«Διαφημίστηκε» ως μια από τις πλέον κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το διακύβευμα των ευρωεκλογών, που θα πραγματοποιηθούν από τις 23 μέχρι τις 26 Μαΐου, είναι πολύ μεγάλο και το αποτέλεσμά τους θα είναι καθοριστικό για το μέλλον της Ευρώπης. Η εκλογική διαδικασία λαμβάνει χώρα στη σκιά της αποχώρησης ενός κράτους-μέλους, της Βρετανίας, και με την ΕΕ να βρίσκεται ενώπιον σοβαρών διλημμάτων και προβλημάτων που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν.
Το Brexit, είναι αλήθεια, έδωσε την ευκαιρία στις Βρυξέλλες να παρουσιάσουν ένα αρραγές μέτωπο και να επιδείξουν μια ασυνήθιστη ενότητα. Όμως οι συγκρούσεις πάνω σε θεμελιώδεις αξίες, πολιτικές και στην κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η Ευρώπη μοιάζουν αναπόφευκτες. Οι συνέπειες των εκλογών θα επεκταθούν πολύ πιο πέρα από το ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο, με επιπτώσεις σε άλλα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και εθνικές πολιτικές.
Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, επιμένει ότι η εκλογική αναμέτρηση είναι μια επιλογή υπέρ ή κατά της Ευρώπης. Η στάση αυτή, όμως, δεν φαίνεται να πείθει τους ψηφοφόρους με αποτέλεσμα να προβλέπεται πως η προσέλευση στις κάλπες θα είναι χαμηλή. Μιλώντας στον «Φιλελεύθερο», ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος, διεθνολόγος και διδάκτωρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών, επεσήμανε πως αφενός το υποτονικό ενδιαφέρον εξηγείται από το γεγονός πως μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων δεν γνωρίζει για τον ρόλο και τις ενισχυμένες αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και αφετέρου επειδή υπάρχει η εντύπωση πως οι ευρωεκλογές είναι μια αναμέτρηση μικρότερης σημασίας σε σχέση με τις εθνικές.
«Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε και την παγιωμένη αντίληψη που υπάρχει περί δημοκρατικού ελλείμματος της ΕΕ. Η Ένωση αντιμετωπίζεται ως ένας τεχνοκρατικός, γραφειοκρατικός και απόμακρος οργανισμός. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως δεν έχει δημιουργηθεί ο περίφημος Ευρωπαϊκός Δήμος και έτσι δεν έχουν αναπτυχθεί δυναμικές μίας κοινής πολιτικής κουλτούρας», τόνισε.
Παράλληλα, η ΕΕ γίνεται εύκολος στόχος των λαϊκιστών πολιτικών που απαντούν με απλοϊκά συνθήματα σε σύνθετα ζητήματα και κυρίως σε μεγάλα προβλήματα, για αυτό και είναι πιο εύκολο να προσελκύσουν ψηφοφόρους. Δημοσκοπήσεις δείχνουν πως πιστοί στο ραντεβού τους είναι πιο πιθανόν να σταθούν οι οπαδοί των λαϊκίστικων, αντιευρωπαϊκών κομμάτων και αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις. Η άνοδος της Ακροδεξιάς έχει τρομοκρατήσει τα παραδοσιακά κόμματα, τα οποία προσπαθούν να βρουν τρόπους να ανακόψουν την πορεία της.
Ο Έλληνας καθηγητής, ωστόσο, παρουσιάζεται καθησυχαστικός και τονίζει πως δεν συντρέχει λόγος πανικού, καθώς πιστεύει πως οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί έχουν δικλίδες λειτουργίας για να μπορούν να διαχειριστούν τέτοιες καταστάσεις. Όπως δήλωσε, «στο επόμενο Ευρωκοινοβούλιο θα υπάρχει μεν υπάρχει μεγαλύτερη αντιπροσώπευση ακροδεξιών και αντιευρωπαϊκών δυνάμεων. Όμως, σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί αυτή η εξέλιξη να επηρεάσει τον μεγάλο αριθμό των αποφάσεων, καθώς τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα θα έχουν και πάλι τη μερίδα του λέοντος. Η επιρροή των αντιευρωπαϊκών κομμάτων θα είναι κυρίως συμβολική ή μπορεί να πάρει τη μορφή προσπαθειών μπλοκαρίσματος κάποιων πρωτοβουλιών».
Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί πως τα αντιευρωπαϊκά κόμματα έχουν συχνά διαφορετικές προτεραιότητες με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η ικανότητά τους να συντονίσουν τις ενέργειές τους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως μπορεί να υποτιμηθεί η αυξημένη παρουσία τους στο επόμενο Κοινοβούλιο. Η απειλή και μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, εξήγησε ο Έλληνας καθηγητής, είναι σημαντική, αφού, όπως φάνηκε στην Ιταλία ή στην Ουγγαρία, οι δυνάμεις αυτές μπορούν να συμμετάσχουν σε κυβερνητικά σχήματα με αποτέλεσμα να έχουν τη δύναμη να προωθούν τις πολιτικές τους.
Οι προκλήσεις για την επόμενη Ευρωβουλή είναι πάντως τεράστιες, καθώς εκτός από την άνοδο της Ακροδεξιάς θα βρει μπροστά της πολλά προβλήματα αλλά και προκλήσεις. Η παγκόσμια ισλαμιστική τρομοκρατία, η οικονομική κρίση, η έξαρση των μεταναστευτικών ροών και η επιστροφή και ενδυνάμωση αυταρχικών δυνάμεων έχουν αρνητικά αποτελέσματα στην πολιτική διαδικασία, αλλά και στη συνοχή των κοινωνιών, απαριθμεί μερικά από αυτά ο Τριαντάφυλλος Καραντράντος.
«Η άνοδος της Ακροδεξιάς, η οποία φλερτάρει τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες με την κατάκτηση της εξουσίας, η επιλογή αποχώρησης από την ΕΕ της Βρετανίας, οι προθέσεις ανεξαρτησίας της Σκωτίας και της Καταλονίας αποδεικνύουν πως ο λαϊκισμός και η επανάκαμψη των εθνικισμών, αυτό που έχουμε συνηθίσει να χαρακτηρίζουμε συνολικά ως εθνικολαϊκισμό, εκμεταλλεύεται το μετέωρο βήμα της πολιτικής ολοκλήρωσης και την αμηχανία των κρατών έναντι αυτής της κατάστασης», εξήγησε.
Οι ευρωεκλογές ήταν κάποτε ένα δευτερεύον θέμα για την ΕΕ, αφού ο ρόλος του Ευρωκοινοβουλίου δεν ήταν τόσο ουσιαστικός όσο, για παράδειγμα, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Με τις πολλές προκλήσεις που υπάρχουν, καθίσταται σαφές πως η εκλογική αναμέτρηση είναι ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά γεγονότα στην Ευρώπη.
Η Ένωση πρέπει να γίνει ξανά θελκτική για τους πολίτες της
Οι εκλογές θα διεξαχθούν μέσα σε ένα κλίμα έντονης δυσαρέσκειας, αλλά και αμφισβήτησης για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλο και μεγαλύτερος αριθμός Ευρωπαίων εκφράζουν την άποψη πως η ΕΕ είναι ένα τερατούργημα αποτελούμενο από τεχνοκράτες, που δεν τους αφουγκράζονται και δεν νοιάζονται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Η αρνητική εικόνα των Ευρωπαίων αντανακλάται στις περισσότερες δημοσκοπήσεις, που δείχνουν πως ο αριθμός αυτών που έχουν θετική άποψη συνεχώς μειώνεται. Μάλιστα, σύμφωνα με το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο, πάνω από το 50% των ερωτηθέντων πιστεύει πως η Ένωση δεν κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά ακολουθεί λάθος πολιτικές σε πολλούς τομείς.
Η αρνητική εικόνα για την ΕΕ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην άγνοια που έχουν πολλοί Ευρωπαίοι για τον ρόλο της και τις πολιτικές της. Δεν λαμβάνονται υπόψη, για παράδειγμα, οι τεράστιες χρηματοδοτήσεις σε περιφερειακά έργα, οι αυστηροί κανόνες σε θέματα περιβάλλοντος, υγείας και ασφάλειας ή οι εμπορικές συμφωνίες που εξασφαλίζουν καλύτερες τιμές για τους καταναλωτές. Οι Κυβερνήσεις, εξάλλου, συνηθίζουν να χρησιμοποιούν τις Βρυξέλλες ως αποδιοπομπαίο τράγο, ρίχνοντάς τους την ευθύνη για κάθε τι αρνητικό που συμβαίνει στις χώρες τους.
Η διάλυσή της όμως και η αποδυνάμωσή της, όπως ονειρεύονται τα λαϊκίστικα, αντιευρωπαϊκά κόμματα, θα ισοδυναμούσε με καταστροφή και ένα τεράστιο πλήγμα για τη δημοκρατία. Όπως επεσήμανε ο δρ Τριαντάφυλλος Καραντράντος, μπορεί η ΕΕ να λοιδορείται και να βάλλεται από παντού, αλλά στο τέλος της ημέρας, ακόμη και τα πλέον αντιδραστικά κράτη-μέλη καταφεύγουν σε αυτή για να αναζητήσουν λύσεις. Η τρομοκρατία, οι αυξημένες μεταναστευτικές πιέσεις και οι κυβερνοεπιθέσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μεμονωμένα.
Επομένως είναι απαραίτητο οι Βρυξέλλες να περάσουν στην αντεπίθεση και να αρχίσουν να λαμβάνουν μέτρα τόσο για να κερδίσουν τις καρδιές των ψηφοφόρων τους όσο και να προστατεύσουν την ίδιά τους την εικόνα. «Το πρώτο λοιπόν που πρέπει να κάνει η ΕΕ είναι να πείσει πως μπορεί να προστατεύσει τους πολίτες της έναντι παραδοσιακών και νέων απειλών. Το δεύτερο και ιδιαιτέρως κρίσιμο σημείο είναι η ενίσχυση της συνοχής των κοινωνιών και η διαχείριση της πόλωσης, ιδιαίτερα γύρω από ζητήματα ταυτότητας, με έμφαση στη μετανάστευση και στην κριτική για τις πολιτικές ένταξης και πολυπολιτισμικότητας. Το τρίτο και δυσκολότερο όλων σημείο είναι να γίνει η Ένωση ξανά θελκτική για τους πολίτες της και κυρίως για τους νέους.
Το ευρωπαϊκό όραμα είναι μία από τις σημαντικότερες στιγμές της ευρωπαϊκής ιστορίας και πρέπει να αποκτήσει ξανά νόημα στην εποχή μας. Με ένα σύγχρονο και συμμετοχικό αφήγημα να αγγίξει τους πολίτες που δεν έχουν γνωρίσει τον πόλεμο και που δεν ξέρουν πως τους Ευρωπαίους τους ενώνουν περισσότερα από όσα πιστεύουμε πως τους χωρίζουν», κατέληξε ο Έλληνας ειδικός.
Μιλούν οι αριθμοί
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι το νομοθετικό Σώμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκλέγεται άμεσα από τους πολίτες κάθε πέντε χρόνια. 400 περίπου εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες των 28 χωρών που μετέχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσέλθουν στις κάλπες προκειμένου να εκλέξουν 751 ευρωβουλευτές, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι εκλογές διεξάγονται από την Πέμπτη 23 ώς την Κυριακή 26 Μαΐου.
Οι περισσότερες χώρες ψηφίζουν στις 26 Μαΐου. Η Ολλανδία και η Βρετανία θα ψηφίσουν στις 23, η Ιρλανδία στις 24 και η Λετονία, η Μάλτα και η Σλοβακία στις 25. Η Τσεχία στις 24 και 25.
Η κατανομή των εδρών ανά χώρα μετά το Brexit θα είναι η εξής: Γερμανία 96, Γαλλία 79 (5 περισσότερους από το παρόν Ευρωκοινοβούλιο), Ιταλία 76 (+3), Ισπανία 59 (+5), Εσθονία 59 (+5), Πολωνία 52 (+1), Ρουμανία 33 (+1), Ολλανδία 29 (+3), Βέλγιο 21, Τσεχία 21, Ελλάδα 21, Ουγγαρία 21, Πορτογαλία 21, Σουηδία 21 (+1), Αυστρία 19 (+1), Βουλγαρία 17, Δανία 14 (+1), Φινλανδία 14 (+1), Σλοβακία 14 (+1), Ιρλανδία 13 (+2), Κροατία 12 (+1), Λιθουανία 11, Λετονία 8, Σλοβενία 8, Εσθονία 7 (+1), Κύπρος 6, Λουξεμβούργο 6, Μάλτα 6.
Έτοιμος να σαρώσει ο Νάιτζελ Φάρατζ
Στις ευρωεκλογές θα συμμετάσχει κανονικά και η Βρετανία. Ένα σενάριο που απεύχονταν όλοι στο Λονδίνο έγινε πραγματικότητα, με τη χώρα να στήνει κάλπες στις 23 Μαΐου. Η εξέλιξη αυτή έδωσε την ευκαιρία στον λαϊκιστή Νάιτζελ Φάρατζ να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο, μάλιστα με πρωταγωνιστικό ρόλο. Το κόμμα του Brexit, που ιδρύθηκε από τον λαϊκιστή πολιτικό μετά που τα τσούγκρισε με το UKIP, μπορεί να τερματίσει ακόμη και στην πρώτη θέση, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Το κόμμα έχει περάσει σε διψήφιο προβάδισμα σε σχέση με τους Εργατικούς, το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, και έχει τρεις φορές μεγαλύτερη υποστήριξη από τους Συντηρητικούς, οι οποίοι συνεχίζουν να χάνουν έδαφος, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εφημερίδας Observer.
Αν αυτό το προβάδισμα επιβεβαιωθεί και στις κάλπες, θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στην αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως ο Νάιτζελ Φάρατζ θα χρησιμοποιήσει τη νίκη του για να πιέσει ώστε η χώρα να αποχωρήσει αμέσως έστω και χωρίς συμφωνία. Έτσι, το αδιανόητο σενάριο ενός σκληρού Brexit -αδιανόητο και για τη Βρετανία και για την υπόλοιπη ΕΕ- επανέρχεται ως ρεαλιστικό ενδεχόμενο.
Ανατροπή στην ανάδειξη προέδρου της Κομισιόν
Οι εκλογές θα σηματοδοτήσουν επίσης την έναρξη της διαδικασίας διορισμού ανώτατων αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ύπατου Εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική. Τα παζάρια έχουν ξεκινήσει προ πολλού και οι υποψήφιοι είναι σε θέση μάχης. Καθώς πρόκειται για τους αξιωματούχους που στην ουσία θα κρατούν την τύχη της Ένωσης στα χέρια τους, οι ισχυρές δυνάμεις του μπλοκ προσπαθούν να προωθήσουν τους δικούς τους υποψηφίους.
Ο μεγαλύτερος ντόρος γίνεται για τον πρόεδρο της Κομισιόν. Σύμφωνα με τις συνθήκες της ΕΕ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διορίζεται από τα κράτη-μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Με άλλα λόγια ακόμη και αν η τελική απόφαση είναι στα χέρια των 28 εθνικών Κυβερνήσεων (μέχρι να ξεκαθαρίσει το θέμα του Brexit και να απομείνουν 27), η επιλογή τους πρέπει να γίνει με κάποιον τρόπο που να αντανακλά τη σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου.
Αυτή τη στιγμή πανευρωπαϊκά το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), με υποψήφιο τον Μάνφρεντ Βέμπερ, προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ωστόσο καταγράφει απώλειες από τα δεξιά, πράγμα που σημαίνει ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων. Δεύτεροι κατατάσσονται οι Σοσιαλδημοκράτες που υποστηρίζουν τον Φρανς Τίμερμανς. Τρίτοι οι Φιλελεύθεροι που προωθούν τη Μαργκέτε Βεστάγκερ, νυν Επίτροπο Ανταγωνισμού. Επικρατέστερος θεωρείται ο εκλεκτός του ΕΛΚ, ο οποίος όμως δέχεται μεγάλη κριτική για το γεγονός πως δεν διαθέτει την παραμικρή εμπειρία σε εκτελεστικά πόστα. Δεν έχει διατελέσει υπουργός στη Γερμανία, ούτε έχει περάσει από θέση Επιτρόπου στις Βρυξέλλες. Ο ίδιος απαντά στις επικρίσεις λέγοντας πως προέρχεται από την καρδιά της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας, δηλαδή την Ευρωβουλή.
Ωστόσο, όλο και περισσότερες εκτιμήσεις πολιτικών παρατηρητών καταλήγουν στο συμπέρασμα πως, για πρώτη φορά στην ιστορία του Ευρωκοινοβουλίου, οι δύο μεγάλες παρατάξεις δεν θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν από κοινού την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων που απαιτούνται για να έλθουν σε ένα συμβιβασμό για τον επόμενο πρόεδρο της Κομισιόν. Επιπλέον, ο εκλεκτός του ΕΛΚ δεν είναι ο εκλεκτός και του Εμανουέλ Μακρόν. Χωρίς την υποστήριξη της Γαλλίας και μόνο με αυτήν της Γερμανίας, η εκλογή του Βαυαρού Βέμπερ είναι εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο.
Είναι για αυτό τον λόγο που το τελευταίο διάστημα πολλαπλασιάζονται τα σενάρια που εμφανίζουν άλλους υποψηφίους, έτοιμους να κλέψουν την μπουκιά από το στόμα των Βέμπερ, Τίμερμανς και Βεστάγκερ. Το όνομα που ακούγεται έντονα είναι αυτό του Μισιέλ Μπαρνιέ, του Ευρωπαίου διαπραγματευτή για το Brexit. Μάλιστα, η εφημερίδα Le Monde τον χαρακτήρισε «ανεπίσημο υποψήφιο για την προεδρία της Κομισιόν και έγραψε πως «αν και δεν το δηλώνει δημόσια, ο Μισιέλ Μπαρνιέ βρίσκεται ήδη σε εκστρατεία για την πιο υψηλόβαθμη θέση της ΕΕ». Από την πλευρά του, πάντως, ο Γάλλος αξιωματούχος αρνείται να σχολιάσει τις εικασίες για το επαγγελματικό του μέλλον. Ίσως και επειδή, όπως ο Μάνφρεντ Βέμπερ, ανήκει στο EΛΚ και δεν θέλει να έλθει σε αντίθεση με τον κορυφαίο υποψήφιο του κόμματός του.
Αυτό καθόλου δεν πτοεί το Παρίσι που προωθεί με κάθε μέσο την άτυπη υποψηφιότητα του «δικού του παιδιού». Η Γαλλία στοχεύει στην προεδρία της Κομισιόν γιατί η Επιτροπή έχει μεγαλύτερες νομοθετικές αρμοδιότητες και ο επόμενος πρόεδρος μπορεί ουσιωδώς να αλλάξει την κατεύθυνση της ΕΕ με τις ενέργειές του. Κάτι που εξυπηρετεί τα σχέδια του Εμανουέλ Μακρόν να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που επιθυμεί στην Ευρώπη.