Tα έργα της Ζαχά Χαντίτ συγκαταλέγονται στις κορυφαίες δημιουργίες της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Ακόμα και στο απαίδευτο μάτι εκπέμπουν μια γοητεία που διεγείρει τη φαντασία και προκαλεί δέος. Παραπέμπουν σε τεκτονικά σχήματα και μεγέθη που μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνα θεωρούνταν εν πολλοίς αλλόκοσμα ή, το λιγότερο, φουτουριστικά. Το μήνυμα, ωστόσο, της μακαριστής αρχιτεκτόνισσας ήταν απλό: «Το μέλλον είναι τώρα!» Και το έστειλε σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης μαζί με την καταφανή προτίμησή της για την οργανική φόρμα (καμπύλες γραμμές, στρογγυλεμένες απολήξεις, ασύμμετρα σχήματα, πολυπλοκότητα) ως αντιπροσωπευτικότερο εκφραστή της μεταμοντέρνας αρχιτεκτονικής από τη γεωμετρία.  
Στην Κύπρο, το μήνυμα της Ζαχά Χαντίτ έφτασε ως μια πολλά υποσχόμενη ανάπλαση στο ιστορικό κέντρο της διχοτομημένης μας πρωτεύουσας. Με τη δημοσίευση των σχεδίων πολλοί ήταν εκείνοι που εξέφρασαν έντονα τις επιφυλάξεις τους και άλλοι τόσοι που διαφώνησαν κάθετα με την προταθείσα ιδέα η οποία αφορούσε την Πλατεία Ελευθερίας και την εκατέρωθεν ιστορική τάφρο. Η ανάπλαση βρίσκεται σήμερα στο τελικό της στάδιο, αλλά δεν έπαψε από την έναρξή της να αποτελεί αντικείμενο αντιπαραθέσεων, που έχουν στο επίκεντρό τους πρωτίστως την αισθητική και λειτουργική της αξία και κατά δεύτερο λόγο το κόστος και τις αλλεπάλληλες καθυστερήσεις που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της. 
Προσωπικά, δηλώνω θαυμαστής των αρχιτεκτονημάτων της Ζ.Χ. αλλά και βαθιά προβληματισμένος με την επιλογή των εμπλεκόμενων θεσμών και παραγόντων να αναπλάσουν την τάφρο των ενετικών τειχών και την Πλατεία Ελευθερίας όπως έπραξαν, δηλαδή στη βάση της εισήγησης που, εξ όσων γνωρίζουμε, φέρει την υπογραφή της διάσημης αρχιτεκτόνισσας. 
Μια πρόσφατη επίσκεψη στην περιοχή, επιβεβαίωσε τις ανησυχίες μου ότι ουσιώδεις παράμετροι που άπτονται ζητημάτων αισθητικής, αρμονίας με το προϋπάρχον τοπίο και λειτουργικότητας παραγκωνίστηκαν στους σχεδιασμούς της Ζ.Χ. και συνακολούθως στην εκτέλεση του έργου από τους άξιους συνεργάτες της. 
Κατ’ αρχήν, όλα τα δημιουργήματα της Ζ.Χ. φέρουν τo στοιχείo του μνημειώδους. Είναι, επί το πλείστον, επιβλητικών διαστάσεων και εξαιρετικής λαμπρότητας κτήρια. Αντιθέτως, τίποτα το μνημειώδες και λαμπρό δεν συναντούμε στο έργο ανάπλασης της Πλατείας Ελευθερίας. Αν αποψιλώσουμε νοερά τον περιβάλλοντα χώρο του και το συγκρίνουμε με οποιοδήποτε άλλο έργο της Ζ.Χ. θα διαπιστώσουμε αβίαστα ότι τα κοινά σημεία μεταξύ τους είναι λιγότερα και από εκείνα μεταξύ του Ιερού Ναού Της Του Θεού Σοφίας στον Στρόβολο και της Αγιά Σοφιάς της Κωνσταντινούπολης. 
Τα κτήρια της Ζ.Χ. αναδεικνύονται ως εμβληματικά αρχιτεκτονήματα που όντως είναι και για άλλους λόγους. Στην πλειονότητά τους είναι τοποθετημένα στο κέντρο εκτενών, ευάερων χώρων οι οποίοι εξασφαλίζουν τα απαραίτητα κενά ως τους γειτνιάζοντες κτηριακούς ορίζοντες τους ούτως ώστε να καθίσταται δυνατή η απρόσκοπτη θέαση τους περιμετρικά και από την αναγκαία απόσταση, για να αποτιμάται σωστά η αισθητική τους αξία. Ο ίδιος ακριβώς λόγος, δηλαδή η απόσταση από τον περιβάλλοντα χώρο τους και τα προϋπάρχοντα οικοδομήματα αποθαρρύνει  συνειρμούς σύγκρισης σε ό, τι αφορά φόρμες, ρυθμούς, δομικά υλικά κ.ο.κ. Στη δική μας περίπτωση έχουμε ένα εμβόλιμο κατασκεύασμα ακατανόητης φόρμας από μπετόν, που επιβλήθηκε βάναυσα σε έναν περιορισμένης έκτασης ιστορικό χώρο, προκαλώντας μια ακαλαίσθητη αντίθεση με την απλότητα και τη φυσικότητα που χαρακτήριζε το προϋπάρχον τοπίο. Μιλούμε για μια εικόνα σύγκρουσης αντί συνύπαρξης. Μια εικόνα άτσαλης απόπειρας εκμοντερνισμού ενός χώρου, ο ιστορικός χαρακτήρας του οποίου έπρεπε να αναδεικνύεται και όχι να υπερκεράζεται από επιτηδευμένες κατασκευές  δυσανάλογης κλίμακας και ασυνάρτητης  μορφής.       
Κλείνοντας, δύο λέξεις για τη λειτουργικότητα. Εκτός των πιο πάνω, τα υλικά και ο σχεδιασμός (σκληρές επιφάνειες από μπετόν, κλήσεις οδοστρώματος) δεν σεβάστηκαν ούτε την ιστορική αποστολή της κεντρικής Πλατείας της εθνικής μας πρωτεύουσας, που είναι η φιλοξενία μαζικών λαϊκών εκδηλώσεων και ταυτόχρονα η ανάδειξή της ως μέρος συνάντησης πολιτών κάθε ηλικίας για κοινωνική επαφή και ξεκούραση. Ακούγεται με σκανδαλώδη ευκολία η δικαιολογία ότι η Πλατεία Ελευθερίας στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ πλατεία. Ωστόσο, όταν ξοδεύεις δεκάδες εκατομμύρια για να αναπλάσεις ένα χώρο που ονομαζόταν και θα συνεχίσει να ονομάζεται Πλατεία Ελευθερίας, αν δεν μπορείς να τον τιμήσεις αναβαθμίζοντάς τον αισθητικά, πρέπει τουλάχιστον να βεβαιωθείς ότι θα τον καταστήσεις λειτουργικά εκείνο που επισύρει το βάρος του ονόματός του.