Μόλις επέστρεψα στο μετερίζι από την άδεια παρασύρθηκα κι εγώ να μοιραστώ σε εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης μια ωραία κι ανέμελη, καλοκαιρινή φωτογραφία με θάλασσα, λουόμενους, πλεούμενο και βράχια, την οποία τράβηξα μέσα από μια σπηλιά. Με μια πιο προσεκτική ματιά, κάπου στα δεξιά διακρίνεται κι ένα άδειο κουτάκι μπύρας, γαντζωμένο πεισματικά στα ράχτα, σαν μια τυπική της ανθρώπινης αναισχυντίας εικαστική παραφωνία.

Το ποστάρισμα εκείνο ίσως αποτελεί μια μικρή, ελεγχόμενη έκρηξη ματαιοδοξίας, αλλά ίσως να είναι κι ένα είδος εξορκιστικού τελετουργικού. Σαν να τσιμπήθηκα για να σιγουρευτώ ότι είμαι ζωντανός, ότι βρίσκομαι στη σωστή πλευρά της ιστορίας και κυρίως στη σωστή πλευρά του χάρτη και των συνόρων. Με άλλα λόγια, ότι ανήκω στους κωλόφαρδους που η γενναιόδωρη μοίρα δεν όρισε να γεννηθούν ανάμεσα στους κατατρεγμένους και τους αγλυκοσάλιαστους του κόσμου τούτου.

Θα μπορούσε, για παράδειγμα, η ευφάνταστη Άτροπος να μ’ έριχνε στις Συμπληγάδες που χωρίζουν Ανατολή και Δύση. Να γεννιόμουν κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά, σ’ ένα φρικαλέο wasteland βγαλμένο από τους εφιάλτες του Έλιοτ. Όπως παραλίγο να συμβεί με το έμβρυο που κυοφορεί η οκτώ μηνών εγκυμονούσα που είχε εγκλωβιστεί μαζί με 38 ακόμη αποδημητές σε μια νησίδα στον Έβρο. Μια νησίδα όχι πολύ μικρότερη από αυτές των Ιμίων για τις οποίες οι αμφοτέρωθεν ευδιέγερτοι υπερπατριώτες είναι έτοιμοι να κοπανήσουν τα ταμπούρλα του πολέμου. Αλλά αυτές τις κερατένιες ποτάμιες λωρίδες γης που ξεφυτρώνουν ελέω της ξηρασίας στο φυσικό σύνορο και δεν άπτονται ζητημάτων οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, κανείς δεν τις θέλει. Εξ ου και είναι ανώνυμες. Ειδικά, αν πάνω τους βρήκαν μια φυσική σχεδία και γραπώθηκαν φυγάδες εξ ανατολής, διασχίζοντας την Οδό του Μαρτυρίου προς την πολιτισμένη Ευρώπη.

Εβδομάδες ολόκληρες έμειναν εκεί σε μια μικροζούγκλα. Θυμίζω ότι «ζούγκλα» αποκαλούσαν… χαϊδευτικά στη Γαλλία τον χώρο συγκέντρωσης των προσφύγων στο Καλαί, ενώ εσχάτως για τέτοιους χώρους έχει επικρατήσει ο ευφημισμός «hotspot». Σε «ζούγκλες» μετέτρεψε τους χώρους αυτούς η αφιλοξενία, η κρατική και κοινωνική αποστροφή και καχυποψία απεναντι σε ανθρώπους απελπισμένους, που δεν έχουν τίποτα να χάσουν.

Πάνω στη νησίδα αυτή πήραν μια πρώτη γεύση γι’ αυτό που τους περιμένει. Κι ίσως να βρίσκονταν ακόμη εκεί, ίσως το βρέφος να είχε κι επίσημο τόπο γέννησης το Πουθενά, αν δεν πέθαινε αβοήθητο από τσίμπημα σκορπιού ένα 5χρονο κοριτσάκι κι αν το λείψανό του δεν παρέμενε άταφο για μέρες. Όχι ότι μαλάκωσε από τη συγκίνηση η κρατική αναλγησία, αλλά τουλάχιστον το περιστατικό προκάλεσε διεθνή κατακραυγή και θύελλα αγανάκτησης στα ΜΚΔ και ορισμένα μέσα, υποχρεώνοντας την υποκριτική πολιτεία σε αναδίπλωση και επικοινωνιακή αντεπίθεση με στόχο το ξέπλυμα ενός ξεκάθαρα θανατηφόρου ποντιοπιλατισμού.

Όσα διαδραματίστηκαν στον Έβρο προκάλεσαν παραλληλισμούς με γεγονότα βγαλμένα από αρχαίες τραγωδίες, όπως η Αντιγόνη, οι Φοίνισσες ή οι Ικέτιδες. Στην ουσία τους τα έργα αυτά ανατέμνουν την πυριφλεγή σχέση μεταξύ ύβρεως και δίκης. Αποτελούσε συμπαντική νομοτέλεια στην αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων ότι η απονενοημένη ύβρις έχει ως συνέπεια την άτη, τη νέμεση και την τίση. Δηλαδή την τύφλωση του νου, την εκδίκηση των θεών και τη συντριβή του υβριστή.

Ο αείμνηστος Πίτερ Μπρουκ (παράσταση του οποίου θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε τον Οκτώβριο στην Κύπρο), είχε πει σε μια συνέντευξή του ότι χειρότερη ύβρις είναι η αδιαφορία. Ο τρόπος που αντιδρούμε –ή καλύτερα που ΔΕΝ αντιδρούμε- στις τραγωδίες της εποχής μας, μέσα στη θολούρα της ντοπαρισμένης υπερπληροφόρησης, συνιστά μέγιστη ύβρη. Και η ύβρις, πέρα από τον κλασαυχενισμό του μόνου φρονείν εξουσιαστή, ταυτίζεται με την έπαρση, την υπερφροσύνη, την παραδοπιστία, την αρχομανία- χαρακτηριστικά που προτάσσει ευρέως ως κυρίαρχες αξίες και ήθη η σύγχρονη κοινωνία.

Μπορεί κατά κανόνα η γλυκιά κηρήθρα της εξουσίας να προσελκύει φαύλους ή και διαταραγμένους, αλλά δεν παύει να ισχύει ότι οι κρατούντες είναι ο καθρέφτης μας. Το ψάρι δεν βρωμάει μόνο από το κεφάλι, η σαπίλα έχει προχωρήσει και στο σώμα. Ο φιλοτομαρισμός, η απροκάλυπτη ιδιωτεία είναι η νόσος της εποχής μας. Η σιωπή, η απάθεια, η παχυδερμία, η αναλγησία συνιστά ύβρη, ανάλογη μ’ αυτή ενός άταφου παιδικού πτώματος. Και θα τη βρούμε μπροστά μας.

Στη Δύση, διάγουμε την εποχή της κούρασης. Ακόμη πιο σκοτεινά χρόνια έρχονται, φαίνεται ότι η πορεία του κύκλου προς το ναδίρ έπεσε στη δική μας «βάρδια». Ένας νέος μεσαίωνας ανατέλλει, που έχει τις ρίζες του στο μούδιασμα της σκέψης, στην πνευματική τεμπελιά, στη νωχέλεια του ορθού λόγου. Στα χρόνια που έρχονται, οι γεωγραφικά και κοινωνικά καλότυχοι θα είναι όλο και λιγότεροι. Σταυρώστε τα δάχτυλα να μη λάχει να ξεμείνουμε εκτός νυμφώνος.

Ελεύθερα, 21.8.2022