Σοβαρή υπόθεση με κατ΄ ισχυρισμό ποινικής φύσεως αδικήματα, έχει θέσει ενώπιον του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη και του αρχηγού Αστυνομίας, Στέλιου Παπαθεοδώρου, μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου Κουκλιών. Ο καταγγέλλων στην προκειμένη, με επιστολή που απέστειλε τον περασμένο Απρίλιο (6/4/2023) στον κ. Αγγελίδη και την οποία κοινοποιεί στον επικεφαλής της Αστυνομίας, θέτει ενώπιον των δυο αξιωματούχων τα γεγονότα που περιβάλλουν απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου για αγορά τεμαχίου γης από συγκεκριμένη εταιρεία, έναντι 45.000 ευρώ.

Υποστηρίζει, επισυνάπτοντας μεγάλο αριθμό τεκμηρίων, ότι το κοινοτικό συμβούλιο εξαπατήθηκε για να εξυπηρετηθούν ιδιωτικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα, προβάλλει τη θέση πως μετά από δική του καταγγελία στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων (ΤΑΕ) Πάφου, έγιναν ενέργειες για συγκάλυψη από τους εμπλεκόμενους στα κατ΄ ισχυρισμό αδικήματα.

Καταλογίζει, συγκεκριμένα, στο ΤΑΕ Πάφου ότι δεν έδωσε την «δέουσα σημασία στην υπόθεση, καθώς και στην σοβαρότητα αυτής». Αιτιολογεί τον ισχυρισμό του, σημειώνοντας ότι «επιτράπηκε στους άμεσα εμπλεκόμενους, να κάνουν ενέργειες, κατά την περίοδο διερεύνησης από το ΤΑΕ Πάφου, οι οποίες είχαν ως στόχο, την αλλοίωση των γεγονότων της υπόθεσης, τον αποπροσανατολισμό, αλλά και τη συγκάλυψη αυτής».

Η υπόθεση χρονολογείται και τοποθετείται περί τον Ιανουάριο του 2020. Με βάση πάντα τα όσα υποστηρίζει ο καταγγέλλων, το κοινοτικό συμβούλιο Κουκλιών στις 7/1/2020 αποφάσισε όπως αποζημιώσει ιδιωτική εταιρεία με 45.000 ευρώ για την απόκτηση μέρους τεμαχίου γης ιδιοκτησίας της τελευταίας, όπου βρισκόταν υδατοδεξαμενή της κοινότητας. Η εταιρεία ήταν συμφερόντων μέλους του κοινοτικού συμβουλίου. Η δε επιταγή εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2020 και διαβιβάστηκε στην εταιρεία.

Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται εννέα μήνες αργότερα, όταν μέλη του κοινοτικού συμβουλίου αντιλήφθηκαν ότι δεν έγινε μεταβίβαση του τεμαχίου στην κοινότητα. Πέντε μέλη του συμβουλίου απέστειλαν επιστολή (4/12/202) ζητώντας εξηγήσεις από τον πρόεδρο του κοινοτικού συμβουλίου. Ο τελευταίος φέρεται να μην το έπραξε και να έδωσε οδηγίες στον γραμματέα να μην απαντώνται οι επιστολές των πέντε.

Ακολούθησε η καταγγελία του μέλους του κοινοτικού συμβουλίου στο ΤΑΕ Πάφου τον Φεβρουάριο του 2021. Όπως σημειώνει ο καταγγέλλων στην επιστολή του προς τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, επτά μήνες αργότερα (29/9/2021), ενημερώθηκε προσωπικά ότι υπογράφηκε παράτυπα μεταχρονολογημένο πωλητήριο έγγραφο και το οποίο είχε χαρτοσημανθεί (14/10/2021). Το εν λόγω έγγραφο έφερε και υπογραφές από δυο εκ των τριών διευθυντών της εταιρείας που πώλησε το τεμάχιο. Όπως ισχυρίζεται, ο ένας εκ των τριών διευθυντών της επιχειρηματικής οντότητας είναι μέλος του κοινοτικού συμβουλίου. Γι΄ αυτό το έγγραφο, ουδέποτε είχαν ενημερωθεί τα υπόλοιπα μέλη της κοινοτικής Αρχής, σύμφωνα πάντα με την καταγγελία.

Ο καταγγέλλων σημειώνει ακόμη ότι με νέες επιστολές του είχε ενημερώσει το ΤΑΕ Πάφου, αλλά και τον αστυνομικό διευθυντή της πόλης. Παραθέτει μάλιστα το περιεχόμενο της επιστολής του στις 31/01/2022 προς τον Γενικό Εισαγγελέα και τον αρχηγό Αστυνομίας, στην οποία εκφράζει φόβους «για στρατηγική συγκάλυψης της υπόθεσης, καθώς και ότι γίνονται ενέργειες, για το υπό καταγγελία θέμα, που εμπεριέχουν το στοιχείο του δόλου».

Στην επιστολή του προς τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα (6/4/2023), αφού επισημαίνει πολλά άλλα σχετικά γεγονότα, σημειώνει: «Ευελπιστώ σε άμεσες και ουσιαστικές ενέργειες από πλευράς σας, αφού όλα τα πιο πάνω, είναι εξόφθαλμα δόλια ως προς την συγκάλυψη μιας υπόθεσης πέραν πάσης αμφιβολίας διαφθοράς, στην οποία είναι ευδιάκριτη η εμπλοκή αρκετών».

Υπογραμμίζεται ότι η Έπαρχος Πάφου, Μαίρη Λάμπρου, με επιστολή ημερομηνίας 22/3/2023 προς τα μέλη του κοινοτικού συμβουλίου, τα καλεί «όπως προχωρήσουν μέσω του νομικού τους συμβούλου σε αξίωση επιστροφής του ποσού των 45.000 ευρώ στο Κοινοτικό Συμβούλιο εντός 20 ημερών το αργότερο εκτός εάν στο μεταξύ κατορθωθεί η μεταβίβαση του χώρου της κοινοτικής υδατοδεξαμενής στο όνομα του κοινοτικού συμβουλίου».