Είναι θλιβερό, η αλήθεια για ό,τι σχετίζεται με τη διαχείριση του κυπριακού προβλήματος να έχει τόσες όψεις, τόσες ερμηνείες, τόσες εκδοχές. Από μόνο του αυτό στιγματίζει αιώνια όσους ενεπλάκησαν στη διαδικασία των συνομιλιών και που αδυνατούν να πείσουν. Τι έγινε; Τι ειπώθηκε; Κι αν κάτι δεν συμφωνήθηκε, γιατί δεν συνεχίσαμε μέχρι να τα βρούμε; Έχει την πολυτέλεια κατεχόμενη χώρα να κάνει διάλλειμα, πολλών ετών μάλιστα, πιστεύονται ότι μπορούμε να συνεχίσουμε απ’ εκεί που μείναμε; Πού ζούνε, μα τον Θεό;
Σαν να παίζουν δηλαδή κρυφτούλι με την αλήθεια, την οποία όλοι οι πολίτες αυτοί του τόπου δικαιούνται να γνωρίζουν από το «άλφα» ως το «ωμέγα». Ακόμα και τα περίφημα πρακτικά, σαν να έχουνε αιωρούμενες υποσημειώσεις, που βολεύουν κατά το δοκούν.
Τα προχθεσινά πικρόχολα μεταξύ των δύο πρώην ηγετών του ΔΗΣΥ, οδηγούν ακόμα πιο βαθιά στον δρόμο της κατάπτωσης και απαξίωσης της πολιτικής και των εκπροσώπων της. Δρόμο, που κανένας σώφρων άνθρωπος σε αυτόν τον τόπο δεν θέλει να διανύσει πιά. Στέκεται στην άκρη του και μονολογεί με απορημένη απελπισία: «Μα, αυτούς έχουμε; Αυτούς αξίζουμε;».
Το ’χω ξαναπεί και δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω. Η Ιστορία, που ευτυχώς δεν γράφεται με υποσημειώσεις, μέχρι αυτή τη στιγμή έχει καταχωρήσει το αδιαμφισβήτητο γεγονός-συμπέρασμα ότι όσοι κυβέρνησαν την Κύπρο (ακόμα και εκείνοι που μπορεί να είχαν τις καλύτερες προθέσεις), απέτυχαν να λύσουν το Κυπριακό. Α-πέ-τυ-χαν! Το ποιος φταίει, τι πήγε λάθος, ποιοι έβαλαν εμπόδια κ.λπ., κ.λπ., είναι ερωτήματα βολικής παραπολιτικής. Το «λιγότερο κακό», στην περίπτωση του Κυπριακού, δεν είναι ελαφρυντικό. Χάδι συμφοράς είναι.
Και μιας και ενέπλεξαν τον Μανόλη Αναγνωστάκη, που πάντα έβρισκε τον τρόπο μέσα από τα θλιβερά, να βλέπει μια γέννα, ιδού:
Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να είναι οι τελευταίοι
οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν
Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια
αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι
Τα θλιβερά τραγούδια τους γενίκανε πουλιά
σε κάποιον άλλο ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος
Γένικαν άγριοι ποταμοί που τρέχουνε στη θάλασσα
και τα νερά τους δεν μπορείς να ξεχωρίσεις
Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός
να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι
Κάθε Δευτέρα, στον «Καθρέφτη» μου στην ΕΡΤ, ο μουσικοσυνθέτης και δάσκαλος αεί διδασκόμενος, Δημήτρης Οικονομάκης, μας «συνθέτει» μια ωραιότατη Σκέψη της Ημέρας. Που ένοιωσα να αφορά και εμένα, καθώς και στη χθεσινή μου ακόμα στήλη στον «Φ», έκανα αυτό που ο Δημήτρης διορθώνει. Δηλαδή χαρακτήρισα και εγώ τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, «Ελληναρά», και «πιο Έλληνα από τους Έλληνες». Γιατί είναι λάθος αυτό; Το εξηγεί θαυμάσια ο Δημήτρης σε αυτήν την ανάρτησή του στο Facebook:
«Δεν θέλω να θίξω τα πατριωτικά αισθήματα κανενός αλλά να…
Η θριαμβολογία για το πόσο “Ελληνάρας” είναι ο Γιάννης ο σωστός, μου είναι ακατανόητη.
Ένας θαυμάσιος νέος άνθρωπος, σπουδαίος αθλητής, σεμνός και μετρημένος, που δείχνει συχνά την αγάπη του για την χώρα που μεγάλωσε και η οποία τον αγάπησε εκ των υστέρων.
Την ίδια εκτίμηση θα του είχα αν επέλεγε να εκπροσωπήσει την πατρίδα των γονιών του, τη Νιγηρία ή, αν επέλεγε εκεί να ζήσει, την Αμερική. Χαιρόμαστε που παίζει για την Εθνική μας, τυχεροί είμαστε δηλαδή, κι όταν νικάμε, ακόμη περισσότερο.
“Απέδειξε ότι είναι περισσότερο Έλληνας κ.λπ.”…Ε και λοιπόν;
Είναι κάτι παραπάνω ο Έλλην δηλαδή;
Να συμφωνήσουμε ότι είναι ένα χτύπημα στους ανόητους ρατσιστές συμπατριώτες μας, ναι. Κι αν γίνει και σημαιοφόρος θα τους σπάσει τα νεύρα περισσότερο. Κι ούτε σνομπάρουμε τη δική του συγκίνηση όπως και του κάθε παίκτη. Αλλά η αξία του καθένα αθλητή δεν κρίνεται από τη σημαία… Γενικά, ο πολύς εθνοπατριωτισμός βλάπτει την υγεία. Γεια σου ρε Γιάννη παικταρά…»
ΕΙΠΕ: «Και καλά ο Μπάιντεν, άρχισε να τα χάνει. Αν πάθει άνοια όμως ο Τραμπ, πως θα το καταλάβουμε;», ο σπουδαίος Λόρενς Φρανσις Ο’Ντόνελ, φιλελεύθερος σχολιαστής και οικοδεσπότης εκπομπής στην τηλεόραση με τίτλο «Η Τελευταία Λέξη».
(*) Τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκη, με πρώτη ερμηνεύτρια την Δήμητρα Γαλάνη.