Πολύ πράγμα μαζεύτηκε, και με τρομάζει! Δεν μου άρεσαν ποτέ οι μεγάλοι μπουφέδες. Στριμώχνονται τα πιάτα. Σπρώχνονται οι άνθρωποι. Δεν ξέρεις τι, δεν ξέρεις ποιος.

Φεύγοντας, όλοι το μετανιώνουν – ακόμα και οι ακατάσχετοι. Πω-πω σκάσαμε λένε. Ας προσέχατε! Μετά την απομάκρυνση από το μπουφέ, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται…

Όπως λέει όμως ο φίλος μου, συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης, δεν υπάρχει πιο θλιβερή συμπεριφορά από το να κουνάς το δάχτυλο στο εκλογικό σώμα. Είτε για την αποχή είτε για την ψήφο του.

Τα αποτελέσματα μπορεί να σε ενθουσιάσουν, να σε πικράνουν, να σε προβληματίσουν ή να σε τρομάξουν. Όποιος όμως στη δημοκρατία μιλάει από καθέδρας είναι για γέλια.

Και εμείς οι δημοσιογράφοι, ναι, έχουμε μια … διευκόλυνση προς το εύκολο συμπέρασμα. Εκείνο που μετράει είναι η πολιτική στο πεδίο. Ο τόπος να πάει μπροστά, και να γίνει καλύτερη ποιοτικά η ζωή των πολιτών – ιδίως εκείνων που δυσκολεύονται.

Οι ζόρικες συνθήκες που επικρατούν στην γειτονιά μας, αλλά και ακόμα παραπέρα, δεν μας δίνουν την πολυτέλεια να ασχολούμαστε ούτε με επί μέρους περιπτώσεις προσώπων και κομμάτων που αποτελούν την πανσπερμία στην νέα Βουλή.

Οι πολιτική τους μας ενδιαφέρει. Όχι το απωθημένο τους. Και από αυτήν, μόνο, θα κριθούν. Προφανώς, εννοώ την πολιτική που ταιριάζει σε ένα σύγχρονο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου η οικονομία, το περιβάλλον, η επιστήμη, η καινοτομία, η επιχειρηματικότητα, οι τέχνες, ο πολιτισμός και η δημοκρατικότητα θα έχουν την «πρώτη θέση» τους. Και πλάι σε συμμάχους με τους οποίους μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες και δυνατότητες.

Η Ελλάδα της δεύτερης θητείας Μητσοτάκη, έχει πολλά να κάνει για να γίνει ακόμα πιο σύγχρονο και δυνατό κράτος. Ο δημόσιος τομέας της τελεί ακόμα υπό το βάρος προσώπων και νοοτροπιών που έχουν μείνει πίσω. Η αξιολόγηση των εργαζομένων είναι ακόμα στα χαρτιά.

Για ανθρώπους με προσόντα και όρεξη να εργαστούν σε υπηρεσίες που μπορούν να εκτοξεύσουν την Ελλάδα, το δημόσιο δεν είναι ελκυστικό. Οι μισθοί είναι χαμηλοί. Η ανέλιξη, δύσκολη. Αξιοκρατία δεν υπάρχει. Συχνά, χρειάζεται να ανταγωνιστείς χειρότερους για να ανέβεις.

Έχουμε χάσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους μας που έχουν σκορπίσει, αρχικά λόγω της οικονομικής κρίσης του 2010, σε ευρωπαϊκές χώρες – αρκετοί και στην Αμερική. Εκεί, διαπρέπουν. Πολλοί θέλουν να επιστρέψουν. Όσο και αν το ποθούν. Όσο και αν λαχταρούν να προσφέρουν τις γνώσεις και την εργασία τους στον τόπο που τους ανάγιωσε, το περιβάλλον εδώ δεν τους πείθει ακόμα. Δεν τους σηκώνει, δυστυχώς.

Ένα από τα μεγάλα στοιχήματα του Μητσοτάκη είναι να προχωρήσει αποφασιστικά στις μεγάλες τομές που χρειάζεται να γίνουν στην Δικαιοσύνη. Μιλάμε για ένα σύστημα, βολικά αρτηριοσκληρωτικό, που κρατά τη χώρα καθηλωμένη σε απελπιστικά αργούς ρυθμούς απόδοσής της, και σε συνδικαλιστικές φατρίες του νομικού κόσμου που τρέφονται από αυτήν την απίθανη δικαιική ραθυμία.

Να περιμένεις έως και δέκα χρόνια να τελεσιδικήσει μια απλή υπόθεση επιχειρηματικής διαφοράς. Να μην μπορείς να τακτοποιήσεις εξωδικαστικά μια υπόθεσή σου με την βοήθεια διαμεσολαβητή, επειδή τα «κεκτημένα δικαιώματα» συνδικαλισμένων δικηγόρων το … απαγορεύουν.

Τα αυθαίρετα που ακόμα ξεφυτρώνουν, είναι μια … ζωντανή υπενθύμιση οπισθοδρόμησης. Θα μπορούσα να απαριθμήσω άλλα τόσα.

Επαναλαμβάνω όμως: παρά την δύσκολη διεθνή συγκυρία, κυρίως λόγω του πολέμου του Πούτιν στην Ουκρανία, και όλη την αβεβαιότητα που αυτή φέρει, ο Μητσοτάκης έχει τα προσόντα, εύχομαι και την βούληση, στην 4ετία που απλώνεται τώρα μπροστά του, να πέσει με τα μούτρα επάνω στα θέματα ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού όλου του παραγωγικού, εργασιακού μοντέλου της χώρας. Το ξεκίνησε ήδη, και τα δείγματα είναι καλά. Πρέπει να συνεχίσει, χωρίς βαρίδια πιά. Δεν έχει τίποτα να αποδείξει, παρά ότι μπορεί να κάνει την Ελλάδα σύγχρονο κράτος.

Η διεθνής κοινότητα που μας ενδιαφέρει, φαίνεται να τον εμπιστεύεται και να τον πιστεύει. Έχει την στήριξή της. Αρκεί να απαντήσει όμως θετικά στο πάγιο ερώτημα που του θέτουν σχεδόν όλοι: Νομίζεις ότι μπορείς να κάνεις αυτά που θέλεις; Με όποιο κόστος;

Εάν η απάντηση είναι ένα ειλικρινές «ναι», η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από την πανσπερμία μικροκομμάτων του χαβαλέ που εισχώρησαν στην Βουλή μας.