Η χθεσινή απόφαση του Δικαστηρίου στην Ελλάδα για την τραγωδία στο Μάτι προσβάλει βαθύτατα και τις δύο πιο πάνω κατηγορίες ανθρώπων.

Εκείνους που κάηκαν ζωντανοί, μέσα σε λίγες ώρες, εκείνο το απόγευμα 23 Ιουλίου του 2018. Εκατό τέσσερις ψυχές . Αβοήθητες.

Και εκείνους που έμειναν πίσω να τους κλαίνε, έχοντας χάσει τα σπίτια και τις περιουσίες τους.

Έξι χρόνια, περιμένοντας μια ηθική δικαίωση. Να παραδεχτεί αυτό το ανύπαρκτο κράτος των Αθηνών, ότι ακόμα στηρίζεται επάνω σε ένα νομικό σύστημα για γέλια και κλάματα και να το ξηλώσει συθέμελα.
Σύστημα, το οποίο προβλέπει όντως ανώτατη ποινή για την συγκεκριμένη υπόθεση 5 χρόνια φυλάκισης – και μάλιστα εξαγοράσιμη προς περίπου €38.000 ο καθένας. Συν 3 χρόνια φυλάκισης σε αυτόν που έβαλε τη φωτιά – έναν ηλικιωμένο που είχε τη φαεινή ιδέα, εκείνο το απόγευμα των 10 μποφόρ, να κάψει ξερόχορτα στο χωράφι του! Από αυτό, απλώθηκε εν συνεχεία ιλιγγιωδώς η φωτιά στον οικισμό στο Μάτι.

Έγινε πανδαιμόνιο στην αίθουσα μόλις ανακοινώθηκαν οι ποινές. Που, βεβαίως, ήταν στο πλαίσιο του νόμου. Δεν μπορούσε να πάει παραπάνω. Όμως, όπως παραδέχονται όλοι οι έγκυροι νομικοί επιστήμονες, είναι μια απόφαση που έχει σοκάρει όλους και σε καμία περίπτωση δεν ικανοποιεί ούτε κατ’ ελάχιστον, αυτό που ονομάζουμε «περί δικαίου αίσθημα» των πολιτών.

«Δεν θα μπορούσε η απόφαση να συμπληρωνόταν και με το να στείλουν και κάποιους μέσα;», θα ρωτήσει κάποιος. Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «ναι». Μπορούσαν να μην μετατρέψουν την ποινή φυλάκισης σε χρηματική; Ίδια απάντηση, «ναι, μπορούσαν».

Η κοινωνία υπέστη ένα σοκ από αυτήν την απόφαση. Δεδομένου, μάλιστα, ότι ήταν πιο κάτω από εκείνη που είχε προτείνει ο Εισαγγελέας.

Επίσης, το γεγονός ότι χρειάστηκε να περάσουν 6 χρόνια για να δικαστεί η υπόθεση και να βγει απόφαση, εκτός από ασύλληπτο μαρτύριο για συγγενείς και φίλους που επέζησαν, είναι και «γκρίζα ζώνη» για την ελληνική Δικαιοσύνη. Που καλώς η ΕΕ έχει κατατάξει στις χαμηλότερες θέσεις, ακριβώς για απαράδεκτη κωλυσιεργία στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων.

Για να τελεσιδικήσει μια σοβαρή υπόθεση στην Ελλάδα, μπορεί να έχουν πεθάνει, αν όχι όλοι, αλλά σίγουρα και μερικοί εμπλεκόμενοι! Σε αυτό το βολικό, νομικό «γιαβάς-γιαβάς», όλοι έχουν βάλει το χεράκι τους.

Παρακολουθώντας και καλύπτοντας δημοσιογραφικά ανελλιπώς πριν από κάποια χρόνια (εννέα, παρακαλώ) στην Αθήνα τη δίκη του πρώην υπουργού Εσωτερικών της Κύπρου, Ντίνου Μιχαηλίδη, για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, δεν υπήρχε εβδομάδα που κάποιος από τους συνηγόρους, υπεράσπισης και πολιτικής αγωγής, που να μην ζητήσει και να λάβει αναβολή της επόμενης συνεδρίας «λόγω κωλύματος», που δεν ήταν άλλο από το να παραστούν σε άλλες υποθέσεις. Ε, αυτή η ανωμαλία συνεχίζεται ακόμα… Δίκες σέρνονται και δικηγόροι κυνηγούν πελάτες και υποθέσεις…

Η κωλυσιεργία στην απόδοση Δικαιοσύνης είναι από τους βασικούς λόγους που η χώρα ακόμα δεν μπορεί να προσελκύσει μεγάλους και σημαντικούς ξένους επενδυτές. Όταν, για μία μικρή πολεοδομική, ας πούμε, διαφορά με κάποιον ιδιώτη σε διπλανό οικόπεδο, μπορεί να τραβιέσαι επί 5 και πλέον χρόνια σε Δικαστήρια, ο επενδυτής μαζεύει τα πράγματά του και φεύγει ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του.

«Δικαιοσύνη που καθυστερεί, ιδίως σε υποθέσεις με ευρύτερο δημόσιο ενδιαφέρον, υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς, αφήνει δε ανεπούλωτα ατομικά και συλλογικά τραύματα. Η ταχύτερη εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων δεν παρέχει μόνο παρηγορία στους συγγενείς θυμάτων, αλλά και περιφρουρεί την κοινωνική ειρήνη», γράφει στο «Βήμα της Κυριακής» Ο Αντώνης Καραμπατζός, καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και πόσο δίκιο έχει…