ΠΑΡΕΡΧΟΝΤΑΙ οι μέρες της… βασιλείας του Κορωνοϊού, και αντέχουν οι συνειδητοί πολίτες τον εγκλεισμό, ενώ μηχανεύονται τρόπους… διαφυγής οι ασυνείδητοι, και…

Κουδουνίζει στ’ αυτιά μας η προεδρική προτροπή:

— Παραμείνετε στα  καταφύγια!

Αυτονόητη η παράφραση του «μένουμε στο σπίτι», καθώς ο Κορωνοϊο-εχθρός καραδοκεί, οι απειλούμενοι να βλέπουν τα σπίτια τους σαν χαρακώματα και καταφύγια.

Αυτόματη η αναπόληση, για τους ηλικίαν έχοντας: Από τα ιερά κρησφύγετα του 1955-59, βρεθήκαμε στα καταφύγια του 1963-64, για να προστατευτούμε από την τουρκική απειλή που ακολούθησε την Τουρκανταρσία.

Φευ, την ώρα του ποδοβολητού των βαρβάρων, το θέρος του 1974, αχρηστεμένα τα καταφύγια και… ξεχασμένα τα πολυβολεία και τα φυλάκια.

Έτσι που το:

— Παραμείνετε στα καταφύγια!

να εκληφθεί –ενόσω επιτίθεται ο Κορωνοϊός– και σαν:

– Παραμείνετε σε επιφυλακή!

Για να μην (ξανα)βρεθούμε απροετοίμαστοι στην οποιαδήποτε έκτακτη –ή τακτική– ανάγκη. Κατανοητό –ώς ένα βαθμό– το γεγονός ότι δεν ήμασταν –επαρκώς– προετοιμασμένοι για μια τέτοια πανδημία. Με τόσες, όμως, πολύχρονες μελέτες για εφαρμογή του ΓεΣΥ, πώς δεν υπήρξε πρόνοια –έστω– για επιδημία, ώστε να… ξεμείνουμε από στοιχειώδη «εξοπλισμό», και να διακινδυνεύουν γιατροί και νοσηλευτικό, και άλλο προσωπικό;

Στις πολλές ώρες της –υποχρεωτικής– απομόνωσής μας, έχουμε την ευκαιρία μιας –ένδον– ανασκόπησης. Ας ψάξουμε έκαστος την προσωπική μας ευθύνη για το συνολικό μας ξεστράτισμα. Αρκετά κράτησε το παιχνίδι της μετακύλησης των ευθυνών.

Ώρα ωρίμανσης για να ανταποκρίνονται οι λέξεις στην πραγματική τους έννοια; Να ξεχωρίζουν τα γνήσια και αυθεντικά, από τα κίβδηλα και επίπλαστα.