Φαινομενικά είναι πολύ πιο εύκολο για μια πολιτική δύναμη να βρίσκεται στην αντιπολίτευση και να ασκεί, ενίοτε εκ του ασφαλούς, κάθε λογής κριτική στους κυβερνώντες, οι οποίοι είναι εκ των πραγμάτων να βρίσκουν λύσεις και να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα. Στις περιπτώσεις όπου μία κυβέρνηση έχει και κοινοβουλευτική πλειοψηφία τα πράγματα είναι – ως ένα βαθμό – πιο εύκολα και για τις δύο πλευρές: οι μεν κυβερνώντες έχουν την άνεση να λαμβάνουν αποφάσεις και οι δε αντιπολιτευόμενοι μπορεί να ασκούν ανέξοδη κριτική για το καθετί.

Τα πράγματα ωστόσο είναι πολύ διαφορετικά και πολύ πιο δύσκολα όταν η διακυβέρνηση ενός τόπου βρίσκεται στα χέρια μιας κυβέρνησης μειοψηφίας (είτε είναι σε κοινοβουλευτικό είτε προεδρικό σύστημα). Εκεί τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά γιατί ούτε η μία πλευρά ούτε και η άλλη μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Αντίθετα είναι υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσουν προσεγγίσεις και πολιτικές.

Σε κοινοβουλευτικά συστήματα τα πράγματα φαίνονται πιο εύκολα καθώς εάν η κυβέρνηση χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή είτε θα πρέπει να καταφύγει σε εκλογές είτε θα πρέπει να αναζητήσει συμμαχίες προκειμένου να διασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και πάλι όμως μπορεί να είναι εύκολο για μια αντιπολίτευση να αναγκάσει την κυβέρνηση σε παραίτηση και προκήρυξη πρόωρων εκλογών, θα πρέπει ωστόσο να είναι και έτοιμη να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας εάν κερδίσει.

Δεν είναι όμως λίγες οι φορές που κόμματα εξανάγκασαν κυβερνήσεις να παραιτηθούν, αλλά όταν κέρδισαν τις εκλογές δεν ήταν ποτέ αίτημα να κυβερνήσουν. Όπως υπήρξαν και περιπτώσεις όπου κυβερνήσεις έσπευσαν να πάνε σε πρόωρες εκλογές χωρίς να κάνουν σωστούς υπολογισμούς με αποτέλεσμα να υποστούν πανωλεθρία.

Στο προεδρικά συστήματα τα δεδομένα είναι κάπως διαφορετικά. Όποιος κερδίσει εκλογές και αναδειχθεί στο ύπατο αξίωμα της χώρας δεν μπορεί να μετακινηθεί από τη θέση του. Θα βρίσκεται εκεί μέχρι την ολοκλήρωση της θητείας του (που στην περίπτωση της Κύπρου είναι διάρκειας πέντε ετών). Στα προεδρικά συστήματα εκείνο που καθορίζει το ποιος θα κυβερνήσει είναι το εκλογικό σώμα και όχι η Βουλή. Γι’ αυτό και σ’ αυτά τα συστήματα οι εκάστοτε Πρόεδροι θεωρούν ότι έχουν τη λαϊκή εντολή που τους έδωσε το εκλογικό σώμα και σ’ αυτό είναι υπόλογοι. Δεν θεωρούν ότι είναι υπόλογοι στη Βουλή. Βεβαίως αυτό μπορεί να ισχύει εάν και στη Βουλή ένας Πρόεδρος έχει μια  πλειοψηφία (από το κόμμα ή τα κόμματα που τον στηρίζουν). Συχνά όμως μπορεί ένας Πρόεδρος να μην έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Ερχόμαστε στην περίπτωση της Κύπρου όπου η νυν κυβέρνηση Νίκου Χριστοδουλίδη δεν κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η λεγόμενη συμπολίτευση, η οποία αποτελείται από τρία κόμματα – ΔΗΚΟ, ΔΗΠΑ, ΕΔΕΚ – συγκεντρώνει μόλις 16 έδρες στη Βουλή. Κόμματα και ανεξάρτητοι βουλευτές που δεν στήριξαν Νίκο Χριστοδουλίδη το 2023 συγκεντρώνουν μαζί 40 έδρες στο κοινοβούλιο. Αλλά, αν πάρουμε μόνο τα δύο μεγάλα κόμματα που έχασαν στις εκλογές του 2023, δηλαδή τον ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ, θα δούμε ότι συγκεντρώνουν διπλάσιο αριθμό εδρών, 32 έναντι 16.

Στην Κύπρο έχουμε αυτό που ονομάζεται «κοινοβουλευτική μειοψηφία». Για να μπορεί να περνά νομοσχέδια χρειάζεται τις θετικές ψήφους ενός εκ των δύο αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2023 και του γεγονός ότι ο Νίκος Χριστοδουλίδης θα βρίσκεται στο πηδάλιο της χώρας μέχρι τον Φεβράρη του 2028 στη Βουλή δεν έχει πλειοψηφία.

Για τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης (ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ) η εύκολη οδός είναι να στέκονται απέναντι σε κάθε κυβερνητικό νομοσχέδιο. Κανένα νομοσχέδιο δεν μπορεί να περάσει εάν το επιδιώξουν οι 32 βουλευτές του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ. Κι εδώ είναι και το δύσκολο κομμάτι. Γιατί η αντιπολίτευση σε συνθήκες κυβέρνησης κοινοβουλευτικής μειοψηφίας έχει ένα εντελώς διαφορετικό ρόλο. Ξεκινώντας ότι η παράλυση του κράτους βρίσκεται στα χέρια της αντιπολίτευσης και όχι στους κυβερνώντες.

Μπορεί να φαίνεται εύκολο να είναι κάποιος αντιπολίτευση. Αλλά δεν είναι και τόσο εύκολο όταν έχεις να κάνεις με μια κυβέρνηση που δεν έχει εξασφαλισμένη πλειοψηφία εντός της Βουλής. Σίγουρα ούτε ο ΔΗΣΥ αλλά ούτε και το ΑΚΕΛ έχουν την όποια υποχρέωση απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Έχουν ωστόσο βαριά ευθύνη έναντι του συνόλου των πολιτών να κρατούν τα πράγματα σε μια σωστή πορεία.