Ιδιαίτερη προσοχή στα δημόσια οικονομικά συστήνει λόγω αυξημένων ρίσκων, που ενδεχομένως να διατηρηθούν σε βάθος χρόνου, συστήνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, υποστηρίζοντας πως τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να εστιαστούν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού και όχι οριζόντια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αυξήσεις μισθών 2,25% προβλέπει το ΥΠΟΙΚ για το ’23

Ενδιάμεση Έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου

Η Ενδιάμεση Έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου αποσκοπεί στην παρουσίαση της αξιολόγησης των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και του δημοσιονομικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων και εξελίξεων. Οι μακροοικονομικές εξελίξεις, οι εξωγενείς πιέσεις, οι αποφάσεις δημοσιονομικής πολιτικής και τα μέτρα αντιμετώπισης του πληθωρισμού, αποτελούν σημαντικές παραμέτρους από τις οποίες απορρέει η δημοσιονομική εικόνα της χώρας.

Οι ιδιάζουσες συνθήκες εντείνουν την αβεβαιότητα και την επισφάλεια στις αναλύσεις και οι όποιες εκτιμήσεις για την πορεία των δημοσίων οικονομικών και της οικονομίας εν γένει, βασίζονται σε μια σειρά από παραδοχές, οι οποίες όμως δεν μπορούν να κριθούν ως ασφαλείς κάτω από τις σημερινές συνθήκες.

Οι εκτιμήσεις που δίνονται στην παρούσα έκθεση, γίνονται με βάση τα στοιχεία και δεδομένα που είναι διαθέσιμα μέχρι την 30η Μαΐου 2022 και βασίζονται στις βασικές παραδοχές πως:

•             Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα συνεχιστεί αλλά δεν θα κλιμακωθεί

•             Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας ενδέχεται να ενταθούν, αλλά δεν θα αλλάξει η φύση και το ύφος τους

•             Οι τιμές καυσίμων θα σταθεροποιηθούν στα τέλη του γ’ τριμήνου 2022 αλλά δεν θα αποκλιμακωθούν οι τιμές στα άλλα προϊόντα πριν το τέλος του 2023

•             Οι νομισματικές αρχές θα λάβουν μέτρα νομισματικής συρρίκνωσης, αλλά δεν θα κινηθούν σε ακραίες επιλογές με σκοπό να επιστρέψει εντός του 2022 ο πληθωρισμός κοντά στο όριο του 2%

•             Η Fed δεν θα αυξήσει τα επιτόκια στο δολάριο πέρα από το 4% με αντίκτυπο στην ροή κεφαλαίων προς τις ΗΠΑ και μείωση της ανάπτυξης στη συγκεκριμένη οικονομία

•             Οι ΗΠΑ δεν θα καταγράψουν ύφεση εντός του 2022

•             Η αύξηση στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων δεν θα μεταφραστούν σε νέο κύμα πολιτικών αναταραχών σε χώρες που γειτνιάζουν γεωγραφικά, πολιτικά ή οικονομικά με την Κύπρο

Η εικόνα της οικονομίας συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα και υψηλά ρίσκα, αλλά και συνεχιζόμενη ανάπτυξη σε πραγματικούς ρυθμούς. Η μακροοικονομική περίσταση χαρακτηρίζεται από πιέσεις στην απασχόληση, αυξημένο πιστωτικό ρίσκο (ιδίως ανάμεσα σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις), πιέσεις στην κατανάλωση και συνεχιζόμενο πληθωρισμό ο οποίος επηρεάζει οριζοντίως όλους τους τομείς της οικονομίας. Με αυτά τα δεδομένα, αναμένεται μείωση της ανάπτυξης στο πραγματικό ΑΕΠ και αυξητική τάση στην ανεργία. Οι τάσεις προς τον στασιμοπληθωρισμό θα συνεχιστούν, αλλά αναμένεται πως η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ θα παραμείνει σε θετικό έδαφος. Οι εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών προβλέπουν πραγματική ανάπτυξη ύψους 2.7%, μια εκτίμηση που κρίνεται ως συντηρητική και ρεαλιστική, με το Δημοσιονομικό Συμβούλιο ωστόσο να εκτιμά πως η πραγματική ανάπτυξη θα κινηθεί πιο κοντά στο 2%, νοουμένου ότι οι πιο πάνω, επισφαλείς, υποθέσεις εργασίας δεν θα ανατραπούν.

Την ίδια στιγμή, η Δημοσιονομική εικόνα παραμένει σταθερή παρά τις δευτερογενείς πιέσεις που δέχονται, κυρίως όσον αφορά στις δαπάνες, τα δημόσια οικονομικά. Σημειώνεται πως, με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, καταγράφεται σημαντική αύξηση ορισμένων εσόδων, ιδίως από έμμεσους φόρους, ενώ και οι άμεσοι φόροι αναμένεται πως θα συνεχίσουν να καταγράφουν αύξηση καθώς επεκτείνεται και το ονομαστικό ΑΕΠ.

Γενικότερα, συνήθως ο πληθωρισμός πλήττει τα Δημόσια Οικονομικά μέσα από τη συρρίκνωση του ΑΕΠ η οποία συνεπάγεται μείωση των εσόδων από έμμεσους και άμεσους φόρους, σε συνδυασμό με αύξηση των κρατικών δαπανών. Από τη στιγμή, όμως, που εξασφαλίζεται ανάπτυξη στο ονομαστικό και πραγματικό ΑΕΠ, ο πληθωρισμός από μόνος του δεν δημιουργεί δημοσιονομικό πρόβλημα, αφού τα κρατικά έσοδα μεγεθύνονται σε αντιστάθμιση των αυξημένων δαπανών. (Δευτερογενώς, υφίσταται, ωστόσο, αυξημένο ρίσκο ως προς τις μελλοντικές εκδόσεις χρέους από τη Δημοκρατία και το κόστος δανεισμού). 

Με βάση τα σημερινά στοιχεία και τάσεις, δεν διαφαίνονται υψηλοί πρωτογενείς κίνδυνοι  Δημοσιονομικής αναταραχής και το Δημοσιονομικό Συμβούλιο θεωρεί πως το Υπουργείο Οικονομικών διατηρεί αυτή τη στιγμή τον έλεγχο στα δημόσια οικονομικά. Ωστόσο, σημειώνεται πως οι πιέσεις για περαιτέρω δημοσιονομική επέκταση αποτελούν σημαντικό δυνητικό ρίσκο, ενώ οι κίνδυνοι για την οικονομία συνεχίζουν να είναι σοβαροί στο μέσο και μακρύ διάστημα.

Σημειώνουμε, επιπλέον, το αυξημένο πολιτικό ρίσκο, λόγω πολιτικού προεκλογικού κύκλου, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Το Συμβούλιο έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει κατά αποφάσεων που μπορεί μεν να είναι δημοφιλείς, αλλά δεν επιτυγχάνουν τον δεδηλωμένο τους στόχο. Προειδοποιούμε επίσης πως αποφάσεις που δεν συνάδουν με τους μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους της Δημοκρατίας, όπως είναι η πράσινη μετάβαση και η ψηφιακή μετάβαση, δεν συνάδουν με τις Βέλτιστες Πρακτικές καθώς ισοδυναμούν με μεγάλη αύξηση των Δημοσιονομικών δαπανών στο εγγύς μέλλον, με κλιμάκωση των κινδύνων για Δημοσιονομική αναταραχή μεταγενέστερα.

Αποφάσεις, για παράδειγμα, που μειώνουν το κόστος των ρύπων για τις μεγάλες επιχειρήσεις, αποτελούν σημαντικό ρίσκο για την περίοδο από το 2023 και μετά, ενώ αποτελούν και αντικίνητρο για αναπτυξιακές επενδύσεις και αξιοποίησης των υψηλών αποθεμάτων ρευστότητας στην οικονομία, που είναι θεμιτά υπό τις περιστάσεις, παρά τον οριακά αυξητικό αντίκτυπο που θα έχουν σε επί μέρους επίπεδα τιμών.

Τέτοιες πολιτικές είναι διττά προβληματικές. Αφενός συνεπάγονται μειωμένα έσοδα με σκοπό που ισοδυναμεί με πάγωμα μακροπρόθεσμων στόχων, και αφετέρου αυξάνουν τις μελλοντικές ανάγκες κρατικών δαπανών με σκοπό την επίτευξη των ίδιων στόχων που με κόστος παγωποιήθηκαν. Τα όποια φορολογικά κίνητρα πρέπει να εστιάσουν στην επίτευξη και όχι αναστολή στόχων όπως την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση .

Σημειώνουμε επίσης πως οι δαπάνες που αποσκοπούν στην διατήρηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και της προστασίας των ευάλωτων ομάδων, κρίνονται ως επιβεβλημένες. Συμφωνούμε με την περσινή διατύπωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία θεωρούμε πως ισχύει ακόμα, πως η Δημοσιονομική κατάσταση είναι τέτοια, που δικαιολογεί αυτή την επιλογή της κυβέρνησης. Αφενός, το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος δεν είναι σήμερα σε κατάσταση που να απαγορεύει δημοσιονομικές πολιτικές ανάπτυξης. Αφετέρου, με αυτές τις πολιτικές δημοσιονομικής επέκτασης προστατεύεται η αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας, ενισχύεται η απασχόληση και μετριάζονται οι επιπτώσεις των αυξημένων πιέσεων στην οικονομία και στην κοινωνία.

Υπογραμμίζουμε, ωστόσο, εκ νέου, ότι τα περιθώρια για δημοσιονομική πολιτική δεν είναι απεριόριστα και πως τα οριζόντια μέτρα αντενδείκνυνται ως αναποτελεσματικά και σπάταλα, παρά τη δημοφιλία τους.

Οριζόντιας φύσης μέτρα πρέπει να αποφεύγονται με αυξημένο το αίσθημα ευθύνης και πειθαρχίας από την ευρύτερη πολιτική ηγεσία. Τα δομικά χαρακτηριστικά της κυπριακής οικονομίας, δε, αποκλείουν τη μετάδοση των οριζόντιων μέτρων από τις μεγάλες επιχειρήσεις προς τα νοικοκυριά, κάτι που μπορεί μεν να συμβαίνει στη σχετική θεωρία και σε άλλες οικονομίες, αλλά δεν εντοπίζεται στην Κύπρο λόγω της δομής παραγωγής και διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών. Οι σημαντικότεροι μηχανισμοί μετάδοσης τέτοιων πολιτικών, που έχουν αφετηρία τη Μεταποίηση και τη Βιομηχανία, δεν υφίστανται στην κυπριακή οικονομία σε βαθμό που να μπορούν να αποτελέσουν βασικές υποθέσεις εργασίας στην άσκηση νομισματικής ή δημοσιονομικής πολιτικής. 

Η σημερινή εικόνα της Οικονομίας προδιαθέτει για αυξημένες δυσκολίες ανάμεσα στα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ωστόσο, φαίνεται πως το ΑΕΠ θα παραμείνει σε θετικό έδαφος, παρά τις πιέσεις που δέχεται, ενώ αναμένεται περαιτέρω ανάκαμψη εντός του 2023, τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στη μείωση της ανεργίας, ενώ και μια αποκλιμάκωση στα επίπεδα των τιμών θα ενισχύσει τα πραγματικά Διαθέσιμα Εισοδήματα των νοικοκυριών.