Τρεις άνθρωποι της τέχνης, ο Δημήτρης Πιερίδης, ο Γιάννης Τουμαζής και ο Τάκης Μαυρωτάς ξετυλίγουν μνήμες από την γνωριμία τους με τον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο Αλέκο Φασιανό και μιλούν για την σχέση του με την Κύπρο.

 

Φτωχότερος ο ελληνικός εικαστικός κόσμος

Του Δημήτρη Ζ. Πιερίδη

Με τον Αλέκο Φασιανό, μας συνέδεε μια μακρόχρονη, βαθιά και ειλικρινή φιλία.

Μεγάλος θαυμαστής του έργου του, η Πινακοθήκη Πιερίδη στη Γλυφάδα της Αττικής (1980–1996), απέκτησε δώδεκα ζωγραφικά και είκοσι χαρακτικά του έργα και εξέδωσε κατάλογο της συλλογής με τίτλο «Φασιανός, ο ζωγράφος, ο χαράκτης». Γιατί κυρίως χαρακτική σπούδασε στο Παρίσι ο Φασιανός.

Βαθύς γνώστης της Ελληνικής Μυθολογίας, απέδιδε με χιούμορ σκηνές από την αρχαία Ελλάδα και όλη του η μοναδική τέχνη, αν και σύγχρονη και διεθνής, απέπνεε ελληνικότητα.​

Άπειρες οι χαρούμενες στιγμές που περάσαμε μαζί και σε εκδρομές. Τη σφραγίδα της άφησε η μεγάλη του αναδρομική έκθεση στη Λευκωσία, στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών – Ίδρυμα Πιερίδη με κάτι το πρωτοφανές: Το ζεστό χειροκρότημα του πλήθους των φιλότεχνων όταν ο Αλέκος εμφανίστηκε στην αίθουσα.

​Και κάτι το χαρακτηριστικό που θυμόμασταν ευχάριστα: Στα μέσα του 1990 έργα του Φασιανού παρουσιάστηκαν ταυτόχρονα σε δύο παρισινές γκαλερί, στη μεγάλη έκθεση στο Grand Palais. Επέμενε πολύ να είμαι παρών στα εγκαίνια. Στην γκαλερί Creuzevot παρουσίαζε μυθολογικά πορτραίτα. Αμέσως απέκτησα τον Πυγμαλίωνα, σε γαλάζια χρώματα και αποχρώσεις. Σε λίγο καταφθάνει η σύζυγος τού τότε πρωθυπουργού της Γαλλίας Λωράν Φαμπιούς με τη συνοδεία της. Αγκάλιασε τον γνωστό της Αλέκο και, δείχνοντας προς τον Πυγμαλίωνα, είπε «Αυτό!». Η γκαλερίστ της εξήγησε ότι μόλις το απέκτησε ιδιωτική Πινακοθήκη των Αθηνών. «Σας παρακαλώ, μου λέει, θέλω για το γραφείο μου ένα έργο «de notre Fassianos» (του δικού μας Φασιανού). Γελώντας της απάντησα, «Κυρία μου, εσείς οι Γάλλοι να αρκείστε με τη Notre Dame. Ο Φασιανός είναι notre Fassianos». Γέλια πολλά ακολούθησαν και εκείνη απέκτησε δύο άλλα πανέμορφα πορτραίτα.

Στους πολυαγαπημένους του Μαρίζα, Νίκο και Βικτώρια, εκφράζω τη βαθιά μου λύπη.

 

Η φλόγα του πνεύματος 

Του Γιάννη Τουμαζή

Η μεγάλη αναδρομική έκθεση του Αλέκου Φασιανού ήταν η τρίτη που παρουσιάσαμε στην Παλιά Ηλεκτρική, στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας, Συνεργασία:  Ίδρυμα Πιερίδη, τον Ιούνιο – Ιούλιο του 1994, κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του. Ογδόντα έργα που κάλυπταν όλη τη μέχρι τότε δημιουργική του πορεία, ξεκινώντας από το 1950. Τολμώ να πω πως ήταν το γεγονός της χρονιάς. 

Θυμάμαι στο στήσιμο τον Φασιανό να τρέχει σαν παιδί, με το φαρδύ σκούρο παντελόνι του, το ριχτό πουκάμισο και το γνωστό φουλάρι, ανάμεσα στα έργα, λες και πρώτη φορά τα έβλεπε. Παρών σε όλη τη διαδικασία του κρεμάσματος, έδινε οδηγίες και ζητούσε απόψεις, ενώ στα διαλείμματα κρατούσε συνεχώς ένα μπλοκάκι και σχεδίαζε, πίνοντας τον καφέ του. 

Σεμνός, σοβαρός και μετρημένος, είχε μια έμφυτη συστολή, απέφευγε να σε κοιτάξει στα μάτια καθώς μιλούσε με τη σιγανή χαρακτηριστική του φωνή. Φίλοι και γνωστοί από την Αθήνα έρχονταν καθημερινά να τον χαιρετίσουν. Αλλά και στα εγκαίνια έγινε το αδιαχώρητο. Θαυμάστριες και θαυμαστές του έργου του από όλη την Κύπρο έτρεξαν να δουν τα έργα αλλά και τον ίδιο, τον τόσο αγαπητό καλλιτέχνη. Οι αφίσες που τυπώσαμε για το γεγονός έγιναν ανάρπαστες. Θυμάμαι κυρίους και κυρίες με την αφίσα στο χέρι και ένα στυλό, να κυνηγάνε τον ζωγράφο απ’ άκρου σ’ άκρο της μεγάλης αίθουσας για να τους υπογράψει. Μου έλεγε μετά πόσο μεγάλη εντύπωση του έκανε το γεγονός αυτό, χωρίς να κρύβει βέβαια τη χαρά και την ικανοποίησή του για τη μεγάλη απήχηση του έργου του στους Κυπρίους. 

​ 

 

Αυτό όμως που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι το πόσο στεναχωριόταν για την κατάσταση στην Κύπρο, για την προσφυγιά και τον διαχωρισμό. Θύμωσε πάρα πολύ όταν πρωτοαντίκρισε τη σημαία στον Πενταδάκτυλο. Τη θεωρούσε μεγάλη πρόκληση. Δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους του πως οι Τούρκοι επέλεξαν ένα τόσο βάρβαρο, όπως χαρακτηριστικά έλεγε, τρόπο να μας θυμίζουν καθημερινά την εισβολή και την κατοχή. Το συζητούσαμε σχεδόν κάθε μέρα, τον απασχολούσε συνεχώς και έλεγε πως κάτι πρέπει να κάνει. Μια μέρα, ενώ καθόμασταν στην αυλή, πήρε τα χαρτιά του, μου ζήτησε τέμπερες και χρωματιστά μολύβια και έφτιαξε ένα μικρό σχέδιο. Απεικόνιζε έναν μπλε νέο με κόκκινο φουλάρι και τα μακριά μαλλιά του να ανεμίζουν. Το τιτλοφόρησε -και μάλιστα με κεφαλαία γράμματα- Η ΦΛΟΓΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. 

Μακάρι να μπορέσουμε μια μέρα να απαντήσουμε και εμείς, μου είπε, κοιτάζοντας ψηλά προς τον πύργο του νερού της Παλιάς Ηλεκτρικής. Να βρούμε κι εμείς ένα μέρος που να το βλέπουν όλοι από την άλλη πλευρά, αλλά μόνο που εμείς δεν θα δείχνουμε τη σημαία μας. 

Θα φτιάξουμε μια τεράστια ζωγραφιά, θα φτιάξουμε ΤΗ ΦΛΟΓΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ και θα ζητάμε την ειρήνη…

 

Ο Αλέκος Φασιανός αναζητούσε την αλήθεια και το ωραίο

Του Τάκη Μαυρωτά

Στο Παρίσι γνώρισα τον Αλέκο Φασιανό, από το θείο μου Γιώργο Σικελιώτη, στις αρχές της δεκαετίας του 80 και από τότε μια δυνατή φιλία μας ένωσε μέσα στον χρόνο. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την ευγένεια και την αμεσότητα του, τη σαφήνεια και την εμβρίθεια των παρατηρήσεων του. Πέρασα ώρες ατελείωτες ακούγοντας τον να μιλάει για τους ζωγράφους που αγαπούσε, άλλοτε στο Λούβρο και άλλοτε στο Jeu de Paume. Πολλές φορές μετά από τις βόλτες μας στις γκαλερί του Marais, επιστρέφαμε στο ατελιέ του στην Place d’Italie. Ήταν ένα μικρό διαμέρισμα που ο ίδιος αγαπούσε και που μου έλεγε ότι « η θέα από τα παράθυρα του, του θύμιζε τη γειτονιά του στην Καλλιθέα». Ήταν απλός και καταδεχτικός, χωρίς ίχνος υπεροψίας και υπερφίαλου εγωισμού. Επί σαράντα χρόνια συνεργαστήκαμε στενά, όπως για τις εκθέσεις της τότε σπουδαίας Πινακοθήκης Πιερίδη, όπου εργαζόμουν στο Ίδρυμα Πιερίδη, και ζούσα ανάμεσα στα ευφάνταστα ζωγραφικά του έργα που απέπνεαν μια βαθιά αίσθηση χαράς και αισιοδοξίας. 

Μετά ευτύχησα να έχω επιμεληθεί πολλές ατομικές και ομαδικές του εκθέσεις, ενδεικτικά αναφέρω τις ακόλουθες, «Η Κληρονομιά του Απόλλωνα» στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, 2003 με την άμεση συμπαράσταση της κυρίας Ελένης Αρβελέρ, ακολούθησαν και άλλες πολλές όπως η αναδρομική έκθεση χαρακτικής του στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης το 2006, και οι μεγάλες αφιερωματικές εκθέσεις για τους οικουμενικούς μας ποιητές , «Γιώργος Σεφέρης: Όταν το φως χορεύει μιλώ δίκαια» και «Ο κόσμος του Οδυσσέα Ελύτη» στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη και στο Τελλόγλειο Ίδρυμα ΑΠΘ, «Κ.Π. Καβάφης: Ζωγραφισμένα» στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, έως και την τελευταία του μεγάλη έκθεση  πριν τρία χρόνια «Αλέκος Φασιανός·Βαγγέλης Χρόνης, 30 χρόνια φιλίας: Ζωγραφική και ποίηση» στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη.

​Οι ζωγραφικές μορφές του Φασιανού κατοικούν στην αιωνιότητα, εμπεριέχουν το υψηλό και το αγαθό. Μεγάλα παραδείγματα τέχνης θεωρούσε την αρχαία ελληνική τέχνη, ιδιαίτερα την αγγειογραφία και τις επιτύμβιες στήλες, τη βυζαντινή αγιογραφία και το έργο των Θεόφιλου, Διαμαντόπουλου, Τσαρούχη και του δασκάλου του Μόραλη. O κόσμος των εικόνων του χαρακτηρίζεται από την ενότητα και τη συνέπεια, τόσο του ύφους της πλαστικής του γραφής όσο και από την ατέρμονη διάθεσή του να ζωγραφίζει τον άνθρωπο. Επίσης, η γραμμή του είναι ένα αυτόνομο πλαστικό στοιχείο με το οποίο ερμηνεύει το χώρο, τις μορφές, την έκφραση. Επίμονα αναζητούσε στη ζωγραφική και χαρακτική του δουλειά, την αλήθεια και το ωραίο, μέσα από την ποιητική δύναμη των έργων του. Το ερευνητικό ζωγραφικό του ένστικτο και το καλλιεργημένο αισθητήριό του τον οδήγησαν στο να μεταχειριστεί όλες τις τεχνικές και όλα τα μέσα για την απόδοση των οραμάτων του, ανιχνεύοντας την πιο βαθιά πραγματικότητα της ζωής. Έτσι το ανθρωποκεντρικό του έργο στο σύνολο του, προσδιορίζει την αισθητική του και τη σφραγίζει ανεξίτηλα. Οι μορφές του, άλλοτε παράξενα απρόσμενες και άλλοτε προκλητικά δελεαστικές, ζουν την καθημερινότητα της ελπίδας και της τύχης, της φθοράς και της χαράς, του πάθους και του πένθους της ζωής. Και όπως ο ίδιος μου εξομολογήθηκε «Η δημιουργία είναι βγαλμένη από το καταστάλαγμα της ζωής, από το πάθος, από την ουσία που μένει πάντα μετά από ένα δύσκολο πέρασμα. Αυτό το προσωπικό ενδιαφέρει τον κόσμο. Το προσωπικό γίνεται παγκόσμιο. Στη ζωγραφική σημασία έχει η έμπνευση και η γνώση μιας πραγματικότητας.»

 

Ελεύθερα, 25.1.2022.