Για κάποιους, η κανονικότητα είναι ο κανόνας, για άλλους ίσως η συνήθεια. Μπορεί επίσης να είναι και η καθημερινότητα ή τα γεγονότα, η ίδια η ζωή, όπως φαίνονται στους περισσότερους.

Η κανονικότητα αναφέρθηκε την περασμένη Τρίτη κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή Εργασίας της Βουλής του θέματος του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων. Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Ανδρέας Καυκαλιάς, σχολιάζοντας αναφορές του υπουργού Εργασίας ότι λίγο πολύ το ωράριο των καταστημάτων δεν πρόκειται να αλλάξει, καθώς ισχύει εδώ και 10 χρόνια και έχει μετρήσιμα ωφέλιμα στην οικονομία και στην αγορά εργασίας, δεν έκρυψε την ενόχλησή του. Σημείωσε πως στην ουσία η Κυβέρνηση μιλά για μια κανονικότητα, αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί.

«Για εμάς, όμως, δεν είναι κανονικότητα η Κύπρος σ’ όλη την επικράτεια να ορίζεται ως τουριστική περιοχή με τουριστικό ωράριο, να λειτουργούν όλα τα καταστήματα Κυριακή, να αποστερείται ένας εργαζόμενος την οικογένεια του κάθε Κυριακή, να ρυθμίζονται εργασιακά δεδομένα, εις βάρος του στόχου για συμφιλίωση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, να ενισχύονται τα ολιγοπώλια, εις βάρος, των οικογενειακών και των μικρών επιχειρήσεων και να πιέζονται και να απορρυθμίζονται περαιτέρω οι εργασιακές σχέσεις, την ώρα μάλιστα που η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των εργαζομένων, αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, χωρίς ωριαία απόδοση, χωρίς ανώτατο χρόνο 38ωρης εβδομαδιαίας εργασίας» δήλωσε ο κ. Καυκαλιάς.

Πολλά από όσα ανέφερε ο πρόεδρος της Επιτροπής Εργασίας, ενδεχομένως για αντιπολιτευτικούς σκοπούς, μπορεί να μην ισχύουν ή να μην είναι ακριβώς έτσι. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι στα γενικά καταστήματα είναι ίσως οι μόνοι εργαζόμενοι που έχουν ρυθμισμένο ωράριο βάσει νόμου, ενώ βάσει νόμου πάλι όσοι εργάζονται Κυριακές πρέπει κάθε μήνα να αναπαύονται δύο Κυριακές.

Ωστόσο, το θέμα μας δεν είναι το ωράριο, αλλά η κανονικότητα. Για την οποία μίλησε την επομένη της συνεδρίασης της Επιτροπής Εργασίας και ο πρόεδρος του ΕΒΕ Λευκωσίας Μιχάλης Μουσιούττας, στη συνέλευση του Επιμελητηρίου. Αναφερόμενος στη λύση του Κυπριακού και στις γεωπολιτικές προκλήσεις, ανέδειξε τη σημασία της σταθερότητας και της ασφάλειας, αναφέροντας πως αυτά αποτελούν το κύριο μέλημα μας.

Για να εξηγήσει πως αυτό σημαίνει πως κι εμείς ως μέρος αυτής της κοινωνίας, «οφείλουμε να έχουμε ως πρώτη μας έγνοια την επιστροφή της χώρας μας στην κανονικότητα». Και κανονικότητα, συμπλήρωσε, «σημαίνει μία χώρα η οποία θα είναι απαλλαγμένη από την κατοχή και θα σέβεται τα δικαιώματα των πολιτών της. Μία χώρα λειτουργική και ικανή να φέρει σε πέρας τις υποχρεώσεις της έναντι των πολιτών της, αλλά και έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ισότιμο και δημιουργικό μέλος. Κανονικότητα, τέλος, σημαίνει ανάπτυξη προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, χωρίς περιορισμούς από συρματοπλέγματα!

Ζώντας στη Λευκωσία και μερικά μόλις μέτρα από τα οδοφράγματα, δεν επιτρέπεται να εθελοτυφλούμε. Αρκεί να δει κανείς τον χάρτη με τη γραμμή αντιπαράταξης, για να διαπιστώσει ίσως τον βασικότερο λόγο των  μεγαλύτερων παθογενειών της πρωτεύουσας: Μία πόλη που ασφυκτιά, αδυνατώντας να σχεδιάσει και να επεκταθεί προς όλες τις κατευθύνσεις και στην οποία οι πλείστες ιστορικές οδοί της, οδηγούν σε αδιέξοδο».

Τα όσα ανέφερε ο πρόεδρος του ΕΒΕ Λευκωσίας τα σκέφτηκα πολλές φορές για την πρωτεύουσα, ιδιαίτερα ακούγοντας συζητήσεις  για την ανάπτυξη που πήραν άλλες πόλεις. Ωστόσο, η θλιβερή αλήθεια είναι πως τα όσα περιέγραψε, τουλάχιστον για τη Λευκωσία, ως μη κανονικότητα, είναι ακριβώς αυτό. Και εάν μια κανονικότητα 10 ετών θεωρείται μάλλον απίθανο να αλλάξει, καθώς το σημερινό ωράριο το καθιερώσαμε εν πολλοίς εμείς, εύλογα διερωτάται κανείς πόσο εύκολα θα επανέλθει μισό αιώνα μετά η κανονικότητα στην ίδια την πρωτεύουσα και στον τόπο.