Στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών κατά του υπουργείου Άμυνας προσέφυγε η Κρατική Εταιρεία Αποθήκευσης Πετρελαιοειδών (ΚΕτΑΠ), επειδή το υπουργείο Άμυνας απέρριψε την ΚΕτΑΠ και κατακύρωσε σε άλλη εταιρεία τον διαγωνισμό για την παροχή υπηρεσιών εκτέλεσης χημικών αναλύσεων καυσίμων της Εθνικής Φρουράς.

Η ΚΕτΑΠ απορρίφθηκε επειδή δεν είχε την πιο χαμηλή τιμή και ο διαγωνισμός κατακυρώθηκε στην NORTESΤ Ltd, της οποίας η προσφορά ήταν μάλιστα 43% κάτω από το εκτιμημένο από το υπουργείο Αμυνας κόστος των ζητούμενων ελέγχων. 

Όμως ακριβώς αυτό –το μειωμένο κατά 43% κόστος της προσφοράς της επιλεγείσας εταιρείας– ήταν και ο λόγος που τελικά η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών δικαίωσε την ΚΕτΑΠ και ακύρωσε την κατακύρωση του διαγωνισμού από το υπουργείο Άμυνας στην εν λόγω εταιρεία.

Οι δικηγόροι της ΚΕτΑΠ (Χρυσαφίνης & Πολυβίου), πρόβαλαν μια σειρά από λόγους στην προσφυγή τους, με πρώτο το ότι, η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής έπρεπε να ακυρωθεί γιατί οι δηλώσεις ευσυνειδησίας δύο μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης δεν υπογράφτηκαν πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους και έτσι είχε πληγεί η διασφάλιση της αμεροληψίας των οργάνων ή προσώπων και της επιθυμητής διαφάνειας στις διαδικασίες.

Η Αναθεωρητική Αρχή, επιβεβαίωσε ότι οι δηλώσεις δύο μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης υπογράφτηκαν μετά την παραλαβή των προσφορών, όμως ταυτόχρονα διαπίστωσε ότι μέχρι και την υπογραφή των δηλώσεων, δεν είχαν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που να δημιουργούσε δυσμενείς επιπτώσεις στην ΚΕτΑΠ ή έφερε σε πλεονεκτική θέση άλλους διεκδικητές.

Επίσης, σε σχέση με άλλο σημείο της προσφυγής, η Αναθεωρητική Αρχή, έκρινε ότι οι ψηφιακοί κωδικοί παραλαβής των προσφορών από τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης, έχουν ουσιαστικά ρόλο χειρόγραφης υπογραφής και αποδεικνύει έγκυρη διαδικασία. 

Η Αναθεωρητική Αρχή, έκρινε όμως ότι το υπουργείο Άμυνας δεν διαχειρίστηκε σωστά και σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο, το γεγονός ότι είχε ενώπιόν του «ασυνήθιστα χαμηλή τιμή» και κατακύρωσε σε αυτή την τιμή τον διαγωνισμό, χωρίς την προβλεπόμενη εξέταση των λόγων που ήταν τόσο χαμηλή η τιμή.

Συγκεκριμένα, με βάση την προκήρυξη του διαγωνισμού, η εκτιμώμενη από το υπουργείο Άμυνας αξία της σύμβασης, ανερχόταν στο ποσό των €75.137 (χωρίς ΦΠΑ) ανά έτος, ενώ η προσφορά της επιτυχούσας ανερχόταν στις €43.180, ανά έτος, ήταν δηλαδή περίπου 43% χαμηλότερη της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης.

Η επιτροπή Αξιολόγησης που πρόκρινε την εν λόγω προσφορά, δεν προβληματίστηκε καν, σύμφωνα με τα πρακτικά για το γιατί είναι τόσο χαμηλή η προσφορά. Το δε συμβούλιο Προσφορών του υπουργείου Άμυνας, διερωτήθηκε και πήρε απάντηση από τον εκπρόσωπο της Επιτροπής Αξιολόγησης, ότι,  «η μεγάλη διαφορά ενδεχομένως να οφείλεται στη δυνατότητα των προσφερόντων να αξιοποιούν πλέον καλύτερα/πιο σύγχρονα μηχανήματα ή μεθόδους για την εκτέλεση των χημικών αναλύσεων καυσίμων».