Για δεκάδες χιλιάδες Αφγανούς, το διεθνές αεροδρόμιο της Καμπούλ -το μοναδικό που λειτουργεί προσώρας στο Αφγανιστάν-, είναι η μοναδική δίοδος διαφυγής από τον σκοταδισμό των Ταλιμπάν, μία εβδομάδα αφότου οι φονταμενταλιστές ισλαμιστές ανακατέλαβαν τη χώρα, σε έναν ντροπιαστικό για τη Δύση και πρωτίστως για την Ουάσιγκτον επίλογο του 20ετούς εκεί πολέμου της Pax Americana.

Μέχρι τη Δευτέρα, υπολογίζεται ότι συνολικά έχουν απομακρυνθεί αεροπορικώς περίπου 28.000 άνθρωποι από την πολύπαθη κεντροασιατική χώρα: ξένοι υπήκοοι και, κυρίως, άμαχοι που βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο και ντόπιοι, που συνεργάστηκαν με τις δυτικές δυνάμεις και τώρα βρίσκονται στο στόχαστρο των Ταλιμπάν.

Την Τρίτη το πρωί, ο αριθμός είχε φτάσει τους 48.000.

Δεκάδες χιλιάδες συνεχίζουν να δίνουν τη δική τους μάχη με τον χρόνο και τον φόβο, κάτω από εξαιρετικά επικίνδυνες, αντίξοες συνθήκες, περιμένοντας μία πτήση σωτηρίας και φυγής από την Καμπούλ.

Τα χρονικά περιθώρια όμως στενεύουν, εν μέσω διεθνών πιέσεων προς την Ουάσιγκτον εντείνονται για παράταση της οριστικής αποχώρησής τους από τα αφγανικά εδάφη -και κατά συνέπεια και από το αεροδρόμιο της Καμπούλ-, πέραν της 31ης Αυγούστου.

Προοπτική, που οι Ταλιμπάν -οι οποίοι υποστηρίζουν στα λόγια, όχι όμως και με πράξεις ότι η πολιτική τους θα είναι διαφορετική και πιο ήπια από εκείνη της δεκαετίας του ‘90- χαρακτήρισαν ανοιχτά «κόκκινη γραμμή». 

«Οδύσσεια» για ασφαλές καταφύγιο

Κατά τα λοιπά, σύμφωνα με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, 13 χώρες έχουν ήδη συμφωνήσει να φιλοξενήσουν τουλάχιστον προσωρινά Αφγανούς πρόσφυγες, που δεν έχουν μέχρι στιγμής πάρει «πράσινο φως» για μετεγκατάσταση στις ΗΠΑ.

Ορισμένες προσβλέπουν προφανώς για τη διευκόλυνση σε διπλωματικά οφέλη.

Στη λίστα βρίσκονται η Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο και η Βόρεια Μακεδονία, η Πολωνία και η Ουκρανία, η Κολομβία, η Κόστα Ρίκα, η Χιλή, το Μεξικό, ο Καναδάς, το Κατάρ, μέχρι και οι φτωχικές αφρικανικές χώρες Ρουάντα και Ουγκάντα.

Η Βρετανία από την πλευρά της -όπου η κυβέρνηση Τζόνσον δέχεται σφοδρότατη κριτική για τους χειρισμούς της αφγανικής κρίσης- ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να δεχθεί περί τους 20.000 Αφγανούς πρόσφυγες, πλην όμως σε βάθος χρόνων, αρκούμενη σε 5.000 ανθρώπους για το πρώτο έτος, με έμφαση σε γυναικόπαιδα και σε μειονοτικούς.

Περί τις 3.000 ανθρωπιστικές βίζες ανακοίνωσε ότι θα εκδώσει η Αυστραλία.

Επιπλέον 20.000 Αφγανούς πρόσφυγες θα υποδεχθεί ο Καναδάς.

Η Ε.Ε. και η Τουρκία, αντίθετα, τηρούν -επικαλούμενες την προσφυγική κρίση του 2015- σκληρή στάση.

Έχοντας ήδη ενισχύσει τα σύνορα της χώρας του με τσιμεντένιο τείχος, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν -που επιδιώκει αναβαθμισμένο ρόλο για την Άγκυρα στην επόμενη ημέρα στο Αφγανιστάν- διαμηνύει ότι η χώρα του δεν θα δεχθεί άλλους πρόσφυγες.

Το κατέστησε σαφές στις τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε με την Γερμανίδα απερχόμενη καγκελάριο Μέρκελ και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, δράττοντας την ευκαιρία για να επαναφέρει το θέμα της ευρωτουρκικής συμφωνία του 2016 για τους Σύρους πρόσφυγες, την οποία η Άγκυρα συστηματικά και πολλαπλώς «εργαλειοποιεί».

Η δε Ε.Ε., που εμφανίζεται για ακόμη μία φορά απροετοίμαστη μπροστά σε μία προαναγγελθείσα κρίση, απευθύνει εκκλήσεις για ποσοστώσεις και μιλά εκ νέου κονδύλια και στήριξη: σε όσες χώρες των «27» δεχτούν Αφγανούς πρόσφυγες στα εδάφη τους, στο ίδιο το Αφγανιστάν υπό αυστηρές προϋποθέσεις και σε όμορα της κεντροασιατικής χώρας κράτη, που θα μπορούσαν να ανακόψουν τη νέα προσφυγική ροή.

Στο μεσοδιάστημα -επισημαίνει το BBC, βάσει στοιχείων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ (UNCHR)- δεκάδες χιλιάδες Αφγανοί, που έχουν φύγει εδώ και καιρό από τη χώρα τους, βρίσκονται ακόμη στην αναμονή για την έγκριση της αίτησης ασύλου.

Στην κορυφή της λίστας, αναφέρει, είναι η Τουρκία (125.000 εκκρεμείς αιτήσεις), η Γερμανία (33.000) και η Ελλάδα (20.000).

Φυγή προς τα αφγανικά σύνορα

Σύμφωνα με την UNCHR, περίπου 630.000 Αφγανοί έχουν αιτηθεί άσυλο σε χώρες της Ε.Ε. μέσα στην τελευταία δεκαετία, εκ των οποίων οι 44.000 εντός του 2020.

Πάντως, το 90% των 2,6 εκατομμυρίων καταγεγραμμένων Αφγανών προσφύγων που εγκατέλειψαν τη ρημαγμένη χώρα τους πριν από τη νέα κρίση έχουν καταφύγει στα γειτονικά κράτη Ιράν (780.000) και Πακιστάν (σχεδόν 1,5 εκατομμύριο).

Τώρα, ωστόσο, το Πακιστάν σφραγίζει τα σύνορα με το Αφγανιστάν -αν και υπάρχουν αναφορές ότι χιλιάδες Αφγανοί πέρασαν στα εδάφη του, λίγο πριν από την κατάληψη της Καμπούλ από τους (υποστηριζόμενους από το Ισλαμαμπάντ) Ταλιμπάν.

Το Ιράν -που είχε συγκρουσιακές σχέσεις με τους Ταλιμπάν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης διακυβέρνησής τους στο Αφγανιστάν- έχει δημιουργήσει στρατόπεδα προσφύγων, σε τρεις μεθοριακές επαρχίες.

Περίπου 1.500 Αφγανοί έχουν περάσει στο Ουζμπεκιστάν και ζουν σε σκηνές κοντά στα σύνορα.

Άγνωστος είναι ο αριθμός όσων έχουν καταφύγει στο Τατζικιστάν, που τον Ιούλιο δήλωνε ότι ετοιμάζεται για εισορρή έως και 100.000 Αφγανών προσφύγων.

Οι Ταλιμπάν, ωστόσο, ελέγχουν πλέον όλα τα βασικά μεθοριακά περάσματα, επιτρέποντας τη διέλευση μόνο εμπόρων και ατόμων με έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα.

«Η συντριπτική πλειονότητα των Αφγανών δεν είναι σε θέση να εγκαταλείψει τη χώρα μέσω κανονικών διόδων», τόνισε εκπρόσωπος της UNCHR.

Το πιστοποιούν τα 3,5 εκατομμύρια των εσωτερικά εκτοπισμένων.

Μόνο φέτος, πάνω από 550.000 Αφγανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, εξαιτίας των συγκρούσεων στη χώρα.

Αυτά, εν μέσω σοβαρής έλλειψης τροφίμων, λόγω και της έντονης ξηρασίας, αλλά και πανδημίας.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος του ΟΗΕ (WFP), 14 εκατομμύρια Αφγανοί, πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού δηλαδή, βρίσκεται αντιμέτωπο με το φάσμα της πείνας.

Εξ αυτών, δύο εκατομμύρια είναι παιδιά.

Η Μέρι Έλεν Μακγκρόαρτι, διευθύντρια του προγράμματος του WFP για το Αφγανιστάν ήταν σαφής.

«Μπροστά στα μάτια μας», τόνισε, «εκτυλίσσεται μια ανθρωπιστική κρίση απίστευτων διαστάσεων»…

in.gr