Ολοκαύτωμα, Ρωσία, Πολωνία – Η ντροπιαστική διαστρέβλωση της ιστορίας: Στις 27 Ιανουαρίου 1945 – σαν χθες πριν από 75 χρόνια – ο Κόκκινος Στρατός απελευθέρωσε το Άουσβιτς, το στρατόπεδο συγκέντρωσης που συμβολίζει τα χειρότερα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στην ιστορία της Ανθρωπότητας, όχι μόνον από Γερμανούς, αλλά από οποιονδήποτε.

Ήταν ήδη αρκετά δύσκολο να βρεθεί ο σωστός τόνος για τις εκδηλώσεις μνήμης γι’ αυτή την ιστορική επέτειο – που φέρει έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο χαρακτήρα για τους επιζώντες και τους απογόνους των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, αλλά και μια παραινετική διάσταση προς όλους τους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων των απογόνων των θυτών, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τίποτε ανάλογο δεν πρόκειται να ξανασυμβεί στο μέλλον.

Ορισμένοι άνθρωποι, ωστόσο, επιλέγουν να κάνουν τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολο, επιμένοντας σκόπιμα να εκφράζονται με κυνισμό και αποσκοπώντας όχι στο να τιμηθεί η ιστορική μνήμη και να προωθηθεί η συμφιλίωση, αλλά στο να διαστρεβλώνουν γεγονότα και να διχάζουν.

Οι κυριότεροι ένοχοι για το τελευταίο “αμάρτημα” είναι οι πρόεδροι της Ρωσίας και της Πολωνίας, Βλάντιμιρ Πούτιν και Αντρέι Ντούντα αντίστοιχα. Σε μια τελετή σε πολωνικό έδαφος χθες, στον χώρο του στρατοπέδου, ο Ντούντα παρουσίασε την εκδοχή της εθνικιστικής κυβέρνησής της χώρας του για τα γεγονότα.

Ο πολωνικός και ρωσικός αναθεωρητισμός

Στο αφήγημα αυτό, οι Πολωνοί ήταν θύματα του Συμφώνου Χίτλερ-Στάλιν, που είχε ως στόχο να διαμοιράσει τα ιμάτια της Ανατολικής Ευρώπης μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης (αλήθεια), στη συνέχεια θύματα των Ναζί (αλήθεια) και των Σοβιετικών (επίσης αλήθεια), αλλά ποτέ συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων (ψέμα).

Ο Πούτιν μποϊκόταρε εμφατικά τις χθεσινές εκδηλώσεις. Ωστόσο μίλησε πριν από λίγες μέρες στο Yad Vashem, το μνημείο του Ολοκαυτώματος στην Ιερουσαλήμ, σε μια εκδήλωση την οποία ο Ντούντα μποϊκόταρε με τη σειρά του. Στην αφήγηση που έχει αναπτύξει ο Πούτιν τους τελευταίους μήνες, στην πραγματικότητα ήταν οι Πολωνοί με τους δικούς τους προκλητικούς ελιγμούς στη δεκαετία του ‘30 οι οποίοι δεν άφησαν στους Γερμανούς και στους Σοβιετικούς άλλη επιλογή από το να συνάψουν ένα σύμφωνο μη επίθεσης (πρόκειται για συγκλονιστικά διαστρεβλωτική ανάγνωση των γεγονότων).

Οι μόνοι ήρωες στην “ιστορία” του Πούτιν είναι οι Ρώσοι και οι υπόλοιποι Σοβιετικοί που απελευθέρωσαν τον Άουσβιτς και νίκησαν τους Ναζί (αλήθεια), οι οποίοι όμως παράλληλα δεν διέπραξαν καμία αξιοσημείωτη αγριότητα εναντίον των Πολωνών. Αυτό είναι προφανώς αναληθές: το 1940, οι Σοβιετικοί εξόντωσαν 20.000 Πολωνούς στο δάσος του Κατίν, για να αναφέρουμε ενδεικτικά μόνον ένα από τα εγκλήματά τους.

Αμφότεροι θέλουν προφανώς να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι η βαθύτερη ασθένεια του αντισημιτισμού είναι σε μεγάλο βαθμό πρόβλημα κάποιου άλλου. Αυτό είναι προσβλητικό, ειδικά όταν προέρχεται από ηγέτες εθνών με μακρά παράδοση στα πογκρόμ. Ναι, υπήρξαν Πολωνοί και Σοβιετικοί που διέσωσαν με ηρωισμό Εβραίους τη δεκαετία του ‘40.

Υπήρξαν όμως και άλλοι που υποβοήθησαν ή “έκαναν τα στραβά μάτια” στην εξόντωσή τους. Κι όμως, η δεξιά κυβέρνηση της Πολωνίας, η οποία είναι ήδη το “μαύρο πρόβατο” της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω της υπονόμευσης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης στη χώρα, έχει προσπαθήσει να καταστήσει αδίκημα το να λέει κανείς ότι  ορισμένοι Πολωνοί συνεργάστηκαν με τους κατακτητές της χώρας τους στο Ολοκαύτωμα.

Μια ψευδο-διαμάχη μεταξύ προπαγανδιστών

Ας αποκαλούμε πλέον αυτή τη γελοία ψευδο-διαμάχη ως αυτό που πραγματικά είναι: ούτε κατά διάνοια μια συζήτηση για το τι πραγματικά συνέβη στο παρελθόν, αλλά μια ανοιχτή μάχη στο πεδίο της προπαγάνδας. Η κυβέρνηση της Πολωνίας θέλει να σφυρηλατήσει τον εθνικισμό μεταξύ των υποστηρικτών της, καλλιεργώντας ένα αφήγημα αιώνιας αυτοθυματοποίησης έναντι της Γερμανίας, της Ρωσίας και τελικά ολόκληρης της ΕΕ.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, θέλει να επιδεινώσει αυτές τις εντάσεις μεταξύ της Βαρσοβίας, του Βερολίνου και των Βρυξελλών, ελπίζοντας να υπονομεύσει την ΕΕ, την οποία ο Πούτιν απεχθάνεται.

Αυτό που κατά τραγικό τρόπο χάνεται μέσα σε αυτό το “βασίλειο” της εξαπάτησης είναι ο στόχος μιας γνήσιας και αυθεντικής διατήρησης της μνήμης. Μιας μνήμης που πρέπει να αποτελεί ευκαιρία για ενδοσκόπηση, το είδος εκείνο της ειλικρινούς και ανήσυχης ματιάς στο εσωτερικό μας, όχι μόνον ως εθνών, αλλά και ως μεμονωμένων ατόμων.

Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να εξηγήσουμε ικανοποιητικά πώς μπόρεσε να συμβεί ένα έγκλημα όπως το Ολοκαύτωμα, ούτε μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι κάτι αντίστοιχο δεν θα συμβεί ξανά στο μέλλον. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι η απάντηση έχει σε έναν βαθμό να κάνει με τα βάθη του ανθρώπινου ψυχισμού, δηλαδή τις απείρως πολύπλοκες και συχνά αντιφατικές ικανότητες του τελευταίου για το καλύτερο, αλλά και για το χειρότερο.

Ο άλλος δρόμος

Σε αυτό το πνεύμα ταπεινοφροσύνης, ο πρόεδρος της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, απευθύνθηκε σε ένα κοινό επιζώντων του Ολοκαυτώματος, απογόνων των θυμάτων και κρατικών ηγετών στο Yad Vashem, με τον Πούτιν να παρακολουθεί.

Για να μην υποχρεωθούν τα θύματα στο τραύμα τού να πρέπει να ακούσουν τον ήχο της γερμανικής γλώσσας στο πλαίσιο μιας τέτοιας εκδήλωσης, ο επικεφαλής του γερμανικού κράτους μίλησε πρώτα στα εβραϊκά και στη συνέχεια στα αγγλικά. “Είμαι εδώ φορτωμένος με το δυσβάσταχτο, ιστορικό βάρος της ενοχής”, είπε, πριν προειδοποιήσει ενάντια στην πρόσφατη επάνοδο του αντισημιτισμού και του μίσους, στη Γερμανία και αλλού και πριν δεσμευτεί να τον πολεμά για πάντα.

Ο Στάινμαϊερ συνέλαβε επίσης σωστά και τον έτερο σκοπό των εκδηλώσεων μνήμης, ο οποίος είναι να φέρνουν κοντά ανθρώπους που κάποτε βρίσκονταν σε αντίπαλα “στρατόπεδα”. Πρόκειται για κομβικό βήμα προκειμένου οι επιζώντες να βρουν όσο μεγαλύτερη ανακούφιση και παρηγοριά μπορούν. “Η ψυχή μου δονείται από το πνεύμα της συμφιλίωσης”, δήλωσε ο πρόεδρος της Γερμανίας, “αυτό ακριβώς το πνεύμα που άνοιξε ένα νέο και ειρηνικό μονοπάτι για τη Γερμανία και το Ισραήλ, τη Γερμανία, την Ευρώπη και τις χώρες του κόσμου”.

Αυτός είναι ένας αξιοπρεπής τρόπος να θυμάται κανείς την απελευθέρωση του Άουσβιτς. Αυτό που κάνουν ο Πούτιν και ο Ντούντα είναι το αντίθετό του, μια βεβήλωση και μια ιεροσυλία.

Του Andreas Kluth

Πηγή: Bloomberg View