Κάθε έξι εβδομάδες, περίπου, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφασίζει πόσο θα αυξηθεί το κόστος χρήματος, σε μια προσπάθεια να μειώσει τον πληθωρισμό που δημιούργησαν αποφάσεις λόγω της υγειονομικής κρίσης που προηγήθηκε αλλά και της κρίσης στην Ουκρανία. Τρεις λέξεις, πληθωρισμός, ακρίβεια και επιτόκια, μπήκαν στην καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών της Ευρώπης και επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής τους.

Όλα ξεκίνησαν από την υγειονομική κρίση, το 2020, που ανάγκασε τους κεντρικούς τραπεζίτες να εξαντλήσουν το οπλοστάσιό τους, προκειμένου να προστατεύσουν εργαζόμενους και επιχειρήσεις από τις επιπτώσεις που προκάλεσε η COVID σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, λόγω κυρίως των lockdowns. Αρωγός τους οι κυβερνήσεις, με τα πακέτα στήριξης που έδωσαν, σε βαθμό που δημιουργήθηκαν χρέη και αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις. Κατά συνέπεια, η πολιτική διατήρησης πολύ χαμηλών επιτοκίων και η υπερβάλλουσα ρευστότητα που δημιούργησαν οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στο σημείο για την στροφή σε πιο σφιχτή νομισματική πολιτική.

Την Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε να αυξήσει ξανά τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, με ισχύ από τις 14 Σεπτεμβρίου, υιοθετώντας επιθετικότερη δράση, στην προσπάθεια να χαλιναγωγήσει τις τιμές, παρά τις ανησυχίες για τον κίνδυνο μιας επώδυνης ύφεσης τους επόμενους μήνες. Είχε προηγηθεί μια αύξηση 50 μονάδων βάσης στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου στις 21 Ιουλίου, ενώ αναμένεται να υπάρξει και άλλη αύξηση, πιθανότατα τον Οκτώβριο, όπως προανήγγειλε η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, χωρίς να είναι αναγκαστικά 75 μονάδες βάσης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Ο οίκος Moody’s, στην ανάλυση που έδωσε λίγες ώρες πριν αποφασίσει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, αναφέρει ότι «το βασικό του σενάριο προβλέπει άλλη μια αύξηση 50 μονάδων βάσης τον Οκτώβριο. Ο κύριος λόγος για αυτήν την ταχεία σύσφιξη είναι ο φόβος της Κεντρικής Τράπεζας ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα αποσταθεροποιηθούν. Πράγματι, το διοικητικό συμβούλιο πιστεύει ότι η συνεχιζόμενη σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό εξαρτάται από την αποφασιστική δράση της ΕΚΤ. Αντίστοιχα, μόνο τον Δεκέμβριο η Κεντρική Τράπεζα θα επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης, ανάλογα με τον ελαφρώς χαμηλότερο πληθωρισμό, αλλά πιθανότατα θα συνεχίσει τις αυξήσεις μέχρι την άνοιξη του 2023».

Τα «γεράκια» θα επικρατήσουν στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ εκτιμούν οι αναλυτές του οίκου, ακόμη και αν η Ευρωζώνη μπει σε ύφεση. Τα «περιστέρια» υποστήριξαν ότι εφόσον αυτού του είδους ο πληθωρισμός είναι έξω από τη δύναμη επιρροής της Κεντρικής Τράπεζας, τότε δεν πρέπει να προσπαθήσει να τον καταπολεμήσει επιθετικά. Τα «γεράκια», ωστόσο, πλέον επισημαίνουν ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να παράσχει αποτελεσματική υποστήριξη όταν η οικονομία πλήττεται από μια σειρά κρίσεων προσφοράς. Ως εκ τούτου, υποστηρίζουν, οποιαδήποτε επιβράδυνση που αποδίδεται σε περαιτέρω κλυδωνισμούς της προσφοράς -όπως οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας- δεν θα πρέπει να προκαλέσει μια χαλαρή απάντηση από την Κεντρική Τράπεζα, καθώς δεν μπορεί να αμβλύνει την κατάσταση.

Πότε αυξάνονται

Η ΕΚΤ στο ενημερωτικό σημείωμα για τα επιτόκια αναφέρει πως «υπό κανονικές συνθήκες, εάν ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός λόγω της υπερβολικής ζήτησης για ελάχιστα αγαθά και υπηρεσίες, μπορούμε να αυξήσουμε τα επιτόκια, ούτως ώστε οι πιστώσεις να γίνουν πιο ακριβές. Με αυτόν τον τρόπο ηρεμεί η οικονομία, κατευνάζονται οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό και υποχωρεί ο πληθωρισμός». Εάν ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά χαμηλός, κάτι το οποίο συνέβαινε για πολύ καιρό, μπορούμε να μειώσουμε τα επιτόκια, ούτως ώστε οι πιστώσεις να γίνουν φθηνότερες και να τονώσουμε με αυτόν τον τρόπο τις επενδύσεις και τη ζήτηση, σημειώνει.

Στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ σημειώνεται ότι «ο πληθωρισμός επιβαρύνει τους πολίτες. Πολλοί ανησυχούν ότι θα γίνει μόνιμο φαινόμενο. Παρακολουθούμε αυτές τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Γι’ αυτό ακριβώς αυξήσαμε τα επιτόκια: για να δείξουμε ότι δεν θα αφήσουμε τον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από το 2%. Έτσι, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα παραμείνουν υπό έλεγχο».

Τι είναι τα επιτόκια

Στο σημείωμα, η ΕΚΤ αναφέρει ότι «τα επιτόκια είναι το κόστος που συνεπάγεται ο δανεισμός χρημάτων (κάποιες φορές λέμε ότι τα επιτόκια είναι η «τιμή του χρήματος»). Εάν θελήσετε να πάρετε ένα δάνειο από κάποια τράπεζα, θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσετε ένα, συνήθως ετήσιο, επιτόκιο. Ας πούμε ότι δανείζεστε 10.000 ευρώ με ετήσιο επιτόκιο 3%. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από το ποσό που απαιτείται για την αποπληρωμή του δανείου, θα πρέπει να καταβάλλετε στην τράπεζά σας 300 ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο. Επομένως, το επιτόκιο είναι ουσιαστικά το ποσό που σας χρεώνει η τράπεζα για να σας δανείσει χρήματα. Συμβαίνει όμως και το αντίστροφο. Οι τόκοι είναι τα χρήματα που η τράπεζα σάς πληρώνει για τις αποταμιεύσεις σας, δηλαδή όταν η ίδια «δανείζεται» χρήματα από εσάς. Για παράδειγμα, εάν αποταμιεύσετε 1.000 ευρώ σε έναν λογαριασμό με ετήσιο επιτόκιο 2%, στο τέλος του έτους θα λάβετε τόκους 20 ευρώ».

Κόστος χρήματος

Είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει με άλλα προϊόντα ή υπηρεσίες. Για παράδειγμα, αν πολλοί θέλουν να αγοράσουν ψωμί, αλλά δεν υπάρχει αρκετό ψωμί, η τιμή αυξάνεται, αναφέρει η ΕΚΤ.

«Το ίδιο ισχύει και για τα επιτόκια: Όταν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες θέλουν να πραγματοποιήσουν δαπάνες και επενδύσεις, αλλά δεν μπορούν να βρουν εύκολα επαρκείς πιστώσεις, τα επιτόκια τείνουν να αυξάνονται, επειδή υπάρχουν λιγότερες διαθέσιμες πιστώσεις. Με άλλα λόγια, ο δανεισμός γίνεται ακριβότερος. Εάν συμβαίνει το αντίθετο και οι πολίτες αποταμιεύουν μεγάλο μέρος των χρημάτων τους στις τράπεζες, υπάρχει στην οικονομία άφθονο χρήμα -που συνήθως ονομάζεται ρευστότητα- οπότε τα επιτόκια τείνουν να είναι χαμηλά».

Να πιστέψουμε ότι ο πληθωρισμός θα πέσει…

Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και έπειτα, αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση κατά την οποία ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός, αλλά η οικονομία επιβραδύνεται, σημειώνει η ΕΚΤ. Οι τιμές έχουν αυξηθεί πολύ λόγω του πολέμου, ιδίως όσον αφορά την ενέργεια και τα τρόφιμα. Πολλές επιχειρήσεις δυσκολεύονται περισσότερο να εξασφαλίσουν τα υλικά, τα ανταλλακτικά και τους εργαζομένους που χρειάζονται για την παραγωγή και αυτό επιτείνει τα προβλήματα που είχε προκαλέσει η πανδημία.

Η αύξηση των επιτοκίων δεν θα λύσει από μόνη της όλα αυτά τα προβλήματα, διευκρινίζει η ΕΚΤ. Αυτό που πετυχαίνουν τα υψηλότερα επιτόκια, όμως, είναι να διατηρούν τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Εάν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θεωρήσουν ότι ο υψηλός πληθωρισμός θα γίνει μόνιμο φαινόμενο, οι εργαζόμενοι πιθανόν να ζητήσουν υψηλότερους μισθούς και οι εργοδότες ενδέχεται με τη σειρά τους να αυξήσουν τις τιμές. Αυτό αποκαλείται συχνά δίνη μισθών-τιμών. Θα συνεχίσουμε να αυξάνουμε τα επιτόκια -καθιστώντας με αυτόν τον τρόπο τις πιστώσεις πιο ακριβές και τις αποταμιεύσεις πιο αποδοτικές- ώστε να αποτρέψουμε αυτήν τη δίνη. Θα διασφαλίσουμε ότι οι επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι και οι επενδυτές θα αισθάνονται σιγουριά ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο 2% μεσοπρόθεσμα. Δεν θα επιτρέψουμε να παγιωθούν προσδοκίες για υψηλότερο πληθωρισμό».