Τον Φεβρουάριο, ανήμερα των γενεθλίων του Γρηγόρη Αυξεντίου, είχα δει αυτή την όμορφη φωτογραφία από τα εφηβικά του χρόνια, που ανάρτησε ο Σπύρος Κέττηρος, η οποία  με ξάφνιασε. Δίπλα στον χαμογελαστό Αυξεντίου, μια νεαρή φίλη, με την οποία φοιτούσαν μαζί στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου.

Από την Λύση εκείνος, Αμμοχωστιανή αυτή, γεννημένος το 28 εκείνος, γεννημένη το 30 αυτή. Το όνομά της, Νέλλη Τσουγιοπούλου! Στους νεότερους, είμαι σίγουρος ότι δεν λέει απολύτως τίποτα το όνομά της. Πολλοί δε από τους μεγαλύτερους, πιθανότατα να την έχουν ξεχάσει. Όμως αξίζει να πούμε δυο λόγια για την καταξιωμένη ακαδημαϊκό Νέλλη Τσουγιοπούλου Σαβεριάδου και να θυμηθούμε όσα ντροπιαστικά πέρασε στα χέρια μας.

Έγραφε ο Σπύρος Κέττηρος σ’ εκείνη την ανάρτησή του: «Δύο χρόνια μικρότερη η Νέλλη Τσουγιοπούλου, είναι φίλη του, έχουν κοινά όνειρα, ο Γρηγόρης θέλει να σπουδάσει φιλόλογος, όπως αργότερα οι φίλοι του, ο Γιώργος Λυσιώτης και ο Κυριάκος Πλησής. Και όπως η Νέλλη, μαζί του σε αυτή τη φωτογραφία, που με λαμπρές σπουδές έφτασε να γίνει σπουδαία καθηγήτρια, ακαδημαϊκός και πρόεδρος, το 1989, της προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, που ίδρυσε το Πανεπιστήμο Κύπρου».

Η Νέλλη Τσουγιοπούλου, λοιπόν, (Καθηγήτρια τότε, στο Ινστιτούτο Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Munster της Γερμανίας και επισκέπτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο Cambridge και στην Ανώτερη Σχολή της Ιστορίας της Επιστήμης στη Ρώμη), υπήρξε η «μάνα» του Πανεπιστημίου Κύπρου. Μπροστάρης αυτή, μαζί με άλλους, ανέλαβε το 1989 να βάλει τα θεμέλια για την ίδρυση και να θέσει σε λειτουργία το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Δύσκολο και πολύπλοκο έργο. Σε μια χώρα χωρίς ακαδημαϊκή παράδοση, σ’ ένα περιβάλλον καχύποπτο, με πολλές επιφυλάξεις και αντιρρήσεις για την ίδρυση του Πανεπιστημίου, απέναντι σ’ ένα κατεστημένο εθνικιστικό που δεν είχε διάθεση να αποδεχτεί ένα αυτόνομο και μη «βαπτισμένο στα νάματα του έθνους» Πανεπιστήμιο Κύπρου, δικοινοτικό όπως επέβαλλε ο περί ίδρυσης νόμος, στο οποίο ο μακρύς βραχίονας του ελληνικού κράτους (που έτσι κι αλλιώς δεν ήταν υπέρ της ίδρυσής του) δεν θα απλωνόταν απάνω του. Και τα κατάφερε! Η Νέλλη Τσουγιοπούλου υπερασπίστηκε την αυτονομία του Πανεπιστημίου Κύπρου, τον δικοινοτικό του χαρακτήρα, την ακαδημαϊκή ελευθερία – για τότε μιλάμε πάντα.

Βεβαίως, κάθε ιστορία έχει έναν λεκέ. Μερικές φορές και περισσότερους. Και ο λεκές αυτός, με πρωταγωνιστή τον Νίκο Αναστασιάδη (πρόεδρο της Επιτροπής Παιδείας της Βουλής, τότε), έναν παλιάς κοπής Αναστασιάδη, που το παροιμιώδες ανασήκωμα του φρυδιού του συνοδευόταν κι από ένα ατιθάσευτο οργίλο ύφος, ειρωνεία, γλώσσα αμετροεπή και ήθος προσβλητικό, έμελλε να αμαυρώσει την επιτυχία του εγχειρήματος από την επομένη κιόλας των εγκαινίων που είχαν γίνει στις 17 Οκτωβρίου 1992. Έναν μήνα προηγουμένως, στις 14 Σεπτεμβρίου, είχαν περάσει την πύλη του Πανεπιστημίου Κύπρου οι πρώτοι φοιτητές, 483 τον αριθμό. Η μη τέλεση θρησκευτικής τελετής, δηλαδή του καθιερωμένου αγιασμού, το ποιοι μίλησαν και ποιοι δεν μίλησαν, το ποιοι έκατσαν στις πρώτες σειρές και ποιοι στις δεύτερες και διάφορα άλλα (αστοχίες κάποια, ένεκα απειρίας και απουσίας γραφείου εθιμοτυπίας), η «υποβάθμιση της παρουσίας της Ελλάδας, πολιτικών και ακαδημαϊκών», έγιναν αφορμή να αναζωπυρωθούν όσα προηγουμένως είχαν καταλαγιάσει. Με τη Νέλλη Τσουγιουπούλου να στήνεται στον τοίχο, να λοιδορείται, να υπομένει μια επιχείρηση ταπείνωσης και διασυρμού της, να αντιμετωπίζει τη χλεύη του Αναστασιάδη που απειλούσε να της αφαιρέσει την τήβεννο (!), να εγκαλείται στη Βουλή άρον άρον για εξηγήσεις, η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής να ζητά την παραίτησή της…  Εν συγχορδία -Αναστασιάδης, Αρχιεπισκοπικός ΛΟΓΟΣ, ΚΥΚΕΜ, πατριωτικά έντυπα και εθνικόφρονες δημοσιογράφοι- να ζητούν επί μέρες πολλές την κεφαλή της επί πίνακι. Χαρακτηριστική έμεινε η χυδαία φράση, στην Επιτροπή Παιδείας: «Πείτε μας, κυρία, είσθε ανθελληνίς;»! Ρωτούσαν για τα βιβλία που έχει στη βιβλιοθήκη της μια ακαδημαϊκός για να κρίνουν αν έχει κάποια που αυτοί θεωρούσαν… ανθελληνικά! Μέχρι και το γεγονός ότι υπέγραφε στα λατινικά, κρίθηκε ανθελληνικό!

Δεν τους έκανε τη χάρη να παραιτηθεί. Πολλά χρόνια αργότερα, θα την άκουγα να λέει σε μια εκπομπή του 2002, στο ΡΙΚ με τη Μαρίνα Μαλένη, να λέει πως μόνο μέσα από την κουλτούρα του ο άνθρωπος μπορεί να μεγαλουργήσει, ό,τι κι αν έχει κάνει αλλού, γι’ αυτό και καθόλη τη διάρκεια της προσπάθειας εξευτελισμού της θυμόταν κατά γράμμα τη στωική φιλοσοφία του Ζήνωνα του Κιτιέως! Στην ίδια εκπομπή θα μάθαινα, επίσης, ότι τον καιρό που ήταν φοιτήτρια στην Αθήνα, στον στενό κύκλο των γνωριμιών της, ήταν ο Σικελιανός, ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Τσαρούχης, ο Εγγονόπουλος…

Προς υπεράσπιση της τότε, το 1992, έσπευσαν – κι αυτό είναι ενδιαφέρον – οι εκπρόσωποι των πανεπιστημίων και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Ελλάδας που αναφέρθηκαν στη «λαμπρή τελετή των εγκαινίων, την οποία δεν μπορούσαν να αμαυρώσουν μικρές παραλείψεις», ενώ λίγο καιρό μετά, η σύνοδος των πρυτάνεων και αντιπρυτάνεων των ελληνικών πανεπιστημίων, κάλεσε ομόφωνα το Πανεπιστήμιο Κύπρου να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις της.

Η Νέλλη Τσουγιοπούλου παρέμεινε στη θέση της προέδρου της Διοικούσας Επιτροπής μέχρι και τις 26 Μαΐου του 1995, την τελετή αυτονόμησης του Πανεπιστημίου, όπου παρέδωσε τη σκυτάλη στον Χαχολιάδη, τον πρώτο πρύτανη, έχοντας μεριμνήσει για όλα εκείνα -τις γερές βάσεις- που πολύ σύντομα ανέδειξαν τη σπουδαιότητα του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Μερικά χρόνια μετά, τον Νοέμβριο του 1997, σε μια συνέντευξη του στον Μακάριο Δρουσιώτη, ο Νίκος Αναστασιάδης (πρόεδρος πλέον του ΔΗΣΥ) είχε πει πως… όταν είδε την μαγνητοταινία της συζήτησης που είχε στη Βουλή με την Τσουγιοπούλου, διαπίστωσε ότι η συμπεριφορά του δεν ήταν η πρέπουσα, και μετάνιωσε γι’ αυτό. Αλλά αρνήθηκε ότι διατύπωσε την απειλή για την τήβεννο. «Μπορεί να ήταν οι τόνοι μου ψηλοί και η συμπεριφορά μου μη πρέπουσα, αλλά δεν εκτόξευσα τέτοια απειλή. Πολλές φορές στη συνέχεια είχα μιλήσει με την κ. Τσουγιοπούλου και της εξήγησα ότι δεν είχα τίποτε το προσωπικό εναντίον της και τη διαβεβαίωσα ότι ουδέποτε είχα πει ή εννοούσα να της πάρω την τήβεννο». Μα η μνήμη και τα στοιχεία είναι μάρτυρες αυτής της αήθους επίθεσης. Θυμούνται έναν οργισμένο Αναστασιάδη να απειλεί να τη φέρει «σηκωτή», με τη βία, στη Βουλή και να δηλώνει από τηλεοράσεως πως, «αν είναι να παραβιάσουμε την ακαδημαϊκή ελευθερία για την εθνική συνείδηση, ας είναι»! Όπως επίσης θυμούνται την ψύχραιμη Νέλλη Τσουγιοπούλου να λέει στον ωρυόμενο Αναστασιάδη, στη διάρκεια μιας τηλεοπτικής αντιπαράθεσης: «Μα η τήβεννος κ. Αναστασιάδη, δεν είναι κάτι που μπορείτε να μου το πάρετε εσείς».

Η Νέλλη Τσουγιοπούλου Σαβεριάδου πέθανε το 2005, στις 5 του Μάη, σαν αύριο δηλαδή, στην Οξφόρδη. Ένα χρόνο μετά, το 2006, το Πανεπιστήμιο Κύπρου την τίμησε στο πλαίσιο ενός επιστημονικού συνεδρίου. Εκεί, αποκαλύφθηκε ακόμα ένα ενδιαφέρον στοιχείο. Ο στενός της συνεργάτης και μέλος της Διοικούσας Επιτροπής, καθηγητής Γεώργιος Φιλοκύπρου αποκάλυψε πως, πληροφορήθηκε έκπληκτος από την οικογένειά της ότι την 1η Απριλίου του 2005, ένα μήνα πριν πεθάνει η Νέλλη, ο πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος τίμησε με μετάλλια τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ 1955 – 1959, της επαρχίας Αμμοχώστου. Ανάμεσα στους τιμηθέντες και η Νέλλη Τσουγιοπούλου που, εξαιτίας της ασθένειας, δεν παρέλαβε προσωπικά το μετάλλιο. Η έκπληξη του οφειλόταν στο γεγονός ότι η Νέλλη Τσουγιοπούλου, ουδέποτε συμπεριέλαβε στο βιογραφικό της οποιαδήποτε αναφορά στη δράση της ως μέλος της ΕΟΚΑ, την επιβεβαίωσε και η Κλαίρη Αγγελίδου, συμμαθήτρια και στενή φίλη από τα χρόνια του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου! Ουδέποτε αναφέρθηκε στη σχέση της με τον Αυξεντίου ή άλλους, ουδέποτε χρησιμοποίησε ή εκμεταλλεύτηκε εκείνη την περίοδο και, βεβαίως, ουδέποτε είπε «πρόσφερα στην πατρίδα περισσότερα απ’ όσα εκείνη μου πρόφερε»

*Το κείμενο αναρτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου, στον προσωπικό μου λογαριασμό στο facebook. Το αναδημοσιεύω στη στήλη μου, στον Φιλελεύθερο, εν είδει μνημοσύνου, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης, στις 5 Μαΐου, 19 χρόνων από το θάνατο της Νέλλης Τσουγιοπούλου.