Μετά από μια περίοδο εντάσεων που το κλίμα έφτασε στο κόκκινο, το τελευταίο διάστημα οι τόνοι έχουν πέσει. Ελλάδα και Τουρκία επεδίωξαν να βελτιώσουν τις σχέσεις τους και σε ένα επίπεδο τα έχουν καταφέρει.

Καταγράφονται πολύ λιγότερες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, οι προκλητικές δηλώσεις σχεδόν εξαλείφτηκαν, ενώ και οι έρευνες και οι γεωτρήσεις στη Ανατολική Μεσόγειο έχουν παγώσει.

Τα σημαντικά θα «ξεκλειδώσουν» μετά την σημερινή επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Αθήνα. Ο Ταγίπ Ερντογάν θα συναντηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και εκεί θα φανεί ποιες είναι οι προθέσεις των δύο χωρών.

Οι ενδείξεις, όμως δεν είναι ενθαρρυντικές. Το γεγονός πως μειώθηκαν οι εντάσεις είναι μεν θετικό, αλλά ενδεχομένως αυτό να οφείλεται στο ότι από την ατζέντα απουσιάζουν θέματα στα οποία οι δύο χώρες δεν έχουν βαθιές διαφορές. Ούτε η Αθήνα ούτε η Άγκυρα τα «έβγαλαν» ποτέ από το συρτάρι, γνωρίζοντας πως η οποιαδήποτε συζήτηση για αυτά, θα μπορούσε να τινάξει το καλό κλίμα στον αέρα.

Επί της ουσίας, δεν υπάρχει καμιά ένδειξη πως η τουρκική γεωστρατηγική ατζέντα έχει διαφοροποιηθεί ή ότι έχουν αλλάξει στο ελάχιστο οι επιδιώξεις της χώρας, το θέμα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, η αποστρατικοποίηση ελληνικών νησιών, το τουρκολυβικό μνημόνιο. Όλα παραμένουν εκεί. Παρά τους χαμηλούς τόνους, η Τουρκία όχι μόνο δεν έχει εγκαταλείψει τις θέσεις της, αλλά πάντα προσθέτει κάτι καινούριο στο καλάθι των διεκδικήσεών της.

Αυτό δεν σημαίνει πως η Ελλάδα πρέπει να πει όχι στον διάλογο. Άλλωστε, κάτι τέτοιο θα δώσει πολλές λαβές στην άλλη πλευρά, ενώ επιπλέον κανένας δεν αρνείται πως ο διάλογος είναι το μέσο επίλυσης των διαφορών. Όμως, όταν θα στρώνει το κόκκινο χαλί στον Ταγίπ Ερντογάν, πρέπει να κρατήσει τον πήχη των προσδοκιών της χαμηλό. Να παρουσιάσει τις θέσεις της, να ακούσει τι έχει να πει η τουρκική πλευρά και μην καλλιεργήσει υψηλές προσδοκίες για τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια.

Αν υπάρχει περιθώριο για πρόοδο στις σχέσεις των δύο χωρών και αν θα ανοίξει ένας δρόμος μέσω του οποίου θα πετύχουν να αποφύγουν τις εντάσεις για να λύσουν τις διαφορές τους, θα φανεί σύντομα. Το πιο πιθανόν είναι πως η δυναμική του ελληνοτουρκικού διάλογου, σύντομα θα ξεφουσκώσει, αφού η Τουρκία δεν έχει δώσει καμία ένδειξη πως είναι διατεθειμένη να περιορίσει τις ακραίες επιδιώξεις της. Πίσω από τη λείανση της σκληρής ρητορικής της η Άγκυρα δεν σταμάτησε να διατυπώνει πως τα θέλει όλα δικά της. Δύσκολα, αυτό θα αλλάξει.