Που λες, κύριε Πρόεδρε, οι Σειρήνες δεν ήταν τίποτα δημοσιογράφοι ή πολιτικοί, που ασκούσαν «αβασάνιστη κριτική». Ήταν μυθολογικές θεότητες, που μάγευαν τους περαστικούς ταξιδιώτες με το τραγούδι τους κι όταν τους προσέλκυαν και τις πλησίαζαν τους κατέστρεφαν.

Το λέμε, αυτό με τις Σειρήνες, για όσους παρασύρουν με τα σαγηνευτικά τους λόγια ενώ στην πραγματικότητα είναι για κακό που τους παρασύρουν. Ειδικά, οι Πρόεδροι και οι υπουργοί, πρέπει να προσέχουν από τις Σειρήνες, που τους λένε μόνο μπράβο και ωραία λογάκια. Και να κάνουν όπως τον Οδυσσέα, που έβαλε τους ναύτες του να κλείσουν τα αυτιά τους με κερί και να δέσουν τον ίδιο στο κατάρτι του πλοίου για να μην σαγηνευτούν από το τραγούδι των Σειρήνων.

Το ξέρεις ότι μια από τις Σειρήνες ονομαζόταν Λευκωσία; Μεταφραζόταν, Λευκή Ουσία, αλλά το βρίσκουμε και ως Λευκωσία. Τρέχα γύρευε, όμως, που λέει ο λόγος. Εδώ, ταυτίσαμε τις Σειρήνες με τις επιθέσεις των αντιπάλων του Προέδρου, που σίγουρα δεν είναι σαγηνευτικές, είναι απευθείας επιθετικές, ενίοτε και άγριες, αλλά ολοφάνερα αρνητικές κριτικές. Τέλος πάντων.

Που λες, λοιπόν, κύριε Πρόεδρε, όταν συμβουλεύεις τους νέους υπουργούς σου, «κλείστε τα αυτιά σας στις σειρήνες, αυτό κάνω και εγώ, πάσης φύσεως σειρήνες», και εννοείς «κλείστε τα αυτιά σας στην αβασάνιστη κριτική», είναι σαν να στέλνεις το μήνυμα ότι όλες αυτές τις μέρες, δεν άκουσες τίποτε από όσα ελέχθησαν για τον τρόπο που ο ίδιος διαχειρίστηκες τους υπουργούς σου και τον ανασχηματισμό τους.

Όχι μόνο από όσα είπαν οι αντίπαλοι, αλλά και οι φίλοι και οι συνεργάτες. Και τα συγκυβερνώντα κόμματα ακόμα. Και αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι δεν άλλαξε τίποτα από τα παλιά. Το νέο θα ήταν να μπορεί ένας Πρόεδρος να παραδεχτεί το λάθος και να το διορθώσει ή να το αφήσει πίσω του, έστω. Το παλιό είναι να αισθάνεται ο Πρόεδρος τόσο ισχυρός (και υπερόπτης;), που να επιμένει ότι όλοι οι άλλοι κάνουν λάθος και ασκούν «αβασάνιστη κριτική».

Με ποια λογική, επομένως, αποδίδει ο Πρόεδρος την κριτική που ασκήθηκε, μετά που ο ίδιος άνοιξε το ζήτημα του ανασχηματισμού στο ότι «όταν το παλιό αλλάζει, οι αντιστάσεις σε όσους το συνήθισαν ή τους εξυπηρετεί είναι μεγάλες». Ποιο παλιό άλλαξε;

Ο Πρόεδρο εκλέγηκε με αυτή την προοπτική, της αλλαγής, του έδωσε ο λαός την εξουσία να την κάνει, να ανατρέψει το παλιό, να οδηγήσει τη χώρα στον σύγχρονο κόσμο, αλλά στους δέκα μήνες διακυβέρνησης η εικόνα που κυριαρχεί είναι ότι μόνο τα πρόσωπα αλλάζουν.

Χρειάζεται ακόμα να πείσει στην πράξη ο Πρόεδρος ότι φέρνει την αλλαγή σε όλα και έμπρακτα, όχι στα λόγια και στις εντυπώσεις. Και αυτό που βλέπει ο λαός είναι η συνέχεια του παλιού με νέα πρόσωπα, η συνέχεια νοοτροπιών που απορρίπτει (στους διορισμούς, στις κομματικές συναλλαγές και την κομματοκρατία, στην ποιότητα και στο κόστος της ζωής του, στους κλονισμένους θεσμούς και τις συγκρούσεις, στις προσωπικές ατζέντες), η συνέχεια των μεγάλων λόγων και των ανεδαφικών υποσχέσεων.

Γιατί μιλά ο Πρόεδρος ως να την έκανε ήδη την αλλαγή και οι «πάσης φύσεως σειρήνες» αντιστέκονται και γι΄ αυτό ασκούν κριτική; Προφανώς, παραμένει προσηλωμένος στην τακτική να δημιουργεί επικοινωνιακές εικόνες να κερδίζει τις εντυπώσεις, όπως στον προεκλογικό του αγώνα, και ξεχνά ότι πλέον πρέπει στην πράξη να φανεί ότι αλλάζει το παλιό, για να του αναγνωριστεί.

Από λόγια χορτάσαμε όλοι. Ειδικά οι πολίτες που αγνόησαν τα κόμματά τους και τον ανέδειξαν Πρόεδρο ακριβώς για να ανατρέψει το παλιό, για να τα αλλάξει όλα. Γι΄ αυτό του ασκούν τώρα κριτική. Όχι επειδή αλλάζει το παλιό και «όσοι το συνήθισαν αντιστέκονται στην αλλαγή». Αλλά, επειδή δεν την βλέπουν την αλλαγή.

Αν πράγματι το εννοεί ο Πρόεδρος ότι «όλοι είμαστε υπόλογοι μόνο στον κυπριακό λαό και σε κανέναν άλλον», όπως είπε στους υπουργούς του, καλά κάνει να ακούσει το λαό και όχι τις Σειρήνες που του λένε μπράβο και τον μαγεύουν.