ΤΟ θέμα με τον κορωνοϊό μπορεί να αντιμετωπιστεί πρωτίστως με τα προληπτικά μέτρα, αλλά και τον έγκαιρο εντοπισμό κρουσμάτων. Μπορεί να αντιμετωπιστεί με την ανάγκη λήψης μέτρων αυτοπροστασίας, που αφορούν όλους μας. Παράλληλα, δεν υπάρχουν περιθώρια να μην ακολουθούνται οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Επιτήρησης Νόσων. Είναι υποχρεωτικό και αυτό είναι σωστό. 
Σε πολιτικό επίπεδο, η Κυβέρνηση διατηρεί τα μέτρα που έχουν ληφθεί και ενισχύει τους ελέγχους:
– Τα τέσσερα οδοφράγματα από και προς τα κατεχόμενα παραμένουν κλειστά και σε άλλα τέσσερα διενεργούνται έλεγχοι στην παρουσία νοσηλευτών. Τούτο κρίθηκε αναγκαίο, σύμφωνα με την Κυβέρνηση, για έναν καλύτερο και πιο συστηματικό έλεγχο στα οδοφράγματα. 
– Στα νοσοκομεία έχουν ενεργοποιηθεί τα σχετικά πρωτόκολλα στη βάση των συστάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Επιτήρησης Νόσων.
– Το υπουργείο Παιδείας απέστειλε εγκυκλίους βάσει των οποίων αποκλείονται οι σχολικές εκδρομές και η συμμετοχή κυπριακών σχολικών αποστολών σε εκπαιδευτικά προγράμματα σε χώρες υψηλού κινδύνου. 
– Στα αεροδρόμια και τα λιμάνια διενεργούνται έλεγχοι σε όσους ταξιδιώτες προέρχονται από την Κίνα, όλες τις περιοχές της Βορείου Ιταλίας, τη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία, το Ιράν, τη Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ.
– Υπάρχει συνεχής ενημέρωση των πολιτών με φιλμάκι και υλικό, με στόχο να λαμβάνονται συνεχώς προληπτικά μέτρα. 
 
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Υγείας, Κωνσταντίνος Ιωάννου, ενημερώνοντας στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου τους πολίτες, πλαισιωνόταν από επιστήμονες, οι οποίοι έδωσαν τη δική τους, εξειδικευμένη γνώση και έθεσαν το θέμα στη σωστή του διάσταση. Ούτε εφησυχασμός ούτε και πανικός. Και σε ό,τι αφορά τον πανικό, που είναι αχρείαστος, ρόλο διαδραματίζουν τα ΜΜΕ. Με τον τρόπο παρουσίασης του θέματος ενισχύουν την ανησυχία και οδηγούν σε πανικό, που προφανώς και δεν είναι εξυπηρετεί τον σκοπό, τον στόχο της αποτροπής. Δεν είναι καλός σύμβουλος της αποτροπής ο πανικός και οι ακραίες αντιδράσεις. Μεθοδική και συστηματική διαχείριση χρειάζεται και αυτό είναι που πρέπει να απασχολεί όλους. Αρμόδιους και μη. «Η έγκαιρη ανίχνευση προϋποθέτει και προετοιμασία υποδομών», σύμφωνα με τη Ζωή – Δωροθέα Πανά, παιδίατρο με ειδικό ενδιαφέρον στις λοιμώξεις, από το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, η οποία σημείωσε πως «επιβάλλεται και η θωράκιση των πυλών εισόδου για να εμποδιστεί η διασυνοριακή διασπορά». Ο Λεόντιος Κωστρίκκης, μοριακός ιολόγος από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, επισήμανε πως ο «μέσος όρος επιδείνωσης είναι 3-4 μέρες και στην έκτη μέρα φαίνεται ότι ο ασθενής που αποθεραπεύτηκε δεν είναι επιρρεπής, αφού τα ευρήματα δείχνουν ότι τα συμπτώματα δεν είναι ανιχνεύσιμα». Η Ειρήνη Χριστάκη, παθολόγος – λοιμωξιολόγος, από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, ανέφερε πως «η ανησυχία της παγκόσμιας ιατρικής κοινότητας αφορά και στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με τη γρίπη, στον κορωνοϊό δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή αντιικά φάρμακα, ούτε και εμβόλιο». 
 
ΤΟ συμπέρασμα είναι πως ναι μεν δύσκολα δεν θα έχουμε και στην Κύπρο κρούσματα, πλην όμως αυτό που έχει σημασία είναι πως υπάρχουν τρόποι αντιμετώπισης του ιού, κυρίως για να μην υπάρξει εξάπλωσή του. Γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να υπάρχει χαλάρωση των μέτρων, ούτε και της προσωπικής αυτοπροστασίας. Εάν είμαστε εναρμονισμένοι με τα μέτρα που υιοθέτησε και εφαρμόζει το κράτος, τότε θα διευκολυνθεί και η αποτροπή.