Ο Μάικλ Μπλούμπεργκ, υποψήφιος για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, έχει υποσχεθεί ότι θα πουλήσει τον αξίας πολλών δισ. δολαρίων μιντιακό κολοσσό του, Bloomberg LP, εάν εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι υποψήφιοι αγοραστές της εταιρείας χρηματοοικονομικών δεδομένων και ΜΜΕ του Μπλούμπεργκ θα πρέπει να έχουν πολύ βαθιές τσέπες για να προχωρήσουν σε ένα τέτοιο deal – είτε μιλάμε για εταιρείες διαχείρισης χρηματιστηριακών αγορών, είτε κοινοπραξίες οικονομικών επιχειρήσεων, είτε τεχνολογικούς κολοσσούς.
 
Ο κυριότερος ανταγωνιστής της Bloomberg LP, η εταιρεία Refinitiv (πρώην βραχίονας της Thomson-Reuters στον τομέα τον χρηματοοικονομικών δεδομένων) εξαγοράστηκε πέρυσι το καλοκαίρι από το Χρηματιστήριο του Λονδίνου (London Stock Exchange – LSE) έναντι τιμήματος 27 δισ. δολαρίων, ποσό 13 φορές φορές τα κέρδη της. Ένα deal που μπορεί να αποτελέσει “οδηγό” για το τίμημα πώλησης της Bloomberg LP, σύμφωνα με έκθεση της Burton-Taylor International Consulting.
 
Ειδικότερα, με βάση το τίμημα πώλησης της Refinitiv, και συνυπολογιζόμενου ενός μικρού premium λόγω του ρυθμού ανάπτυξης που έχει καταγράψει ιστορικά η εταιρεία, η έκθεση της Burton-Taylor υπολογίζει ότι η αξία της Bloomberg LP θα μπορούσε να ανέλθει έως και στα 60 δισ. δολάρια.
 
Με βάση λοιπόν τη συμφωνία εξαγοράς της Refinitiv, στους προφανείς υποψηφίους για την εξαγορά της Bloomberg LP, σύμφωνα με τη Wall Street Journal, περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων μεγάλες εταιρείες διαχείρισης χρηματιστηριακών αγορών, αν μπορέσουν βέβαια να αντλήσουν αρκετά κεφάλαια: η CME Group έχει κεφαλαιοποίηση ύψους 75 δισ. δολαρίων, ενώ η Intercontinental Exchange (ICE), η οποία πρόσφατα επιχείρησε να εξαγοράσει το eBay έναντι 35 δισ. δολαρίων, αποτιμάται στα 53 δισ. δολάρια.
 
Μια έτερη επιλογή, βάσει οικονομικών δυνατοτήτων, θα ήταν κάποιος από τους τεχνολογικούς κολοσσούς, όπως η Microsoft, η Amazon ή η Alphabet, μητρική της Google, δεδομένου ότι όλες τους προσπαθούν όλο και περισσότερο να εμπλουτίσουν με χρηματοοικονομικά στοιχεία τις δραστηριότητές τους, σύμφωνα με τη Journal.
 
Η καλύτερη επιλογή ωστόσο, σύμφωνα με την επικεφαλής αναλύσεων της Nucleus Research, Μπάρμπαρα Πεκ, θα ήταν μια μοχλευμένη εξαγορά από μια κοινοπραξία ενδιαφερομένων, που θα μπορούσε να αποτελέσει τη μεγαλύτερη στην ιστορία: μια κοινοπραξία private equity θα μπορούσε να επιχειρήσει να επαναλάβει το εγχείρημα της Blackstone, η οποία εξαγόρασε έναντι 20 δισ. δολαρίων πλειοψηφικό ποσοστό στη Refinitiv, πριν καταλήξει τελικά η εταιρεία στην LSE πέρυσι.
 
Ένας έτερος υποψήφιος αγοραστής θα μπορούσε να είναι κάποιος ακόμη πλουσιότερος από τον Μπλούμπεργκ, σύμφωνα με τον CCN, όπως ο δισεκατομμυριούχος Γουόρεν Μπάφετ και η ομάδα του στην Berkshire Hathaway: Ο “σοφός της Όμαχα” αγαπά τα μονοπώλια και ψάχνει εδώ και καιρό για μια “εξαγορά-μαμουθ” όπου θα μπορούσε να ξοδέψει μέρος του αποθέματος μετρητών που διαθέτει, ύψους 128 δισ. δολαρίων.
 
“(Ο υποψήφιος αγοραστής) θα πρέπει να είναι ένας μεγάλος ‘παίκτης’, με πολύ χρήμα”, σημειώνει η Πεκ. “Κάποιο private equity, θα έλεγα”, πιθανότατα μια κοινοπραξία, προσθέτει η επικεφαλής αναλύσεων της Nucleus Research. Παρότι μεγάλες εταιρείες private equity όπως η KKR “μπορεί να μην έχουν το στομάχι” για μια τόσο μεγάλη συμφωνία, “νομίζω ότι μια ομάδα οικονομικών στελεχών θα μπορούσε πραγματικά να επιτύχει”, συμπληρώνει.
 
Αναφερόμενη στην πιθανότητα να είναι ο Μπάφετ αυτός που θα αποκτήσει την εταιρεία του Μπλούμπεργκ, η Πεκ λέει: “Είναι πάντοτε ένας σημαντικός παίκτης – δεν ξέρω όμως πόσο ταιριάζει (η Bloomberg LP) στη στρατηγική της Berkshire Hathaway”. Όσον αφορά τους τεχνολογικούς κολοσσούς που θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να εξαγοράσουν την Bloomberg LP, η ίδια επισημαίνει ότι η Microsoft βρίσκεται στην καλύτερη οικονομική θέση, διαθέτοντας τα περισσότερα μετρητά, αν και αυτό δεν αποκλείει άλλους πιθανούς “παίκτες” όπως η Salesforce ή η Oracle. Ωστόσο, η κύρια επιχειρηματική δραστηριότητα της Bloomberg LP διαφέρει σημαντικά από τις δραστηριότητες των συγκεκριμένων εταιρειών, καθώς τα έσοδά της προέρχονται από τις συνδρομές για τα χρηματοοικονομικά δεδομένα και τις ειδήσεις που παρέχει.
 
Ακολουθούν μερικά σημαντικά στοιχεία που αξίζει να αναφερθούν: Ο Μάικλ Μπλούμπεργκ, του οποίου η περιουσία ανέρχεται στα 64,2 δισ. δολάρια σύμφωνα με το Forbes, κατέχει το 88% της εταιρείας χρηματοοικονομικών πληροφοριών και ενημέρωσης Bloomberg LP που ίδρυσε το 1981. Η εταιρεία του εμφάνισε έσοδα περίπου 10 δισ. δολαρίων το 2019. Βασικό της αντικείμενο είναι η παροχή ειδησεογραφικού περιεχομένου και χρηματοοικονομικών δεδομένων, ενώ διαθέτει περίπου 325.000 πελάτες οι οποίοι καταβάλλουν έκαστος σταθερό αντίτιμο 24.000 δολαρίων ετησίως για τις υπηρεσίες που τους παρέχει, σύμφωνα με τη Wall Street Journal.
 
Το προεκλογικό επιτελείο του Μπλούμπεργκ επιβεβαίωσε την Τρίτη ότι ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης και νυν υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ θα πωλήσει την Bloomberg LP εάν νικήσει τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου, ώστε να μην τεθεί οποιοδήποτε θέμα σύγκρουσης συμφερόντων. Τον περασμένο Δεκέμβριο, βέβαια, ο ίδιος ο Μπλούμπεργκ είναι αφήσει να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να εισφέρει την εταιρεία σε “τυφλό καταπίστευμα” (blind trust), στο οποίο θα εκχωρήσει τον έλεγχο αλλά όχι την κυριότητα (σ.σ. “τυφλό καταπίστευμα” χαρακτηρίζεται το χαρτοφυλάκιο του οποίο η διαχείριση ανατίθεται σε θεματοφύλακα ώστε να αποτραπεί σύγκρουση συμφερόντων όταν ο κάτοχος ασκεί δημόσιο αξίωμα).
 
Του Sergei Klebnikov