Τα μακριά κυματιστά μαλλιά της, έφταναν κάτω από τη μέση της. Κανένα άλλο κορίτσι ούτε στην τάξη ούτε σε όλο το σχολείο δεν είχε τόσο μακριά μαλλιά. Των περισσότερων τα έκοβαν οι μητέρες τους, καρέ ή à la garçon, μια καθημερινή πρακτική λύση και χωρίς τον κίνδυνο να κολλήσουν ψείρες από άλλα παιδιά. Η δική της της περνούσε ώρες λούζοντας, χτενίζοντας, ξεπλέκοντας και πλέκοντας τα σε πλεξούδες, στολίζοντάς τα με κορδέλες και κοκαλάκια.
Περιζήτητη σε γάμους για παρανυμφούλα, στη σχολική χριστουγεννιάτικη γιορτή για Παναγία, ενώ μεγαλώνοντας, συνέχιζε να είναι πρωταγωνίστρια στις θεατρικές παραστάσεις και στις απαγγελίες στις εθνικούς επετείους. Όλοι θαύμαζαν την κυματιστή της χαίτη την ώρα που παρέλαυνε κρατώντας τη γαλανόλευκη που κυμάτιζε επίσης.
Άριστη μαθήτρια, πρόεδρος της τάξης αλλά και πρώτη στα πάρτι, όπου χόρευε μιμούμενη την Olivia Newton John προκαλώντας «Πυρετό του Σαββατόβραδου» στα αγόρια. Τα κορίτσια τη ζήλευαν ενώ τα αγόρια τη θαύμαζαν και τα πιο τολμηρά της έκαναν πρόταση «θέλεις να γίνεις η μιτσιά μου;». Αυτή αρνιόταν ευγενικά και διπλωματικά όπως την έμαθε η μητέρα της. «Ευχαριστώ, αλλά δεν είμαι έτοιμη για σχέση».
Τα χρόνια περνούσαν και η όμορφη κόρη αφού αποπεράτωσε με άριστα τις σπουδές της δόθηκε στην καριέρα της. Τα συνοικέσια και τα τηλέφωνα βροχή, τόσο στο γραφείο όσο και στο σπίτι, άπειρες προσκλήσεις από νέους άντρες που την καλούσαν σε δείπνο, σε πάρτι, ή σε μια συναυλία. Μα κανένας δεν φάνταζε αρκετά καλός ούτε στα μάτια της κόρης με την ωραία κόμη ούτε στους γονείς της που είχαν βάλει ψηλά τον πήχη για τη μοναχοκόρη τους. Βρίσκονταν δίπλα από το ακουστικό γελώντας και σχολιάζοντας στη συνέχεια μαζί της. «Ε μα όι τζ έτσι θράσος να σου ζητά να φκείτε, εν θωρεί που άρχισε να κάμνει φαλάκρα;» ή ακόμη «Μα πώς ετόλμησε αφού εν πιο κοντός σου;».
Όταν οι γονείς έφυγαν από τη ζωή, αφέθηκε επιτέλους ελεύθερη να ερωτευτεί, αλλά όχι πια τους συνομήλικούς της οι οποίοι είχαν προ πολλού παντρευτεί και κάνει οικογένεια, αλλά αυτούς που θα είχε επιλέξει όντας φοιτήτρια. Μεσήλικη πια έμπαινε σε σχέσεις με φοιτητές ή νεαρούς άντρες, ειδύλλια που σίγουρα δεν θα κατέληγαν σε ένωση με τα ιερά δεσμά του γάμου.
Οι παλιοί γείτονες τη θυμούνται την εποχή που έσκυβαν στα μπαλκόνια τους, όταν την άκουγαν τα βράδια να κατεβαίνει τη σκάλα, τίκι-τόκο με τις ψηλές της γόβες, απαστράπτουσα, στα μίνι φορέματά της και το μαλλί να φτάνει ως τη μέση της. Το άρωμα της έφτανε ως τις γύρω βεράντες, ενώ μπαίνοντας στα κέντρα, στα μπαράκια ή στο θέατρο, όλα τα βλέμματα στρέφονταν σαν μαγνήτης απάνω της.
Τώρα πια δεν βγαίνει τα βράδια, ακόμη και τα καλοκαίρια αράζει στη βεράντα με το γιασεμί και η μόνη της έξοδος είναι στη θάλασσα, χειμερινή κολυμβήτρια ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών. Σπάνια πάει και στο κομμωτήριο αφού έχει κόψει κοντά τα μαλλιά και ούτε τα βάφει, έτσι που αυτά έχουν πάρει ένα φυσικό γκρίζο χρώμα. Θυμάται την εποχή που η μητέρα, της διάβαζε το αγαπημένο της παραμύθι με τη γνωστή ατάκα του πρίγκιπα «Ραπουνζέλ, Ραπουνζέλ, ρίξε κάτω τα μαλλιά σου». Κι αυτός πιασμένος πάνω τους σκαρφάλωνε στον ψηλό πύργο, όπου η κακιά μάγισσα την είχε καταδικάσει να ζει απομονωμένη. Τα πλείστα παραμύθια έχουν ευτυχισμένο τέλος αφού τα μάγια λύνονται και ο πρίγκιπας παντρεύεται την ωραία που κοιμόταν χρόνους εκατό προσμένοντάς τον.
Την εποχή που γράφονταν τα παραμύθια, η γυναίκα πρόσμενε τον γάμο ως μόνη οδό για να διασφαλίσει την ευτυχία της και τη θέση της στην κοινωνία. Ζώντας για αιώνες με άνισους όρους, δινόταν ως πραμάτεια ανάλογα με την προίκα που διέθεταν οι γονείς της σ’ ένα ξένο, άγνωστό της άντρα με τον οποίο θα μοιραζόταν το ίδιο κρεβάτι και την υπόλοιπη ζωή της. Άντεχε στα «εκατό χρόνια μοναξιάς», λόγω της αγάπης προς τα παιδιά της αλλά και την έλλειψη άλλων επιλογών.
Τελικά η γυναίκα δεν είναι απλά ίση με τον άντρα αλλά πολύ ανώτερη και δυνατή, αφού καταφέρνει να αντεπεξέρχεται ταυτόχρονα σε πολλαπλούς ρόλους, βγάζοντας τα πέρα σε όλους το ίδιο καλά, τόσο στον χώρο εργασίας, σε αξιώματα, αλλά και στο σπίτι. Αντεπεξέρχεται μια χαρά και μόνη της με τις απεριόριστες επιλογές που της χαρίζει η ελευθερία και η ανεξαρτησία της, το θαύμα του να είσαι γυναίκα.
Όπως είχε πει ο αγαπημένος Μάνος Χατζιδάκις: «Τα αληθινά κορίτσια δεν χάνονται ποτέ. Δεν τ’ αρπάζει ο καιρός. Ξανάρχονται με τη μορφή βιβλίων, προσευχών και τραγουδιών». Και άλλα με τη μορφή χρονογραφημάτων…
dena.toumazi@gmail.com
Εικονογράφηση: Rapunzel, Paul Hey, 1910