Απόφαση που προκαλεί αναταραχή στον Οργανισμό Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (ΟΚΥπΥ) και απειλεί με αδρανοποίηση το σύστημα αγορών και προμηθειών του ημικρατικού οργανισμού έλαβε τη Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών. Μετά από εξέταση προσφυγής της εταιρείας Vitaemed Ltd, εναντίον απόφασης του ΟΚΥπΥ να την αποκλείσει από διαγωνισμό για προμήθεια αντιδραστηρίων και εξοπλισμού βιοχημικών αναλύσεων, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών αποφάσισε ότι το διοικητικό συμβούλιο του ΟΚΥπΥ δεν είχε εκ του οικείου νόμου δικαίωμα να συστήσει Συμβούλιο Προσφορών και Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών (!) και συνεπώς η συγκεκριμένη απόφαση για τη Vitaemed καθίσταται άκυρη.

Πλην όμως, επειδή όλοι οι διαγωνισμοί που προκήρυξε και προκηρύσσει ο ΟΚΥπΥ για τις αναγκαίες προμήθειες για τα δημόσια νοσοκομεία αξιολογούνται και κρίνονται μέσω αποφάσεων του Συμβουλίου Προσφορών και της Επιτροπής Αξιολόγησης, καθίσταται προφανές ότι είναι και αυτές τυπικά άκυρες, με βάση τη συγκεκριμένη απόφαση, και θα συνεχίσουν να είναι άκυρες (σε περίπτωση προσφυγών) όλες οι αποφάσεις για διαγωνισμούς που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα από τα ίδια όργανα.

Αυτό σημαίνει επίσης πως όσες προσφορές κατακυρώθηκαν από τον ΟΚΥπΥ με τη συγκεκριμένη διαδικασία, χωρίς να έχει παρέλθει η νόμιμη προθεσμία για προσφυγή είτε στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών (15 ημερολογιακές μέρες), είτε στο Διοικητικό Δικαστήριο (75 μέρες), οι επηρεαζόμενες επιχειρήσεις μπορούν να ζητήσουν διά της νόμιμης οδού την ακύρωσή τους, ή και αποζημιώσεις, προκαλώντας μεγαλύτερη αναταραχή στον οργανισμό και στα δημόσια νοσοκομεία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Σύμφωνα με την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, η εξουσία σύναψης συμβάσεων, με βάση τον νόμο για τον ΟΚΥπΥ, ανήκει στο διοικητικό συμβούλιο, το οποίο μπορεί να μεταβιβάζει κάποιες εξουσίες του μόνο στον γενικό διευθυντή. Σε αυτές, όμως, δεν περιλαμβάνονται θέματα που αφορούν δημόσιους διαγωνισμούς. Στις περιπτώσεις των διαγωνισμών, το διοικητικό συμβούλιο αξιοποίησε «εσωτερικούς κανονισμούς» και συνέστησε Συμβούλιο Προσφορών και ανέθεσε την ευθύνη σύναψης/ανάθεσης συμβάσεων στον προϊστάμενο της Μονάδας Αγορών και Προμηθειών (για δαπάνες πάνω από 1 εκατ. ευρώ) και στο Συμβούλιο Προσφορών. Κατά την Αναθεωρητική Αρχή, το διοικητικό συμβούλιο δεν είχε τέτοιο δικαίωμα από τον οικείο νόμο («χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση»), συνεπώς η προσβληθείσα απόφαση που αφορούσε τη Viataemed κρίθηκε άκυρη, καθιστώντας εκ προοιμίου άκυρες και τις αποφάσεις που θα ληφθούν εφόσον συνεχιστεί το ίδιο καθεστώς.

Την υπόθεση από μέρους του αιτητή χειρίστηκε το δικηγορικό γραφείο Αναστάσιος Μυλωνάς και Σία ΔΕΠΕ, το οποίο είχε στηρίξει -ως πρώτο λόγο ακύρωσης της απόφασης- τη θέση ότι τα όργανα που είχαν λάβει μέρος στη διαδικασία του διαγωνισμού συστάθηκαν παράνομα.

Αναπόφευκτη η τροποποίηση του νόμου

Με βάση το κείμενο της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών συνάγεται πως η μόνη λύση για να ξεπεραστεί το πρόβλημα που ανέκυψε είναι να τροποποιηθεί ο νόμος που διέπει τη λειτουργία του ΟΚΥπΥ, ώστε το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού (που σαφώς δεν μπορεί να διαχειρίζεται τις πολύπλοκες και απαιτητικές διαδικασίες προσφοροδότησης για τεράστιο όγκο προμηθειών) να μπορεί να αναθέτει τις αρμοδιότητες που αφορούν την προκήρυξη και αξιολόγηση των διαγωνισμών σε άλλα εσωτερικά διοικητικά όργανα, όπως το Συμβούλιο Προσφορών και η Επιτροπή Αξιολόγησης. Όπως συμβαίνει και στους άλλους ημικρατικούς οργανισμούς. Είναι προφανές ότι η απουσία τέτοιας αρμοδιότητας στον νόμο για τον ΟΚΥπΥ οφείλεται σε αβλεψία κατά την επεξεργασία της νομοθεσίας.

Λόγω της σημασίας της απόφασης, το κείμενο έχει ήδη παραπεμφθεί στους νομικούς συμβούλους του οργανισμού, από τους οποίους αναμένονται το συντομότερο συστάσεις για το χειρισμό του θέματος.

ΑΠΟΡΙΑ

Δεν το είδαν νωρίτερα;

Ο ΟΚΥπΥ λειτουργεί με νόμο που τέθηκε σε ισχύ το 2017 και είναι απορίας άξιο γιατί χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να εντοπιστεί, με απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, το κενό που εμποδίζει το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού να συστήσει Συμβούλιο Προσφορών και Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών, όργανα απολύτως απαραίτητα. Από την άλλη, το γεγονός ότι η σύσταση των δύο προαναφερθέντων οργάνων έγινε μέσω «εσωτερικών κανονισμών», ενδεχομένως να παραπέμπει στο συμπέρασμα ότι το κενό είχε μεν εντοπιστεί έγκαιρα, αλλά αντί να καλυφθεί με τροποποίηση της νομοθεσίας ή προώθηση κανονισμού από το Υπουργικό και τη Βουλή, επιχειρήθηκε να καλυφθεί εσωτερικά, αλλά και παράνομα, σύμφωνα με την Αναθεωρητική Αρχή.