Λοιμοί, πανδημίες και θεομηνίες δεν είναι ασύνηθες φαινόμενο ως αφηγηματικό μοτίβο, ενίοτε και ως θέμα στον χώρο της λογοτεχνίας και όχι μόνο. Ιστορίες περί των απαρχών του κόσμου και της Αποκάλυψης συνδέονται με κάποια θεομηνία ή εμπεριέχουν ένα αφήγημα λιμού. Στο 11ο Βιβλίο του βαβυλωνιακού Έπους του Γκιλγκαμές, οι θεοί μεσολαβούν για να μετριάσουν τον πληθυσμό όταν «οι άνθρωποι έγιναν πολλοί[…] η γη μούγκριζε όπως τα άγρια βόδια» (C. Ó Gráda, Famine, A Short History). Μία ανάλογη πεποίθηση διατυπώνεται στα Κύπρια Έπη (8ος αι. π.Χ.), ότι δηλ. ο Τρωικός πόλεμος έγινε από τη συνετή σκέψη του Δία να ανακουφίσει την «πλατύστερνη» γη από τον υπερπληθυσμό. Βιβλικές περιγραφές, θεομηνίες, φυσικές καταστροφές και θεϊκή παρεμβολή συναντώνται και σε άλλες λατρείες, όπως λ.χ. η ινδουιστική. 

Μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας έχουν γραφτεί με φόντο κάποια πανδημία. Από την Ομήρου Ιλιάδα ως την Πανούκλα του Α. Καμύ και τον Έρωτα στα χρόνια της Χολέρας του Γκαρσία Μάρκες, η πανδημία αποτελεί προσφιλές θέμα. Αρχής γενομένης από το αρχαιότερο διασωθέν κείμενο της ελληνικής λογοτεχνίας – την Ομήρου Ιλιάδα, περιγράφεται ο λοιμός ως τιμωρία των Αχαιών εξαιτίας της ασεβούς στάσης του Αγαμέμνονα – με την αρπαγή της Χρυσηίδας – απέναντι στον πατέρα της, ιερέα Χρύση, αλλά και απέναντι στον προστάτη θεό του, Απόλλωνα. Ανάλογα, η τραγωδία Οιδίπους τύραννος του Σοφοκλή ξεκινά με τον λοιμό που πλήττει τη Θήβα, λόγω του αποτροπιασμού για τη δολοφονία του προηγούμενου βασιλιά της πόλης, του Λάιου, από τον γιο του και νυν βασιλιά της, Οιδίποδα. Συνελόντι ειπείν, στα έργα αυτά η επιδημία θεωρείται θεόσταλτη τιμωρία για ανοσιουργήματα σημαίνοντων προσώπων.

Αντίθετα, ο Θουκιδίδης, περιγράφοντας τον φοβερό λοιμό της Αθήνας (430 π.Χ.), ο οποίος, ας λεχθεί, σκότωσε το1/4 ή 1/3 του πληθυσμού της, τον κρίνει ως αποτέλεσμα πολιτικής φαυλότητας. Ο λοιμός έτσι, εκλαμβάνεται ως κοινωνική τιμωρία και ταυτόχρονα αναιρεί καθιερωμένες κοινωνικές αντιλήψεις και συμβάσεις, όπως η σύμπλευση με τους νόμους και οι φόβοι των επιπτώσεων των ανθρώπινων πράξεων, αξιολογώντας το καθεστώς διαβίωσής τους ήδη ως ένα είδος «θανατικής ποινής». Αναφέρεται, συνεπώς, ότι οι Αθηναίοι σπαταλούν αφειδώς ή συμπεριφέρονται ανέντιμα, αφού προϊόντος του θανάτου, η φήμη και οι αγαθοεργίες του ενάρετου πολίτη ακυρώνονταν.

Μεταπηδώντας στον Μεσαίωνα, στο Δεκαήμερο του Βοκκάκιου,η πόλη της Φλωρεντίας χειμάζεται από την πανούκλα (1348) ή αλλιώς Μαύρο Θάνατο εξαιτίας της αχαλιναγώγητης ανθρώπινης συμπεριφοράς: οι εκατό περιγραφικές ιστορίες που αφηγούνται οι δέκα ήρωες, καταφεύγοτας στην εξοχή και οι δέκα ημέρες των γεγονότων είναι ενδεικτικές της ανηθικότητας του συνόλου της κοινωνίας. Χωρίς διάθεση για ηθοπλασίες και διδακτισμό, καθρεφτίζεται γυμνή η ανθρώπινη ψυχή με τα πάθη της, μέσα στα ερωτικά-ακόλαστα και συνάμα τραγικά-ηρωικά ή παραδοξολόγα διηγήματα.

Ο Βοκκάκιος προκρίνει τη χαρά του έρωτα και της ζωής ως απάντηση στην πανδημία και ταυτόχρονα θέτει τις βάσεις της λεγόμενης «plague literature», όπου οι επιδημίες ασθενειών αναφέρονται ως αλληγορίες ή συνώνυμα του κοινωνικού αποσυντονισμού, αλλά και μιας ευκταίας και συνεπούς ανάκαμψης και ανασχηματισμού. Η κυριαρχία των ζωτικών ορμών και ενστικτωδών συμπεριφορών στην καθημερινότητα αντανακλά τη γενικότερη κοινωνική ηθική χαλάρωση. Η ασθένεια ως υπαρκτή κοινωνική πραγματικότητα συνιστά θέμα και κριτική, «κύτταρο αλληγορίας» ή «ερμηνευτικό σχήμα του κόσμου» (όροι Ζ. Σιαφλέκη). Στα έργα αυτά συχνά συναντούμε μεσσιανικά στοιχεία, όταν ο ήρωας καλείται να σώσει τον λαό, κυρίως από την ηθική εκφαύλωση.

Το «χρονικό της παρακμής», του Τόμας Μαν, Θάνατος στη Βενετία διαδραματίζεται με φόντο το ξέσπασμα της επιδημίας χολέρας, η οποία τελικά αποβαίνει μοιραία για τον ήρωα λογοτέχνη Άσενμπαχ. Αυτό που συνιστά την επικαιρότητά του έργου είναι η αναγνώριση της επιφανειακής εικόνας του σημερινού ανθρώπου ως αυτοπραγμάτωση μιας ολοκληρωμένης ψυχοπνευματικής οντότητας. Ο Άσενμπαχ ως μυθοπλαστικό alter ego του Μαν, όντας βυθισμένος στον εσωστρεφή ανεκπλήρωτο πλατωνικό του πόθο, καθρεφτίζει κάθε πραγματική επιθυμία της ψυχής, που παραμένει αδιέξοδη κι ανολοκλήρωτη επιδίωξη, καθώς η ζωή τελειώνει, χωρίς να αναμένει κάποιον να τη ζήσει. Η πανδημία δεν είναι έτσι, παρά μετωνυμία και προμήνυμα για την απειλή του θανάτου που υφίσταται κάθε στιγμή, αλλά εγκλωβισμένοι ψυχικά την αγνοούμε. Ανατρέχοντας στον Σίλερ, μόνη ελπίδα είναι η επαφή με τη φύση και η ζωή μέσω των άλλων και όχι η εγωκεντρική απομόνωση και η μονόπλευρη επιζήτηση της καλλιέργειας του πνεύματος.

Τα έργα αυτά της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας άντεξαν στον χρόνο, καθώς ενατένισαν πίσω από την πανδημία τους βαθύτερους πόθους και τις ανάγκες της ανθρώπινης ψυχής, καθιστώντας τα χαρακτηριστικά αυτά διαχρονικά μέσω της καλλιτεχνικής τους μνημείωσης. Καθώς σήμερα, η κοινωνιολογία της ανάγνωσης, σχετίζεται σχηματικά με τον ενήμερο πολίτη και τη διαμόρφωση κοινής γνώμης, αναμένεται και η ιδεολογικοπολιτική προσέγγιση της πανδημίας του «κορωνοϊού». Μια εύλογη θεματική προσέγγιση είναι η ισότητα και η αμεροληψία της πανδημίας έναντι της επιλογής και των κοινωνικών διακρίσεων που προκαλεί ο σύγχρονος υλικός ευδαιμονισμός, αλλά και ως συνάφεια της οικολογικής καταστροφής-ύβρεως και της απερίσκεπτης παγκοσμιοποίησης. Προτείνεται, επιλεκτικά ως αφόρμηση για μια εκ βαθέων ενδοσκόπηση και ιεράρχηση των πραγματικών αναγκών του ανθρώπινου γένους στο πλαίσιο ενός λογοτεχνικού φιλοσοφικού στοχασμού. Φυσικά η θεωρία της πρόσληψης μεταμορφώνεται εν καιρώ και η προσέγγιση μπορεί να πάρει πολύπλευρες διαστάσεις.

*Φιλόλογος-εκπαιδευτικός.