Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον… Το απόφθεγμα πάει γάντι με το περιεχόμενο τοποθέτησης του γενικού διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών στη Βουλή την περασμένη Πέμπτη.

Ο Κυριάκος Κούρος, για τον οποίο και ο λόγος, προχθές έκανε το αυτονόητο, λέγοντας όλη την αλήθεια στην κοινοβουλευτική επιτροπή Εσωτερικών για το θέμα της παρακολούθησης δημοσιογράφων με κατασκοπευτικά λογισμικά. Εμμέσως άδειασε την κυβέρνηση για τον τρόπο που προσπάθησε να διαχειριστεί τον απόηχο των δημοσιογραφικών αποκαλύψεων. Ταυτόχρονα, με τα όσα είπε αποδείχθηκε πως δεν είμαστε ελέφαντες, γιατί μ΄ αυτά που μας καταλόγισαν, αρχίσαμε να νοιώθουμε σαν ογκώδη τετράποδα με προβοσκίδα. Αν κι αυτό το τελευταίο είναι δευτερευούσης σημασίας.

Όσοι παρακολουθούν ειδησεογραφία θα θυμούνται την σχετική αποκάλυψη του «Φ» στις 12 Δεκεμβρίου μαζί με άλλα ευρωπαϊκά ΜΜΕ. Με πρωτοσέλιδο δημοσίευμα σημειώναμε ότι η Κύπρος υποστήριξε την πρόταση της Γαλλίας να παρακολουθούνται δημοσιογράφοι στο όνομα της εθνικής ασφάλειας.

Αναφερόμαστε στον υπό προώθηση πολυσυζητημένο ευρωπαϊκό κανονισμό για ρύθμιση της ελευθεροτυπίας (European Media Freedom Act), ο οποίος –υποτίθεται- αποσκοπούσε στην κατοχύρωση των ελευθεριών των ΜΜΕ και των λειτουργών του γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου.

Μόνο αυτό, όμως, δεν επιτυγχανόταν με την μορφή που είχε το κείμενο της ευρωπαϊκής αυτής πράξης. Το άρθρο 4 «ευλογούσε» τις παρακολουθήσεις των δημοσιογράφων, έστω υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Η Κύπρος, ωστόσο, δέχθηκε με προθυμία το άρθρο και ακολούθησε τη γραμμή της ισπανικής προεδρίας.

Δεν έμεινε μόνο εκεί, όμως. Όταν η Γαλλία πρότεινε να υπάρξει προσθήκη που θα έδιδε το (αυθαίρετο) δικαίωμα στις υπηρεσίες των ευρωπαϊκών χωρών να παρακολουθούν δημοσιογράφους στη βάση υπόνοιας ότι οι τελευταίοι απειλούν την εθνική ασφάλεια, το νησί μας όχι μόνο δεν αντέδρασε αλλά στήριξε την γαλλική πρόταση. Η εκπρόσωπός μας, σύμφωνα με την πληροφόρησή μας, δεν έδειχνε καμία ελαστικότητα όταν στις διαπραγματεύσεις τέθηκε θέμα απόρριψης της πρότασης της Γαλλίας.

Το θέμα το αναδείξαμε στη βάση (1) ντοκουμέντων (πρακτικά διαπραγματεύσεων), (2) δήλωσης συναδέλφου δημοσιογράφου από το εξωτερικό και (3) επίσημης τοποθέτησης που έλαβε ο γράφων προσωπικά από την αρμόδια Ελληνοκύπρια λειτουργό που χειρίστηκε το θέμα για λογαριασμό της Δημοκρατίας, την εκπρόσωπο του υπουργείου Παιδείας και του υφυπουργείου Πολιτισμού στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στην ΕΕ.

Την επομένη το επικοινωνιακό τέχνασμα που προβλήθηκε από την κυβέρνηση, ήταν ότι υπήρξε παρανόηση από πλευράς μας. Τη θέση αυτή την διατύπωσαν σε δυο-τρεις περιπτώσεις αρμόδια στελέχη. Μας είπαν, μάλιστα, ότι δεν λάβαμε κι επίσημη θέση, τη στιγμή που είχαμε μιλήσει με το πλέον κατάλληλο άτομο, δηλαδή το πρόσωπο που εκπροσωπούσε την Κύπρο στις διαπραγματεύσεις.

Ο κ. Κούρος, όμως, προχθές στη Βουλή, έναν μήνα μετά την «παρανόησή» μας, έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Παραθέτω αυτούσια αναφορά από το ρεπορτάζ συναδέλφου: «Ο κ. Κούρος ανέφερε επίσης πως η Γαλλία είναι φίλη χώρα, καθώς και χώρα μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, γι’ αυτό η Κύπρος αποφάσισε να την στηρίξει». Ούτε για παρανόηση επρόκειτο, ούτε για αποκύημα φαντασίας ευρηματικών δημοσιογράφων.

Περνάμε και στην ουσία… Ασφαλώς και δεν είναι επιλήψιμο να θέλουμε να υποστηρίζουμε γενικότερα τις θέσεις της Γαλίας, με την οποία έχουμε τα ίδια συμφέροντα. Δεχόμαστε ότι η μικρή Κύπρος έχει ανάγκη από μεγάλες χώρες με ιστορία και ισχύ. Αν κι αυτό δεν σημαίνει ότι στον βωμό μιας συνεργασίας θυσιάζουμε τα πάντα, ακόμα και δημοκρατικές αρχές, χωρίς να λογαριάζουμε το κόστος. Από εκεί και πέρα, πρέπει να καταλάβει και η κυβέρνηση ότι ένα mea culpa ή έστω μια ένοχη σιωπή, είναι πολύ καλύτερη από μια προσπάθεια να διαψεύσεις τα αδιάψευστα. Διότι, όπως σημειώσαμε, ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον. Κι όταν αποκαλύπτεται η ανεπιτυχής προσπάθεια να διαστρεβλώσεις την αλήθεια, χάνεις την όποια αξιοπιστία σου. Ας το έχουν υπόψιν τους στο μέλλον, λοιπόν, οι φίλοι μας στο Προεδρικό.