Μεγαλύτερο σοκ ακρίβειας στην αγορά για το 2022 προβλέπει η Κεντρική Τράπεζα, ανεβάζοντας ακόμη περισσότερο τον πήχη για τον πληθωρισμό έτους στο 6,8%, σε σχέση με τις προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών για 4,5%, με την διαφορά εκτίμησης μεταξύ κυβέρνησης και Κεντρικής να είναι στο 2,3%.

Μια γεύση των προβλέψεων έδωσε την Πέμπτη ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Κωνσταντίνος Ηροδότου, μιλώντας στο συνέδριο ICPAC Mediterranean Finance Summit, αναφέροντας στην ομιλία του πως «στην Κύπρο, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου έχει άμεσο αντίκτυπο στο κόστος ζωής των νοικοκυριών και στο κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων, ενώ οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία επηρεάζουν κυρίως τους τομείς του τουρισμού και των επαγγελματικών υπηρεσιών της χώρας και αναμένεται να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, αναμένεται να μειώσουν το επίπεδο αύξησης του ΑΕΠ το 2022, όπως εκτιμάται σήμερα, κατά περίπου 1,3 ποσοστιαίες μονάδες, από 3,6 τοις εκατό, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου τον Δεκέμβριο, σε περίπου 2,3 τοις εκατό. Ο πληθωρισμός αναμένεται επί του παρόντος να κυμανθεί γύρω στο 6,8 τοις εκατό το 2022, σε σύγκριση με την πρόβλεψη του Δεκεμβρίου για 2,5 τοις εκατό»…

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Η κυβέρνηση είναι για την ώρα πιο αισιόδοξη στις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό, αφού, στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2022-2025 που απέστειλε πριν λίγες μέρες το Υπουργείο Οικονομικών στις Βρυξέλλες, περιλαμβάνεται η εκτίμηση ότι ο πληθωρισμός θα παρουσιάσει αύξηση στο 4,5% (για όλο) το 2022, θα επιβραδυνθεί στο 1,5% το 2023 και στη συνέχεια θα κυμανθεί γύρω στο 2% το 2024-2025.

Αρχικά, πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών ήταν πληθωρισμός 1,5% το 2022. Στις 16 Μαρτίου 2022, σε συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, τεχνοκράτης του Υπουργείου είχε αναφέρει ότι με την αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία ο πληθωρισμός έτους αναμένεται στο 4%. Ωστόσο, όπως φαίνεται από τις εξελίξεις, δυο μήνες μετά, έγιναν νέοι υπολογισμοί από το Υπουργείο και ο πληθωρισμός εκτιμάται στο 4,5% το 2022, όπως κατατέθηκε η πρόβλεψη στην Κομισιόν.

Αν επικρατήσει η πρόβλεψη της Κεντρικής Τράπεζας αυτό συνεπάγεται μεγαλύτερη διάβρωση των εισοδημάτων νοικοκυριών και συνταξιούχων και μεγαλύτερη αβεβαιότητα στα δημόσια οικονομικά. Όπως έχει αναφερθεί στην Βουλή, για κάθε 1% αύξησης στον πληθωρισμό αντιστοιχεί αύξηση €10 εκατ. στα τιμαριθμικά επιδόματα για τους εργαζόμενους που επωφελούνται από την ΑΤΑ.

Ο διοικητής, στην ομιλία του την περασμένη Πέμπτη, αναφέρθηκε εκτενώς στις προκλήσεις του πληθωρισμού που απασχολούν την Ευρωζώνη και το εργαλείο που υπάρχει μέσω της νομισματικής πολιτικής. «Η κύρια πρόκληση για τη νομισματική πολιτική τώρα είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η οικονομική ανάκαμψη. Αυτό απαιτεί προσεκτική προσοχή σε όλες αυτές τις αυξημένες αβεβαιότητες και τις επιπτώσεις τους στις εξελισσόμενες οικονομικές προοπτικές. Η περιπλοκή είναι ότι οι πληθωριστικές πιέσεις προκύπτουν κυρίως από τους κλυδωνισμούς από την πλευρά της προσφοράς, οι οποίοι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω της νομισματικής πολιτικής. Τα υψηλότερα επιτόκια δεν θα αποκαταστήσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, ούτε θα μειώσουν τις τιμές της ενέργειας. 

Για το λόγο αυτό, στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχουμε ήδη ξεκινήσει την προσαρμογή ορισμένων μέσων νομισματικής πολιτικής, όπως το πανδημικό πρόγραμμα έκτακτης αγοράς και το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών ατοιχείων, μειώνοντας σημαντικά τα ομόλογα που αγοράζουν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ», σημειώνει ο διοικητής.

Οι προθέσεις της ΕΚΤ για τις πληθωριστικές πιέσεις

«Με άλλα λόγια», πρόσθεσε ο κ. Ηροδότου, «η νομισματική σύσφιξη έχει ήδη αρχίσει. Υπάρχει σαφής αλληλουχία των ενεργειών νομισματικής πολιτικής που έχει καθοριστεί και ακολουθεί το Διοικητικό Συμβούλιο. Παρακολουθούμε στενά όλα τα εισερχόμενα δεδομένα και η προσαρμογή των μέσων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ θα γίνει σταδιακά και με ευελιξία για να στοχεύσουμε τυχόν πληθωριστικές επιπτώσεις από την πλευρά της ζήτησης ή δευτερογενείς πληθωριστικές επιπτώσεις ή αποδέσμευση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Η αστάθεια και η υψηλή αβεβαιότητα επιβάλλουν την ανάγκη για προαιρετική άσκηση της νομισματικής πολιτικής για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα», καταλήγει ο κ. Ηροδότου.