Σε μια βδομάδα, συμπληρώνονται 50 παρά ένα χρόνια τουρκικής κατοχής και αν είναι κάτι που διαπιστώνεται πάνδημα είναι η αποτυχία οκτώ κυβερνήσεων, όχι να λύσουν το Κυπριακό, αλλά έστω να προσπαθήσουν να το τοποθετήσουν στη σωστή του βάση, να προσπαθήσουν να μιλήσουν ειλικρινά και να παλέψουν για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Αποτυχία με συγκηδεμόνευση από τον ίδιο τον λαό, που δεν κατόρθωσε τόσα χρόνια να δημιουργήσει ένα ρωμαλέο αντικατοχικό, εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, το οποίο θα υποχρέωνε και τις όποιες ηγεσίες να απεμπολήσουν το μεμψίμοιρο ύφος της ήττας, της μετριότητας και του θανατόπνοου συμβιβασμού.

Ύφος που διατηρεί άψογα και η νεοφανής παρούσα κυβέρνηση. Στην οποία μπορεί να πιστωθεί ότι προσπαθεί (εμμονικά πολλές φορές) να πείσει τους πάντες για επανεκκίνηση των συνομιλιών, αλλά μέχρι εκεί. Ακόμα και ο υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, στη μοναδική μάλλον ευκαιρία που του δόθηκε να συνομιλήσει με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, επέλεξε να την καταναλώσει στο να επαναλάβει αυτό που επισημαίνει τρεις φορές την ημέρα ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης. Ότι η πλευρά μας επιδιώκει την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων «από εκεί που έμειναν στο Κραν Μοντανά». Και το οποίο ακούγεται πια σαν επαναλαμβανόμενο κακό ανέκδοτο.

Εν προκειμένω, πιθανώς κατόπιν συνεννόησης με τον Πρόεδρο, ούτε ο υπουργός άδραξε την ευκαιρία για να διαβιβάσει στον Γκουτέρες τις ανησυχίες των Κυπρίων σχετικά με το Πλαίσιό του ή ακόμα και με τη βάση διαπραγμάτευσης για το Κυπριακό. Λογικό. Διότι ούτε η παρούσα κυβέρνηση, που «προωθήθηκε» ως διαφορετική και δίχως βαρίδια από τα μεγάλα κόμματα, δείχνει να καταλαβαίνει τις συνθήκες που επικρατούν. Ούτε η παρούσα κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να έρθει σε ρήξη με τη 49χρονη κουλτούρα της ήττας και του συμβιβασμού και εκστρατεύει για να πείσει –τα κόμματα;– πως θέλει λύση του Κυπριακού. Σαν να ικετεύει, μέσω τρίτων, την Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς να μας δώσει σημασία και ίσως έναν ακόμα γύρο διαπραγματεύσεων που θα προσθέσει κι άλλες υποχωρήσεις στο δυσκολοχώνευτο βιβλίο του Κυπριακού.

49 χρόνια μετά, «όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν», όπως θα έγραφε ξανά ο μεγάλος Μανώλης Ρασούλης. Οι κυβερνήσεις πέφτουνε και η κουλτούρα του συμβιβασμού μένει. Κανένας πρόεδρος, ακόμα και χωρίς το αμαρτωλό ΔΗΣΑΚΕΛ, δεν έχει τα κότσια να τραβήξει γραμμή στα όσα διαπράχθηκαν εις βάρος του κυπριακού Ελληνισμού και της ιστορικής αλήθειας. Όλοι, ακόμα και ο νυν Πρόεδρος που παρουσιάζει ως εναλλακτική την πρόταση για Ευρωπαίο αντιπρόσωπο στις συνομιλίες, δεν επιδιώκει τίποτε άλλο από κάποιου είδους συνομοσπονδία, ένα διζωνικό, δικοινοτικό, δημοκρατικό δήθεν κράτος, με την κατοχική Τουρκία, το καθεστώς της, τον στρατό της και τους παράνομους εποίκους της. Μια δήθεν λύση, μια ελευθερία ανάπηρη, που δεν θα τερματίσει την κατοχή, αλλά θα τη νομιμοποιήσει. «Μα φταίει κι ο ίδιος του ο λαός γιατί είναι μαραζιάρης» και δεν ζητά κάτι περισσότερο από την κουστωδία των πολιτικών τέκνων μιας ήττας που χρέωσαν στους γονείς μας και την κληρονομήσαμε εμείς για να την κληρονομήσουμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας.Φταίει κι ο ίδιος του ο λαός, που ανέχεται ηγέτες οι οποίοι διαπραγματεύονται με 40.000 Τούρκους στρατιώτες και τους προϊστάμενούς τους. Ως πότε;