιών, οι οποίες θα οδηγήσουν σε χαμηλότερες τιμές.